[2025-04-08] 9 ΑΠΡΙΛΗ, ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ
9 ΑΠΡΙΛΗ, ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ
Όλοι στις συγκεντρώσεις των σωματείων
Η κυβέρνηση συγκαλύπτει το μπάζωμα της ζωής μας!
Το πραγματικό έγκλημα στα Τέμπη δεν είναι η συγκάλυψη μετά το δυστύχημα. Είναι αυτά που έγιναν πριν από αυτό: οι ιδιωτικοποιήσεις και οι μνημονιακές πολιτικές που διέλυσαν εντελώς τους σιδηροδρόμους και είχαν ως εντελώς φυσιολογική απόληξη το δυστύχημα. Και για αυτές τις πολιτικές δεν λένε κουβέντα οι κυρίαρχες δυνάμεις γιατί είναι συνυπεύθυνες.
Η πραγματική συγκάλυψη είναι ότι καμιά από τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις δεν μιλάει για τις εταιρείες ΑΚΤΩΡ (του γνωστού Μπόμπολα τότε) και ALSTOM. Οι εταιρείες αυτές είχαν αναλάβει από το 2014 να υλοποιήσουν τη σύμβαση 717 για την τηλεδιοίκηση των τρένων. Με συνεχή κόλπα και, προφανώς, με τις πλάτες όσων κυβέρνησαν, όχι μόνο δεν παρέδωσαν τηλεδιοίκηση στους σιδηροδρόμους μέχρι και σήμερα, αλλά αύξησαν το κόστος της υλοποίησης του έργου.
Η πραγματική συγκάλυψη είναι οι μνημονιακές πολιτικές που οδήγησαν το προηγούμενο σύστημα τηλεδιοίκησης σε αχρηστία, που μείωσαν το προσωπικό του ΟΣΕ (ως Υπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθετε σε διαθεσιμότητα μαζικά τους σιδηροδρομικούς) και γενικά οδήγησαν τους σιδηροδρόμους στη διάλυση για να γίνει δυνατό να πουληθούν για ψίχουλα σε ιδιώτες (στην περίοδο ΣΥΡΙΖΑ).
Οι ίδιες πολιτικές, και οι ίδιοι άνθρωποι λίγο-πολύ, μπαζώνουν καθημερινά τη ζωή μας.
Ψηφίζουν νόμους για να δουλεύουμε 13 ώρες την ημέρα, καθώς με τους μισθούς πείνας είναι αδύνατο να επιβιώσουμε με μια δουλειά. Ταυτόχρονα, η φθηνή εργασία μας αβγατίζει τα κέρδη των καπιταλιστών.
Ιδιωτικοποιούν την ενέργεια και στέλνουν τον λογαριασμό στις τσέπες μας. Ταυτόχρονα, τα κέρδη των καπιταλιστών ενέργειας ρέουν με ηλεκτρική ταχύτητα στις δικές τους τσέπες.
Αφήνουν τη δημόσια εκπαίδευση να καταρρεύσει, ιδιωτικοποιούν τα πανεπιστήμια (παραβιάζοντας το δικό τους Σύνταγμα), πετάνε τα δικά μας παιδιά έξω από το εκπαιδευτικό σύστημα και μας ξεζουμίζουν για να καταφέρουμε να τα σπουδάσουμε. Ταυτόχρονα, οι καπιταλιστές της εκπαίδευσης πουλάνε την άθλια πραμάτεια της ημιμόρφωσης, παραμορφώνοντας τη νεολαία και υφαρπάζοντας το εισόδημα των γονιών.
Διαλύουν το σύστημα υγείας και το ιδιωτικοποιούν (απογευματινά χειρουργεία επί πληρωμή, κτλ) αυξάνοντας όχι μόνο το κόστος αλλά και τους θανάτους των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, η υγεία των κερδών των καπιταλιστών της υγείας δεν ήταν ποτέ καλύτερα.
Κάθε άθλια πολιτική τους στρέφεται ενάντια στους εργαζόμενους και ισχυροποιεί τους καπιταλιστές.
Σαν να μη έφτανε η φτώχεια και ο θάνατος εν ειρήνη, έχουν το θράσος να μας λένε ότι θα ξοδέψουν δισεκατομμύρια, από το δικό μας ιδρώτα βγαλμένα, για οπλικά συστήματα και, επομένως, δεν περισσεύουν για τις δικές μας ανάγκες. Και βέβαια αύριο θα ζητήσουν να χύσουμε το δικό μας αίμα και αυτό των παιδιών μας, για να σωθεί το έθνος, δηλαδή, τα κέρδη τους.
Να τους σταματήσουμε!
Διεκδικούμε:
-Αυξήσεις σε μισθούς, μεροκάματα, συντάξεις. Υπογραφή συλλογικών συμβάσεων χωρίς παρέμβαση του κράτους.
-Αποκλειστικά δημόσια υγεία, παιδεία, ασφάλιση.
-Αντιστροφή των ιδιωτικοποιήσεων: αποκλειστικά δημόσιοι σιδηρόδρομοι, αερογραμμές, αυτοκινητόδρομοι, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, ύδρευση.
-Καμιά εμπλοκή σε πολέμους. Τα χρήματά μας να γίνουν σχολεία και νοσοκομεία, όχι μαχητικά και φρεγάτες. Έξοδος από το ΝΑΤΟ, εκδίωξη των αμερικανο-νατοϊκών στρατευμάτων.
-Η βάση για να γίνουν όλα αυτά είναι η μη αποπληρωμή του χρέους, η μη αναγνώρισή του και η μονομερής διαγραφή του.
Μόνο μια κυβέρνηση που θα στηρίζεται στη δύναμη του λαού μπορεί να υλοποιήσει ένα πρόγραμμα ανακούφισης για την εργατική τάξη και βελτίωσης της κατάστασής της. Μόνο μια κυβέρνηση που θα ελέγχεται και θα στηρίζεται άμεσα από τις εργατικές μάζες μπορεί να τα βάλει με τους καπιταλιστές, το κράτος τους και τους ιμπεριαλιστικούς εταίρους τους (ΝΑΤΟ, ΕΕ). Αυτό είναι το καθήκον σήμερα: η κοινή πορεία εργατικών δυνάμεων, συνδικαλιστικών και πολιτικών, για την κατάκτηση όχι μόνο της πολιτικής αλλά και της ταξικής εξουσίας.
κ. ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, www.anasyntaxi.gr
[2025-03-30] Για το δυστύχημα των Τεμπών και την απεργία στις 28 Φλεβάρη
Για το δυστύχημα των Τεμπών και την απεργία στις 28 Φλεβάρη
Πριν τις 28 Φλεβάρη
Ο πιο σκληρός αντίπαλος για μια κυβέρνηση είναι τα γεγονότα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, η κυβέρνηση που ξεκίνησε τη διαδρομή της με το μεγαλύτερο πολιτικό πλεονέκτημα που γνώρισε ποτέ κυβέρνηση, τουλάχιστον στα μεταπολεμικά χρόνια, βρίσκεται πλέον σε πολύ δύσκολη θέση, με αφορμή το δυστύχημα των Τεμπών.
Το κολοσσιαίο πολιτικό πλεονέκτημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη γεννήθηκε από τη στρατηγική νίκη τής αστικής τάξης στην κρίση. Η ήττα της εργατικής τάξης και των πολιτικών και συνδικαλιστικών της οργανώσεων προήλθε από την αδυναμία τους να απαντήσουν στην κρίση με ένα συνεκτικό πρόγραμμα εξουσίας. Το πολιτικό αποτέλεσμα ήταν: η εμπέδωση της αντίληψης ότι η μνημονιακή πολιτική είναι μονόδρομος και η θριαμβευτική εκλογή του βασικού εκφραστή αυτής της αντίληψης που ήταν η Νέα Δημοκρατία.
Το δυστύχημα στα Τέμπη με τους 57 νεκρούς συνέβη μόλις 3 μήνες πριν τις εκλογές του 2023 και φάνηκε ότι θα δημιουργούσε πρόβλημα στην κυβέρνηση και θα δυσκόλευε την επανεκλογή της. Όμως, η ΝΔ κέρδισε με άνεση τις εκλογές του 2023, ενώ ο – μέχρι τότε – βασικός της αντίπαλος (ο ΣΥΡΙΖΑ) οδηγήθηκε στη διάλυση.
Οι κινητοποιήσεις αμέσως μετά το δυστύχημα ήταν μαζικές και συνοδεύτηκαν από δύο απεργίες. Τα συνθήματα που κυριάρχησαν ήταν συναισθηματικά και απολίτικα. Η αβλαβής εκτόνωση εκείνου του πρώτου γύρου κινητοποιήσεων ήταν έργο του ΚΚΕ, το οποίο αμείφθηκε με την αμέριστη στήριξη των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ στις εκλογές, στήριξη που το βοήθησε να ξεκολλήσει από τις εκλογικές επιδόσεις που κινούνταν στην περιοχή των 300 χιλ. ψήφων, τις οποίες κατέγραφε σταθερά μετά την κατακρήμνιση του 2012.
Η μαζικότητα των κινητοποιήσεων του 2023 οδήγησε ορισμένους να συγκρίνουν τις κινητοποιήσεις με εκείνες του 2011, ενώ υπήρξε και ένα ακραίο – ανεκδοτολογικής αξίας πλέον – άρθρο κάποιου Ιωακείμογλου, που με βάση τη μαζικότητα των κινητοποιήσεων συμπέραινε ότι, παρά το 40% της ΝΔ το Μάιο, δεν υπάρχει δεξιά στροφή. Τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου, η ΝΔ ξαναπήρε 40% και η άκρα δεξιά έφτασε το 13% αθροίζοντας ένα ποσοστό κοντά στο 54%, ποσοστό που είχε να δει η δεξιά από το 1974.
Ενώ η ΝΔ δεν εμφάνισε πολιτική φθορά από τα Τέμπη, εμφανίστηκε να έχει πολιτική φθορά από την ψήφιση του νόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια. Η φθορά εκδηλώθηκε στις ευρωεκλογές, στις οποίες η ΝΔ ήταν και πάλι πρώτο κόμμα, αλλά με σημαντική υποχώρηση του ποσοστού της. Η φθορά αυτή προέρχεται καταρχήν από τη δυσαρέσκεια της κοινωνικής βάσης της ΝΔ. Τα μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής (ηλεκτρονικά τιμολόγια, POS παντού) περιορίζουν τα περιθώρια κέρδους των μικροαστικών στρωμάτων. Η κυβέρνηση της ΝΔ με τα φορολογικά μέτρα χτύπησε κυρίως την εκλογική της βάση. Η δυσαρέσκεια αυτή δεν εκφράστηκε με κινητοποιήσεις (εκτός από τους ταξιτζήδες), αλλά εκδηλώθηκε με αφορμή το νόμο για τα ομόφυλα ζευγάρια με ψήφο προς κόμματα της άκρας δεξιάς.
Παρά τη φθορά, η κυβέρνηση φαινόταν να ελέγχει την κατάσταση. Το αστικό κομματικό σύστημα εξακολουθούσε να λειτουργεί στο μοντέλο του κυρίαρχου κόμματος και η ΝΔ παρέμενε η μοναδική κυβερνητική πρόταση.
Μετά τις 28 Φλεβάρη
Η απεργία και οι κινητοποιήσεις στις 28 Φλεβάρη δημιούργησαν πρόβλημα στην κυβέρνηση, αποδεικνύοντας ότι οι μάζες φτιάχνουν την ιστορία και όχι τα άτομα. Η μαζικότητα των κινητοποιήσεων δύο χρόνια από τα Τέμπη ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτή των συγκεντρώσεων του 2023. Στις 28 Φλεβάρη ζήσαμε τις μαζικότερες συγκεντρώσεις της μεταπολίτευσης.
Τι μεσολάβησε και πυροδότησε αυτήν την αντίδραση; Κυρίως, η αίσθηση ότι όχι μόνο δεν γινόταν σοβαρή διερεύνηση στο δυστύχημα, αλλά επιπλέον υπήρχε προσπάθεια συγκάλυψης. Κι αυτό πάνω σε ένα γεγονός το οποίο αυτό καθαυτό ήταν φριχτό και δημιουργούσε συγκινησιακή φόρτιση.
Υπάρχουν τρία ζητήματα που αναδεικνύονται από τα γεγονότα:
Το πρώτο είναι οι αιτίες της σύγκρουσης των τρένων:
-Η διαχρονική ανικανότητα/απροθυμία της αστικής τάξης να αναπτύξει τον σιδηρόδρομο.
-Η μνημονιακή διαχείριση που οδήγησε στην υποστελέχωση, την απομάκρυνση έμπειρου προσωπικού και τη στελέχωση του σιδηρόδρομου με εργαζόμενους χωρίς γνώση κι εμπειρία. Οι μνημονιακές δεσμεύσεις οδήγησαν και στην ιδιωτικοποίηση του εμπορικού τμήματος των σιδηροδρόμων αφήνοντας περισσότερο ανεξέλεγκτο το ιδιωτικό κεφάλαιο και οδηγώντας, όπως γίνεται παντού στον καπιταλιστικό κόσμο, στην κατάρρευση των υποδομών αλλά και στη χειροτέρευση των όρων εργασίας των εργαζομένων.
-Η καθυστέρηση της κατασκευής της τηλεδιοίκησης με ευθύνη συγκεκριμένων εταιρειών (ΑΚΤΩΡ, Alstom) και των κυβερνήσεων που ανέχτηκαν τα τερτίπια τους.
Το δεύτερο ζήτημα είναι η διερεύνηση του γεγονότος και η απόδοση ποινικών και πολιτικών ευθυνών. Η διαχείριση από την κυβέρνηση προσπάθησε αρχικά να περιορίσει την ευθύνη στον σταθμάρχη. Αλλά και η συνολική διαχείριση του δυστυχήματος προδίδει είτε πλήρη ανικανότητα είτε συνειδητή προσπάθεια να κλείσει η υπόθεση γρήγορα:
-ο χώρος εκχερσώθηκε και καλύφθηκε με πίσσα τέσσερεις μέρες μετά το δυστύχημα,
-οι ιατροδικαστικές εξετάσεις ήταν το λιγότερο ημιτελείς, ενώ το αιματολογικό υλικό τους καταστράφηκε,
-οπτικό υλικό δεν υπήρχε για να εμφανιστεί δύο χρόνια μετά,
-το ηχητικό υλικό του συστήματος καταγραφών του ΟΣΕ εμφανίστηκε αλλοιωμένο,
-κανένας δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πότε και τι φορτώθηκε στην εμπορική αμαξοστοιχία, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων που τη φόρτωσαν,
-σαν αποτέλεσμα, παραμένει ανεξήγητη η έκρηξη που ακολούθησε τη σύγκρουση των τρένων, παρόλο που είναι φανερό ότι υπήρχε κάποια εύφλεκτη ουσία που δεν είχε δηλωθεί.
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτά τα συμβάντα έλαβαν χώρα μέσω αποφάσεων απλών υπαλλήλων που δρούσαν στο πεδίο χωρίς να υπάρχει κάλυψη (ή εντολές) άνωθεν.
Οι ενέργειες αυτές έχουν οδηγήσει σε μια έλλειψη εμπιστοσύνης, απολύτως δικαιολογημένη, των μαζών και προς την κυβέρνηση και προς τους μηχανισμούς του κράτους, ειδικά προς τη Δικαιοσύνη. Αυτή η σχετική απονομιμοποίηση κράτους και κυβέρνησης εκφράστηκε με μαζικό τρόπο στην απεργία και τα συλλαλητήρια. Το ζήτημα, βέβαια, είναι ότι αυτή η απονομιμοποίηση στη συνείδηση των μαζών, ακόμα και μαζών που ψηφίζουν αυτή την κυβέρνηση, δεν οδηγεί και σε δράση ενάντια στο κράτος και την κυβέρνηση, ειδικά στο βαθμό που δεν υπάρχει ορατή εφαρμόσιμη πολιτική και κοινωνική εναλλακτική.
Πέρα από τις όποιες ποινικές ή πολιτικές ευθύνες αναδειχθούν για τις πράξεις ή παραλείψεις που οδήγησαν στο έγκλημα των Τεμπών ή στην προσπάθεια συγκάλυψής του, πραγματική πολιτική τιμωρίας των ενόχων είναι:
-η τιμωρία των εταιρειών που έχουν την ευθύνη για το δυστύχημα (ΑΚΤΩΡ, Alstom, Hellenic Train) με δήμευση–κρατικοποίηση της ιδιοκτησίας τους,
-η πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη και η εξαφάνιση από το πολιτικό προσκήνιο όλων των αστών πολιτικών που εμπλέκονται στο δυστύχημα.
Το τρίτο ζήτημα είναι η παραφιλολογία και η συνωμοσιολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από το γεγονός: το φορτίο που προκάλεσε την πυρόσφαιρα (παράνομα καύσιμα ή εκρηκτικά). Σενάρια για λαθρεμπόριο καυσίμων στο οποίο εμπλέκονται μεγάλοι επιχειρηματίες ή/και κυβερνητικοί παράγοντες, ίσως και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Σενάρια για εκρηκτικά/πυρομαχικά που μεταφέρονταν στο Ισραήλ ή στην Ουκρανία. Σενάρια σχετικά με τους δύο σταθμάρχες που σκοτώθηκαν σε τροχαία και τον γιο της ανακρίτριας που βρέθηκε νεκρός.
Πολλά από αυτά τα γεγονότα είναι προφανώς άσχετα με το δυστύχημα, ίσως κάποια να αποδειχθούν σχετικά και ίσως ορισμένες από αυτές τις φήμες να έχουν τελικά σχέση με το δυστύχημα και πράγματι να σχετίζονται με πλευρές της συγκάλυψης. Προς το παρόν, όμως, οι συνωμοσιολογικές θεωρίες απλώς διαμορφώνουν μία εύπεπτη εξήγηση του εγκλήματος, κυρίως, γιατί απαλλάσσουν τον καπιταλισμό ως σύστημα που προκαλεί τέτοια εγκλήματα και τα φορτώνουν όλα σε κάποια μικρή κλίκα κακών ανθρώπων που συνωμοτούν πίσω από τις πλάτες μας. Απαλλάσσουν επίσης, τις εταιρείες και τις κυβερνήσεις που έχουν συγκεκριμένες ευθύνες που μπορούν να τεκμηριωθούν και μεταθέτουν τη συζήτηση σε αναπόδεικτα σενάρια.
Τέτοιες εξηγήσεις χρειάζονται προσοχή, καθώς η συνωμοσιολογία συνήθως πάει αντάμα με τη ροπή προς τον ανορθολογισμό. Η Αριστερά έχει πληρώσει ακριβά την εύκολη υιοθέτηση εντυπωσιακών καταγγελιών ή εύκολων «μαγικών» λύσεων που όμως ήταν αστήρικτες και τελικά ενίσχυσαν ανορθολογικές αντιλήψεις και τα κόμματα που ενστερνίζονται και προωθούν τον ανορθολογισμό (κυρίως της άκρας δεξιάς).
Ποια πολιτικά καθήκοντα;
Σύσσωμο το αστικό κομματικό σύστημα έχει επικεντρωθεί στη συζήτηση για το πόσο καλά έκαναν τη δουλειά τους η δικαιοσύνη και οι κρατικοί μηχανισμοί και για το αν υπάρχει απόπειρα συγκάλυψης ή όχι από τη μεριά της κυβέρνησης.
Η επικέντρωση της συζήτησης στο «μετά» του δυστυχήματος και ιδιαίτερα στη φωτιά που σκότωσε επιβάτες που είχαν επιβιώσει της σύγκρουσης, πάτησε στην – πολύ λογική – αναζήτηση των συγγενών των θυμάτων που ήθελαν να μάθουν τις αιτίες του θανάτου των παιδιών τους. Η αναζήτηση των συγγενών αξιοποιήθηκε από ΜΜΕ και πολιτικές δυνάμεις για να στρέψουν τους προβολείς της δημοσιότητας μακριά από τις αιτίες του δυστυχήματος.
Η μετάθεση της συζήτησης στο ζήτημα της συγκάλυψης συμβαίνει για δύο λόγους: ο πρώτος είναι ότι καμία πολιτική δύναμη δεν μπορεί να προτείνει κάποια πολιτική διαφορετική από αυτήν που οδήγησε τα τρένα στο σημερινό χάλι. Ειδικά τα κόμματα της αντιπολίτευσης που έχουν κατά καιρούς αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες ή στελέχη της αντιπολίτευσης που έχουν στηρίξει προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις (όπως π.χ. ο Βελόπουλος) σκόπιμα αποφεύγουν αυτή τη συζήτηση για να μην αναδειχθούν οι δικές τους ευθύνες.
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τις εμπλεκόμενες εταιρείες και ειδικά με την εταιρεία ΑΚΤΩΡ, η οποία φαίνεται ότι χρηματοδοτεί το σύνολο των κομμάτων. Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι κανένα κόμμα δεν έχει τολμήσει να αναφέρει τη συγκεκριμένη εταιρεία, παρόλο που έχει την κύρια ευθύνη για την καθυστέρηση στην εγκατάσταση τηλεδιοίκησης στο σιδηρόδρομο. Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη εταιρεία και η εμπλοκή της στο δυστύχημα δεν έχει απασχολήσει τη δημοσιότητα αποτελεί μεγάλη επιτυχία της εταιρείας και δείκτη του μεγέθους της διαφθοράς στο πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ.
Η αντιπολίτευση, επομένως, μια και δεν μπορεί να μιλήσει επί της ουσίας: ποιες ήταν οι αιτίες της σύγκρουσης, ποιες πολιτικές ευθύνονται γι’ αυτό, με ποιον τρόπο θα έχουμε ασφαλή τρένα, ποιες εταιρείες ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση και με ποιο τρόπο πρέπει να τιμωρηθούν κ.λπ., επιλέγει το εύκολο μονοπάτι, της καταγγελίας για συγκάλυψη.
Η επιλογή να είναι κέντρο της συζήτησης οι αιτίες της σύγκρουσης οδηγεί σε συγκεκριμένα καθήκοντα. Οι πολιτικές δυνάμεις που εμπλέκονται στη συζήτηση πρέπει να μας πούνε ποιες είναι οι ευθύνες τους και ποιο το πρόγραμμά τους. Και με δεδομένο ότι η σημερινή κατάσταση στο σιδηρόδρομο διαμορφώθηκε από το μνημονιακό πλαίσιο, η θέση όσων το υπηρέτησαν γίνεται πολύ δύσκολη και είναι κατανοητό γιατί προτιμούν να σφυρίζουν αδιάφορα.
Το ίδιο ισχύει και για τις ευθύνες των εταιρειών. Ποιος έχει όρεξη τώρα να ανοίγει μέτωπο με τον ΑΚΤΩΡα;
Η ατζέντα της συγκάλυψης, όμως, οδηγεί σε διαφορετικά πολιτικά καθήκοντα. Αν το μόνο πρόβλημα είναι η συγκάλυψη και η συνειδητή προσπάθεια της κυβέρνησης να αποκρύψει στοιχεία, προσπαθώντας να καλύψει κάτι άλλο από τις αιτίες του δυστυχήματος, τότε απλά πρέπει να έρθουν στοιχεία στο φως, να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι και να εκλέξουμε μια τίμια κυβέρνηση που δεν θα κάνει ζαβολιές. Σε αυτό το πεδίο, όλες οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις αισθάνονται άνετα. Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο από το να διατρανώσουν την τιμιότητά τους και ότι, αν οι ίδιες ήταν στην κυβέρνηση, θα διαχειρίζονταν την αναζήτηση των ευθυνών με διαφάνεια, ταχύτητα και αποτελεσματικότητα.
Όσο δύσκολη είναι η ενασχόληση με το «πριν» του δυστυχήματος, τόσο εύκολη είναι η επικέντρωση στο «μετά». Οι ολιγωρίες της δικαιοσύνης, η διαχείριση των στοιχείων και εντέλει η κατηγορία για συγκάλυψη. Κάθε στοιχείο ή «στοιχείο» που μπορεί να βρεθεί πέφτει στη συζήτηση. Αυτός είναι και ο λόγος που η δημόσια συζήτηση έχει μπατάρει προς τα εκεί. Η άκρα δεξιά και οι ακροδεξιοί δημοσιογράφοι σαν τον Στέφανο Χίο κάνουν πάρτι. Κάθε απίθανο στοιχείο διογκώνεται και παρουσιάζεται σαν αποκάλυψη.
Το κλίμα που έχει διαμορφωθεί πιέζει την κυβέρνηση, αλλά δεν απειλεί το σύστημα. Άλλωστε γι’ αυτό υπάρχουν οι κυβερνήσεις. Για να τρώνε αυτές την μπόρα και να την γλυτώνουν τα αφεντικά τους.
Τι συγκαλύπτεται τελικά;
Η συγκάλυψη αφορά κυρίως – αν όχι αποκλειστικά – το «πριν» του δυστυχήματος, δηλαδή τις αιτίες της σύγκρουσης και τις ευθύνες εταιρειών και πολιτικών. Και σε αυτήν τη συγκάλυψη εμπλέκονται και δυνάμεις της αντιπολίτευσης.
Η μνημονιακή λαίλαπα, όπως αποδυνάμωσε τη θέση των εργαζομένων, ισχυροποίησε τη θέση των εταιρειών σε όλους τους κλάδους. Όπως φαίνεται από το υπόμνημα Κατσιούλη, οι ανάδοχοι της σύμβασης 717, αισθάνονταν αρκετά ασφαλείς και ισχυροί, ώστε να φτάνουν στο σημείο να αλλάζουν μόνοι τους τις προδιαγραφές της σύμβασης. Οι ανάδοχοι της σύμβασης 717 δεν έκαναν τίποτα παραπάνω από το να εφαρμόζουν τα κόλπα που είχαν μάθει από τις συμβάσεις των εθνικών οδών. Ο ΑΚΤΩΡ (που συμμετέχει σχεδόν σε όλες τις κοινοπραξίες που ανέλαβαν εθνικές οδούς κι εκμεταλλεύονται τα διόδια) επί μια δεκαετία, αντί να φτιάχνει δρόμους, έστηνε πινακίδες και λαστιχένιους κώνους σε δρόμους-καρμανιόλες, ενώ διαπραγματευόταν και επαναδιαπραγματευόταν τις συμβάσεις. Τα κέρδη του ήταν βουτηγμένα στο αίμα των νεκρών των εθνικών δρόμων. Πλέον και στο αίμα των 57 νεκρών στα Τέμπη.
Για να μπορεί, όμως, μια εταιρεία να κινείται τόσο ανεξέλεγκτα, χρειάζεται πολιτική κάλυψη. Εκεί βρίσκονται οι ευθύνες της κυβέρνησης και των πολιτικών δυνάμεων που έχουν σχέσεις με τους αναδόχους της 717.
Το πολιτικό σκηνικό μετά τις 28 Φλεβάρη
Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να φθείρεται δημοσκοπικά, χωρίς όμως να απειλείται η θέση της ως ισχυρότερης δύναμης. Κανείς άλλος δεν κερδίζει στις δημοσκοπήσεις, εκτός από την Πλεύση Ελευθερίας.
Η στρατηγική της κυβέρνησης είναι να πνίξει το θέμα, στρέφοντας αλλού τους προβολείς της δημοσιότητας. Η επικαιρότητα άλλωστε είναι πλούσια, ειδικά με τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Η κίνηση Τριαντόπουλου στη Βουλή αυτήν τη στρατηγική υπηρετεί. Η απευθείας παραπομπή του στο δικαστικό συμβούλιο παρακάμπτει τη διαδικασία στη Βουλή, η οποία αναγκαστικά θα προσέλκυε τα φώτα της δημοσιότητας και θα καταλάμβανε χρόνο στα δελτία ειδήσεων. Η στρατηγική αυτή βολεύει και τα κόμματα της αντιπολίτευσης (πλην Πλεύσης), τα οποία δεν βλέπουν πολιτικά κέρδη από την υπόθεση και επίσης θα προτιμούσαν να πνιγεί το θέμα σιωπηλά (παρόλο που ωρύονται για το αντίθετο).
Η εκτόξευση της Πλεύσης δεν απειλεί τη ΝΔ ούτε άμεσα, ούτε μακροπρόθεσμα. Η Πλεύση είναι ένα πολιτικό μόρφωμα χωρίς μέλη, χωρίς στελέχη και χωρίς πρόγραμμα. Δεν μπορεί να συγκροτήσει πρόταση εξουσίας με τη σημερινή της μορφή. Κίνηση που θα την καθιστούσε διεκδικητή της εξουσίας θα ήταν η συγκρότηση μιας συνεργασίας με άλλες δυνάμεις. Αυτό, όμως, θα απαιτούσε ένα άνοιγμα-πρόταση προς άλλες δυνάμεις, κάτι που είναι ξένο στην αντίληψη που έχει η Κωσταντοπούλου για την πολιτική. Παρόλο που δεν μπορεί να αποτελέσει διεκδικητή της κυβέρνησης και δεν μπορεί να συγκροτήσει πρόταση εξουσίας, αποτελεί απειλή για ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση κ.λπ., καθώς ούτε αυτοί οι σχηματισμοί μπορούν να συγκροτήσουν σοβαρή πρόταση εξουσίας.
Η εντυπωσιακή δημοσκοπική ενίσχυση της Πλεύσης Ελευθερίας δείχνει την απαξίωση των κομμάτων της αντιπολίτευσης και αποτελεί δείκτη της πιθανότητας που έχει η ΝΔ για τρίτη τετραετία.
Η Πλεύση (και η Καρυστιανού στην περίπτωση που αποφασίσει να πολιτευτεί), στην καλύτερη περίπτωση, μπορούνε να προτείνουν μια κυβέρνηση «κάθαρσης», που θα αντικαταστήσει τη σημερινή κυβέρνηση.
Ποια πολιτική πρόταση;
Και σε αυτό το ζήτημα αναδεικνύεται το πολιτικό κενό. Το πολιτικό πλεονέκτημα που απολάμβανε η κυβέρνηση κινδυνεύει να γίνει θρύψαλα από το δυστύχημα στα Τέμπη, όμως, αν τελικά διασωθεί, αυτό θα συμβεί επειδή δεν υπάρχει άλλη πολιτική πρόταση εξουσίας.
Οι δυνάμεις της Αριστεράς κινούνται σε αδιέξοδες και ακίνδυνες κατευθύνσεις:
Το ΚΚΕ σηκώνει το ζήτημα πετώντας τη μπάλα στην εξέδρα. Γενικού τύπου τοποθετήσεις, χωρίς καμία συγκεκριμένη πρόταση. Παραμένει σταθερά εκτός πολιτικού παιχνιδιού.
Ορισμένες δυνάμεις του εξωκοινοβουλίου (και το ΜΕΡΑ25 σε αυτές) βάζουν μπροστά μια σειρά αιτήματα με πρώτο την κρατικοποίηση του σιδηρόδρομου, χωρίς κάποια σύνδεση με συνολικό πολιτικό πρόγραμμα και πρόταση.
Κάποιες άλλες δυνάμεις του εξωκοινοβουλίου βάζουν το στόχο της πτώσης της κυβέρνησης, χωρίς αυτό να συνοδεύεται από πολιτική πρόταση. Ορισμένοι επαναλαμβάνουν μια γνωστή – από τα παλιά – μπαρούφα: Θα ρίχνουμε κάθε κυβέρνηση, σε ένα κρεσέντο κινηματισμού, επίσης παραμένοντας χωρίς πρόταση εξουσίας κι επομένως, επίσης, εκτός πολιτικού παιχνιδιού. Ενώ, ορισμένες δυνάμεις αυτού του κλίματος, θεωρούν ότι δεν χρειάζεται να λέμε τίποτα προγραμματικό πέρα από το να πέσει η κυβέρνηση.
Η πτώση της κυβέρνησης είναι σίγουρα ο βασικός στόχος. Πτώση της κυβέρνησης για να αντικατασταθεί από μια εργατική κυβέρνηση που μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη εφαρμόζοντας το πρόγραμμά της:
-κρατικοποιώντας το σιδηρόδρομο με εργατικό έλεγχο,
-απαλλοτριώνοντας με όρους δήμευσης την περιουσία των εταιρειών που φέρουν την ευθύνη για το έγκλημα στα Τέμπη,
-τιμωρώντας τους πολιτικούς που είχαν οικονομικές συναλλαγές με τις εταιρείες-αναδόχους της σύμβασης 717.
κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
28 ΦΛΕΒΑΡΗ 2025: ΑΠΕΡΓΙΑ 2 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ
28 ΦΛΕΒΑΡΗ 2025: ΑΠΕΡΓΙΑ
ΟΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
2 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ: ΚΑΤΩ Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ
Οι ιδιωτικοποιήσεις δολοφονούν
Το έγκλημα στα Τέμπη ήταν προδιαγεγραμμένο. Η πολιτική του σκληρού ταξικού πολέμου σε βάρος των εργαζομένων –που στον πυρήνα της έχει τις ιδιωτικοποιήσεις– οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο να αντιμετωπίζεται ως κόστος η ασφάλεια των μεταφορών και η ζωή των εργαζομένων και της νεολαίας.
Κυβέρνηση και παρατρεχάμενοι –προηγούμενες κυβερνήσεις και πληρωμένα ΜΜΕ– δεν θέλουν να μιλήσουν για τον κατακερματισμό του ΟΣΕ, την πώληση στην ιταλική εταιρεία του εμπορικού τμήματος του ΟΣΕ (έναντι πινακίου φακής), τις συνεχείς επιδοτήσεις της ιδιωτικής εταιρείας με δημόσιο χρήμα, τις ευθύνες της Alstom και του ΑΚΤΟΡΑ για τη μη εγκατάσταση του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης που θα είχε αποσοβήσει το δυστύχημα, την έλλειψη κάθε ελέγχου προς τις ιδιωτικές εταιρείες.
Αυτά τα μικρότερα εγκλήματα οδήγησαν στη δολοφονία στα Τέμπη.
Αντίστοιχες πολιτικές δολοφονούν συστηματικά τους εργαζόμενους: η διάλυση του συστήματος υγείας δολοφονεί τους ασθενείς (όσους δεν έχουν χρήματα), η ασυδοσία των αφεντικών δολοφονεί τους εργαζόμενους στα δεκάδες εργατικά ατυχήματα-δολοφονίες.
Να μην συγκαλυφθεί το έγκλημα
Η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται να αποδοθεί δικαιοσύνη αλλά να σώσει το τομάρι της. Είναι σίγουρο ότι θα είχε «μπαζώσει» το έγκλημα, αν δεν αντιδρούσε ο κόσμος.
Η απαίτηση να πέσει η δολοφονική κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι πολιτική εργαλειοποίηση των νεκρών αλλά η καλύτερη δικαίωσή τους.
Η κυβέρνηση, μαζί με τους ιδιώτες-καπιταλιστές των εταιρειών που εμπλέκονται στο έγκλημα (Hellenic Train, Alstom, ΑΚΤΩΡ, κ.ά.), καθώς και οι κρατικοί υπάλληλοι (της αστυνομίας, των δικαστικών αρχών, των ιατροδικαστών) που έκαναν και κάνουν ότι μπορούν για να συγκαλυφθεί το έγκλημα πρέπει να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη.
Δεν έχουμε οξυγόνο!
Η κραυγή των θυμάτων που ζούσαν ακόμα μετά την σύγκρουση περιγράφει την κατάσταση που ζουν όλοι οι εργαζόμενοι. Η ζωή μας ασφυκτιά από την ακρίβεια, τον αυταρχισμό στους χώρους εργασίας και στους δρόμους, την εγκατάλειψη της δημόσιας υγείας και παιδείας στην τύχη τους, τους μισθούς και τις συντάξεις πείνας.
Εμείς, όμως, έχουμε όμως ακόμα φωνή. Και θα την υψώσουμε δυνατά για να μη ξεχαστούν τα θύματα και να πληρώσουν οι ένοχοι.
- Κάτω η δολοφονική κυβέρνηση Μητσοτάκη!
- Κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων χωρίς αποζημίωση της HellenicTrain και με εργατικό έλεγχο από τους εργαζόμενους. Πέρασμα στο δημόσιο όλης της δημόσιας περιουσίας που έχει ξεπουληθεί, για να μη έχουμε άλλα Τέμπη.
- Παραδειγματική τιμωρία των υπεύθυνων της εταιρείας, της κυβέρνησης, των κρατικών αξιωματούχων.
- Λεφτά για τις κοινωνικές ανάγκες, για δημόσια και δωρεάν υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση και πρόνοια ενάντια στις δαπάνες για καταστολή και εξοπλισμούς.
κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, www.anasyntaxi.gr
[2025-02-05] Τέμπη και επαναστατική αριστερά
Τέμπη και επαναστατική αριστερά
Τα συλλαλητήρια για τα Τέμπη την Κυριακή 26 Γενάρη έδειξαν ότι υπάρχει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού που αμφισβητεί την κυβέρνηση και τους χειρισμούς της σε σχέση με το έγκλημα των Τεμπών. Αυτό που η πλατιά εργαζόμενη πλειοψηφία κατανοεί είναι ότι η κυβέρνηση φέρει ευθύνη όχι μόνο για το έγκλημα αλλά επιπλέον φέρει ευθύνη για τη συγκάλυψη του εγκλήματος.
Η κυβέρνηση είναι υπεύθυνη όχι μόνο για αυτό το έγκλημα αλλά και για πολλά άλλα εγκλήματα. Είναι υπεύθυνη για την κατάρρευση της δημόσιας υγείας που οδηγεί στον θάνατο ή σε αρρώστιες μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ιδιαίτερα των εργαζόμενων και φτωχότερων τάξεων. Είναι υπεύθυνη για την ασυδοσία στους χώρους εργασίας που οδηγούν στις δολοφονίες των εργατών, τις οποίες η στατιστική καταγράφει ως «εργατικά ατυχήματα». Και είναι βέβαια υπεύθυνη για τις δολοφονίες αγωνιστών και πολιτών στα χέρια της αστυνομίας, για τις οποίες δεν τιμωρείται κανένας.
Το ερώτημα, όμως, που θέτουν οι ογκωδέστατες κινητοποιήσεις της Κυριακής είναι με ποιον τρόπο θα αποδοθεί δικαιοσύνη για τα θύματα του εγκλήματος των Τεμπών και όλων των άλλων εγκλημάτων. Και το ερώτημα αυτό τίθεται γιατί κανένας δεν περιμένει η επίσημη δικαιοσύνη και η αστυνομία να κάνουν το καθήκον της και να αποδώσουν δικαιοσύνη. Εκεί οδηγούν όλα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα. Άλλωστε, η αστική δικαιοσύνη και η αστυνομία στην Ελλάδα (και στον καπιταλισμό, γενικώς) δεν έχουν σκοπό να αποδώσουν δικαιοσύνη, ακόμα και με τα αστικά μέτρα. Όμως, τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή των μνημονίων, γίνεται ξεκάθαρο ότι η αστική δικαιοσύνη είναι σε διατεταγμένη αποστολή: την περιφρούρηση πάση θυσία των συμφερόντων των μεγάλων εταιρειών και της πολιτικής σταθερότητας. Το μόνο έγκλημα που φαίνεται να αναγνωρίζει είναι το να είναι κανείς φτωχός ή να αντιστέκεται.
Ο μόνος τρόπος να αποδοθεί πλήρως δικαιοσύνη είναι να λογοδοτήσουν και να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι του ατυχήματος και της συγκάλυψής του, δηλαδή, οι μεγάλες εταιρείες που εμπλέκονται στο έγκλημα –η Hellenic Train και οι εταιρείες που ήταν υπεύθυνες για την εγκατάσταση του συστήματος τηλεδιοίκησης (Alstom και Άκτωρ)– και η κυβέρνηση. Και η πιο σκληρή τιμωρία για μια κυβέρνηση είναι η ανατροπή της.
Η ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, όμως, πρέπει να αποκτήσει πραγματικό επαναστατικό περιεχόμενο. Δεν αποτελεί ανατροπή μια εναλλαγή από μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, ΝΔ-Ελληνικής Λύσης και οποιοδήποτε άλλο συνδυασμό όλων αυτών των δυνάμεων και των υπόλοιπων ακροδεξιών ή light αριστερών (Νέα Αριστερά, Κίνημα Δημοκρατίας) που συμφωνούν σ’ όλο το μνημονιακό πλαίσιο και διαφωνούν σε δευτερεύοντα ζητήματα. Τέτοιες επιλογές θα είναι συνέχιση της πολιτικής της ΝΔ με άλλο μανδύα.
Μόνο η αριστερά που έχει αναφορά στα εργατικά ταξικά συμφέροντα μπορεί να ανατρέψει ουσιαστικά την κυβέρνηση Μητσοτάκη, να ανατρέψει δηλαδή την πολιτική που γεννά εγκλήματα, και να τιμωρήσει τους ηθικούς αυτουργούς τους. Εδώ και πολύ καιρό η επαναστατική αριστερά θα έπρεπε να καταλάβει, αυτό που δεν κατάλαβε την περίοδο 2010-2015, ότι οι συνθήκες για την επανάσταση δεν ωριμάζουν από μόνες τους αλλά όταν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που χρησιμοποιούν κάθε ευκαιρία για να οδηγήσουν τις συνθήκες αυτές σε ωρίμανση, δυνάμεις που, όταν οι ευκαιρίες παρουσιάζονται, τις αρπάζουν από τα μαλλιά.
Όταν μαζικά η εργατική τάξη κατανοεί ότι η κυβέρνηση εγκληματεί, η επαναστατική αριστερά θα πρέπει να το αξιοποιήσει αυτό για να στείλει την κυβέρνηση από τα έδρανα της Βουλής στα έδρανα των κατηγορουμένων. Αυτό, όμως, απαιτεί να αρθρώσει την παρουσία της στην κοινωνία και στο κίνημα ως δύναμη εξουσίας και όχι ως κινηματική δύναμη ή ως δύναμη μιας επανάστασης που θα έρθει στο απώτερο μέλλον.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επαναστατική αριστερά θα πρέπει να πει πώς θα κυβερνούσε η ίδια, αν είχε την εξουσία. Θα πρέπει να πει ότι διεκδικεί να καταλάβει την εξουσία για να περάσουν οι σιδηροδρομικές συγκοινωνίες (και όλες οι συγκοινωνίες) και οι υποδομές τους στα χέρια του εργατικού κράτους· για να ελέγχονται μέσω εργατικού ελέγχου όλες οι επιχειρήσεις και να έχουν δικαίωμα βέτο οι εργαζόμενοι σ’ αυτές· για να αντικατασταθούν οι κρατικοκοδίαιτοι υπάλληλοι-δικαστές των καπιταλιστών από αιρετό και ανακλητό σώμα δικαστών· για να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των εγκλημάτων –πράγμα που σημαίνει ότι το μισό υπουργικό συμβούλιο θα πάει φυλακή και τα περιουσιακά τους στοιχεία θα κατασχεθούν.
Τέτοια και άλλα πράγματα σαν και αυτά, η επαναστατική αριστερά θα έπρεπε να τα προπαγανδίζει ως το πρόγραμμα που θα εφαρμόσει μόλις γίνει κυβέρνηση. Στα σωματεία, στους δρόμους θα πρέπει να παλεύει για να υιοθετηθεί αυτό το πρόγραμμα μαζικά.
Η σαπίλα του καπιταλισμού που γεννά καταστροφή και δυστυχία κάθε στιγμή πρέπει να δίνει σε κάθε επαναστατική δύναμη το έδαφος για να προπαγανδίσει και να δράσει στην κατεύθυνση της ανατροπής του συστήματος. Αυτό είναι το μεγάλο έλλειμμα της επαναστατικής αριστεράς σήμερα που μοιάζει να έχει αφήσει το πεδίο της πολιτικής, δηλ., της πάλης για την εξουσία, σε κάθε συντηρητική και ακροδεξιά δύναμη.
Όσο η επαναστατική αριστερά δεν αντιμετωπίζει το πρόγραμμά της ως πρόγραμμα εξουσίας και δεν ξεκαθαρίζει τους όρους υλοποίησής του, η καθημερινή δράση στο κίνημα θα γίνεται ακόμα πιο δύσκολη γιατί κίνημα χωρίς πολιτική προοπτική, και μάλιστα επαναστατική προοπτική, έχει κοντά ποδάρια. Ταυτόχρονα, η ίδια η επαναστατική αριστερά θα συνεχίσει να ρευστοποιείται και να κατακερματίζεται και οι δυνάμεις της να αδρανοποιούνται.
Το έγκλημα των Τεμπών και οι κινητοποιήσεις της προηγούμενης Κυριακής θέτουν το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουν οι δυνάμεις της επαναστατικής αριστεράς: πώς μετατρέπεται η αυθόρμητη αγανάκτηση και το αυθόρμητο αίσθημα δικαίου σε πολιτικό αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας και την εξάλειψη των αιτιών που δημιουργούν εγκλήματα και αθλιότητα;
Β.Π.
[2025-01-30] ΙΜΙΑ 2025
ΙΜΙΑ 2025
ΑΚΥΡΩΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΦΑΣΙΣΤΙΚΕΣ ΦΙΕΣΤΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΥΛΙΕΣ!
ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ!
ΠΛΑΤΕΙΑ ΡΗΓΙΛΛΗΣ, Σάββατο, 1η ΦΛΕΒΑΡΗ 2025, 5 μ.μ.
[2025-01-14] ΑΠΟΦΑΣΗ Π.Ε. κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ Αστάθεια του καπιταλισμού και όξυνση των συγκρούσεων στην αυγή του 2025
Αστάθεια του καπιταλισμού και
όξυνση των συγκρούσεων στην αυγή του 2025
Διεθνείς εξελίξεις
Εξελίξεις στις ΗΠΑ
Το γεγονός που κυριάρχησε στις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις, εκτός από τους συνεχιζόμενους πολέμους, ήταν η επανεκλογή του Τραμπ ως Προέδρου των ΗΠΑ, μετά το διάλειμμα της Προεδρίας Μπάιντεν.
Για έναν συνειδητό αμερικανό εργάτη, οι εκλογές στις ΗΠΑ είναι, υπό μία έννοια, αδιάφορες, καθώς δεν υπάρχει ούτε κατ’ όνομα κάποιο κόμμα με αναφορά στην εργατική τάξη και την ιστορική της αποστολή που να συμμετέχει στις εκλογές σε παναμερικανική κλίμακα.
Φυσικά, δεν είναι καθόλου αδιάφορες οι συνέπειες των εκλογών και συνεπώς οι εκλογές αυτές καθ’ αυτές.
Μερικά σημεία για τις αμερικανικές εκλογές που αξίζει να σημειώσουμε από ταξική σκοπιά.
1. Η εμπλοκή του μονοπωλιακού κεφαλαίου ήταν εντελώς ανοικτή και απροκάλυπτη, πιο πολύ από ό,τι συνήθως. Ο Ήλον Μάσκ μοίραζε εκατομμύρια σε λοταρία υπέρ του Ντόναλντ Τράμπ (συνολικά ξόδεψε περί τα 132 εκ. δολ.) και ο Τζέφ Μπέζος απαγόρευσε στην Ουάσινγκτον Ποστ, εφημερίδα ιδιοκτησίας του, να πάρει θέση για τους υποψήφιους και να επικροτήσει, όπως σκόπευαν οι εκδότες και οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας, την Κάμαλα Χάρις. Προφανώς, σκεφτόταν ότι η πιθανή εκλογή του Τραμπ θα άφηνε τις επιχειρήσεις του έξω από τα παχυλά κρατικά συμβόλαια. (Για να μη ξεχνιόμαστε: δεν είναι μόνο στην Ελλάδα που οι καπιταλιστές είναι κρατικοδίαιτοι. Και στη χώρα-υπόδειγμα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, το ίδιο συμβαίνει. Ζούμε την εποχή του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού). Από την άλλη, οι καπιταλιστές που υποστήριζαν τους Δημοκρατικούς «τελείωσαν» την υποψηφιότητα του Μπάιντεν μέσα σε μια εβδομάδα διακόπτοντας τις χορηγίες τους. Για την ακρίβεια, έκαναν κάτι ακόμα πιο υποτιμητικό προς τον Πρόεδρο της Αμερικής: του απαγόρευσαν να χρησιμοποιήσει τα χρήματα που του είχαν ήδη δώσει, όταν αντιλήφθηκαν ότι θα ηττηθεί κατά κράτος.
Η Χάρις, που πήρε το χρίσμα των Δημοκρατικών ελλείψει αντιπάλου, συγκέντρωσε πάνω από ένα δισ. δολ. από τις χορηγίες του μεγάλου κεφαλαίου, το μεγαλύτερο ποσό που έχει συγκεντρωθεί ποτέ.
Επίσης, εκτός από την άμεση εμπλοκή του μεγάλου κεφαλαίου στην προώθηση των υποψηφίων προέδρων, φαίνεται ότι και το ίδιο το αποτέλεσμα των εκλογών είχε συνέπειες για το μεγάλο κεφάλαιο. Ο Ήλον Μάσκ κέρδισε 23 δισ. δολ. μέσα σε μια μέρα, την επομένη των εκλογών, από την αύξηση της αξίας των μετοχών των επιχειρήσεων του. Αντίθετα, εταιρείες που ασχολούνται με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είδαν τις μετοχές τους να χάνουν αξία, καθώς όλοι περιμένουν ότι ο Τραμπ θα ενισχύσει τις εταιρείες πετρελαίου.
Αμέσως, μετά την εκλογή του ο Τραμπ επέλεξε διάφορους εκατομμυριούχους να ηγηθούν των βασικών οικονομικών κρατικών θέσεων:
Ο Κρις Ράιτ, διευθυντής της δεύτερης μεγαλύτερης εταιρείας σχιστολιθικού πετρελαίου, τοποθετήθηκε υπουργός ενέργειας.
Ο Χάουρντ Λούτνικ, διευθυντής μεγάλης χρηματιστηριακής εταιρείας και φανατικός σιωνιστής, τοποθετήθηκε υπουργός εμπορίου.
Ο Σκοτ Μπέσεντ, διευθυντής ενός μεγάλου fund, υπουργός οικονομικών.
Ενώ οι δύο δισεκατομμυριούχοι φίλοι του Τραμπ, ο Ήλον Μάσκ και o Βιβέικ Ραμεσουάμι, θα αναλάβουν μια καινούργια υπηρεσία, την υπηρεσία κυβερνητικής αποδοτικότητας με σκοπό να περικόψουν όσες περισσότερες δαπάνες μπορούν, με προφανή προτεραιότητα τις κοινωνικές δαπάνες.
2. Ο Τραμπ είχε μια συνεχή αύξηση της δύναμης του, αν και αυτό δεν ήταν το μόνο που το έδωσε τη νίκη. Αυτό που φάνηκε είναι ότι οι Δημοκρατικοί έχασαν την εργατική τάξη.
To 2016, ο Τραμπ κέρδισε 62,9 εκ. ψήφους, η Χίλαρι Κλίντον 65,8 εκ. αλλά ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές (λόγω του άθλιου, αντιδημοκρατικού συστήματος εκλογών των ΗΠΑ, όπου τελικά αυτό που μετράει δεν είναι η λαϊκή ψήφος αλλά η ψήφος των εκλεκτόρων κάθε Πολιτείας).
Το 2020, ο Τραμπ κέρδισε 74,2 εκ. ψήφους και έχασε από τον Μπάιντεν (81,3 εκ. ψήφους).
Τώρα, ο Τραμπ πήρε 77,3 εκ. ψήφους και η Χάρις 75 εκ. ψήφους. Η Χάρις δηλαδή απέτυχε να κρατήσει εκείνη την κοινωνική συμμαχία που έφερε τον Μπάιντεν στην εξουσία, ενώ η αύξηση του Τραμπ δεν ήταν τόσο ογκώδης.
Οι Δημοκρατικοί ψάχνουν να βρουν τι έφταιξε, αλλά οι κυρίαρχες δυνάμεις του κόμματος αρνούνται να δουν μερικά βασικά στοιχεία της ήττα τους:
- Ότι έχουν γίνει το κόμμα της ελίτ και του μεγάλου κεφαλαίου και έχουν εγκαταλείψει την εργατική τάξη στη μοίρα της. Η Χάρις δεν τόλμησε να τα βάλει με τις μεγάλες εταιρείες που φέρουν ευθύνη για την ακρίβεια, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εκλογές (όλες οι δημοσκοπήσεις ανέφεραν την ακρίβεια ως το νούμερο ένα πρόβλημα για τα αμερικανικά νοικοκυριά). Έτσι, ενώ κάτι ψέλλισε για τις πρακτικές των μεγάλων εταιρειών να υψώνουν τις τιμές, στο τέλος τα μάζεψε όλα. Πέρασε αρκετό χρόνο κυνηγώντας τις μεγάλες εταιρείες για να την στηρίξουν. Ακόμα και την πρόταση του Μπάιντεν για αύξηση της φορολόγησης στα μεγάλα εισοδήματα (άνω του ενός εκατομμυρίου) τη μάζεψε. Στην εργατική τάξη, που στην πραγματικότητα βρέθηκε να έχει το διαθέσιμο εισόδημα που είχε το 1990, λόγω της ακρίβειας και των χαμηλών μισθών, έλεγε τις γνωστές ανοησίες που λέει και η δική μας κυβέρνηση περί «τιθάσευσης του πληθωρισμού» και «μείωσης της ανεργίας», και «πόσο πολύ ανέβηκε το ΑΕΠ». Οι Δημοκρατικοί, όπως και οι δικοί μας κυβερνητικοί, κάνουν ότι δεν βλέπουν πως οι δουλειές που προσφέρονται δεν επιτρέπουν την αξιοπρεπή διαβίωση της εργατικής τάξης και μερικές φορές ούτε καν την επιβίωση. (Γι’ αυτό ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας μένει ακόμα με τους γονείς του. Στην Ελλάδα, αυτό μπορεί να θεωρείται συνηθισμένο, στην Αμερική όμως θεωρείται σοβαρή αποτυχία για ένα νέο άνθρωπο).
- Ότι έχουν γίνει ένα πολεμοχαρές κόμμα. Στηρίζουν τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία και τα εγκλήματα του Ισραήλ στη Γάζα και στη Μέση Ανατολή και αυτό έδιωξε ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας, η οποία στήριξε τον Μπάιντεν στις προηγούμενες εκλογές, αλλά και αρκετούς από τις μουσουλμανικές και αραβικές κοινότητες. Ο Τραμπ υποσχέθηκε να σταματήσει τους πολέμους, πράγμα που είναι αμφίβολο ότι θα κάνει, αλλά αυτή η στάση του συντονίστηκε καλύτερα με την επιθυμία ενός μεγάλου κομματιού εργατικής τάξης και μικροαστών που βλέπουν τεράστια ποσά να διατίθενται στις πολεμικές επιχειρήσεις από τις οποίες οι ίδιοι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα.
- Ότι στο ζήτημα της μετανάστευσης οι Δημοκρατικοί διαγκωνίστηκαν με τον Τραμπ για το ποιος είναι ο καλύτερος να προστατέψει τους μικροαστούς από τους μετανάστες. Ενώ ο Τραμπ έχυνε ναζιστικό δηλητήριο για τους μετανάστες («μολύνουν το αίμα της Αμερικής» είπε σε προεκλογική του συγκέντρωση), η Χάρις προσπαθούσε να πείσει ότι η ίδια μπορεί να εμποδίσει τους μετανάστες να μπουν στη χώρα και κατηγορούσε τον Τραμπ που δεν συνεργάστηκε σε αντι-μεταναστευτικά μέτρα. Και οι δύο ξεχνούν ότι οι καλύτερες οικονομικές επιδόσεις της αμερικανικής οικονομίας σε σχέση με τις άλλες αναπτυγμένες οικονομίες οφείλονται, όπως αποδεικνύουν διάφοροι οικονομολόγοι, στη παρουσία πολλών μεταναστών στις ΗΠΑ. (Ο Τραμπ ιδιαίτερα δεν θα έπρεπε να ξεχνάει ότι ο Ήλον Μασκ είναι ένας τέτοιος μετανάστης, από τη Νότιο Αφρική, και μάλιστα βρισκόταν παράνομα στις ΗΠΑ, όταν ξεκινούσε την επιχειρηματική του δράση).
- Ότι έχουν ξεχάσει την ταξική πολιτική για να προωθήσουν την «ταυτοτική» πολιτική. Η «ταυτοτική» πολιτική είναι ατομικιστική, αστική πολιτική. Θεωρεί τους ανθρώπους ως αποκομμένους από την κοινωνία, ως άτομα που είναι «ελεύθερα» να ορίσουν τη δική τους «ταυτότητα». Αυτό πρακτικά συμβαίνει μόνο για τους αστούς που έχουν την οικονομική και κοινωνική δυνατότητα να είναι ό,τι θέλουν να είναι. Αλλά όπως και τα γενικά αστικά ατομικά δικαιώματα (π.χ., της ισότητα απέναντι στον νόμο) είναι μόνο τυπικά, ενώ στην πραγματικότητα καταπατούνται στη βάση της οικονομικής και κοινωνικής ισχύος, έτσι και τα νέα «ταυτοτικά» δικαιώματα (π.χ., της επιλογής σεξουαλικού προσανατολισμού), ακόμα κι αν κατοχυρωθούν νομικά δεν σημαίνουν τίποτα στην πράξη εντός μιας εκμεταλλευτικής και καταπιεστικής κοινωνίας για την πλειοψηφία της κοινωνίας. Απέναντι σ’ αυτήν την «ταυτοτική» πολιτική, στην Αμερική, όπως και στον υπόλοιπο πλανήτη, κερδίζει έδαφος μια εξίσου αστική και αντιδραστική «ταυτοτική» πολιτική, γνωστή από παλιά: αυτή που «ταυτίζει» τα άτομα με το «έθνος» ή με την κυρίαρχη θρησκεία ή την κυρίαρχη φυλή, ή ακόμα το κυρίαρχο φύλο. Ο Τραμπ βασίστηκε σ’ αυτή την εθνικιστική, θρησκόληπτη, ρατσιστική και σεξιστική ταυτότητα για να συσπειρώσει μεγάλα κομμάτια των πιο ταλαιπωρημένων κομματιών της εργατικής τάξης και των μικροαστών της πόλης και της υπαίθρου που αισθάνονται ότι τα «δικά» τους δικαιώματα (ως λευκών, αμερικανών, χριστιανών, και ανδρών) έχουν μπει στο περιθώριο. Και οι δύο «ταυτοτικές» πολιτικές είναι αντιδραστικές γιατί εξαφανίζουν αυτό που ουσιαστικά καθορίζει την ταυτότητα ενός ατόμου σε μια κοινωνία: τη θέση του στην παραγωγή, δηλ, εν τέλει, την ταξική του θέση.
3. Τι έχουμε να περιμένουμε από εδώ και πέρα;
Πολλοί νομίζουν ότι ο Τραμπ θα σταματήσει, τουλάχιστον, τον πόλεμο στην Ουκρανία. Φαίνεται πράγματι να έχουν υπάρξει δύο γραμμές εντός της ολιγαρχίας στις ΗΠΑ: η γραμμή που θέλει να αποδυναμώσει τη Ρωσία, ακόμα και να τη διαλύσει σε επιμέρους κράτη, ώστε να γίνει σύμμαχος των ΗΠΑ (ή καλύτερα χώρα εκμετάλλευσης από το αμερικανικό κεφάλαιο), έτσι ώστε η Κίνα να απομονωθεί εντελώς. Από την άλλη, υπάρχει η γραμμή που θέλει να προσεταιρισθεί τη Ρωσία και μ’ αυτόν τον τρόπο η Ρωσία να μην υποστηρίξει την Κίνα. Και οι δυο γραμμές βλέπουν την Κίνα ως βασικό αντίπαλο αλλά διαφέρουν ως προς το πώς θα εξουδετερώσουν τη Ρωσία ως σύμμαχο της Κίνας. Ωστόσο, η μοναδική δυνατή γραμμή σε αυτή τη φάση, με δεδομένες τις εξελίξεις στην Ουκρανία, είναι αυτή της αποδυνάμωσης και της στρατιωτικής περικύκλωσης.
Σε σχέση με τη σύγκρουση με την Κίνα, ο Τραμπ απλώς θα συνεχίσει την πολιτική που ακολουθεί η αμερικανική αστική τάξη απέναντι στην Κίνα, πολιτική που είναι ομόφωνη. Η καπιταλιστική ολιγαρχία των ΗΠΑ είναι ενωμένη όσον αφορά την Κίνα και την προσπάθεια να την εμποδίσουν πάση θυσία να ξεπεράσει τις ΗΠΑ οικονομικά, τεχνολογικά, στρατιωτικά. Για την ώρα, όμως, δεν φαίνεται να βρίσκουν τρόπο να το επιτύχουν αυτό. Η ενασχόληση των αμερικανών ιμπεριαλιστών με την Ουκρανία ή τη Μέση Ανατολή επιτρέπει στην Κίνα να βρίσκει ανοικτό έδαφος για να αυξήσει την επιρροή της και να ενισχύσει την ισχύ της σε όλα τα επίπεδα.
Τέλος, το πιο σημαντικό ζήτημα με την εκλογή του Τραμπ είναι αν αυτή θα δυναμώσει ή θα αποδυναμώσει τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Στην πράξη, η πρώτη θητεία του Τραμπ έδειξε ότι ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός αποδυναμώθηκε. Οι ΗΠΑ, επιβάλλοντας δασμούς στους πάντες, και στους συμμάχους τους, βρέθηκαν σε σύγκρουση με όλους. Το ίδιο το ΝΑΤΟ θεωρούνταν «εγκεφαλικά νεκρό», κατά την έκφραση του Μακρόν. Η επιστροφή του Τραμπ μπορεί να έχει τις ίδιες συνέπειες και τώρα.
Όμως, τελικά, οι ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες χάνουν, όταν αρχίζουν να διασπώνται εσωτερικά. Οι ΗΠΑ είναι εδώ και χρόνια διασπασμένες εσωτερικά. Μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης και των νέων μεσαίων στρωμάτων έχουν διασπαστεί σε σχέση με μια σειρά ζητήματα κουλτούρας (στάση απέναντι στις εκτρώσεις, στις έμφυλη ταυτότητα, τα δικαιώματα των γυναικών, κτλ) και η άνοδος της συντηρητικής-εθνικιστικής γραμμής του Τραμπ προσπαθεί να ενώσει τις εργαζόμενες τάξεις πίσω από μια εθνικιστική-συντηρητική γραμμή που βάζει μπροστά την Αμερική (America First). Όμως, για να πετύχει αυτή η γραμμή θα πρέπει τελικά να δώσει κάτι πιο χειροπιαστό στις εργαζόμενες τάξεις πέρα από τα παχιά εθνικοπατριωτικά λόγια. Η αδυναμία της αμερικανικής πολιτικής σκηνής και η βαθιά διάσπαση προέρχεται από το γεγονός ότι οι εργαζόμενες τάξεις κερδίζουν όλο και λιγότερα τη στιγμή που μια χούφτα μέλη της χρηματιστικής ολιγαρχίας γίνονται όλο και πιο πλούσιοι. Οι νέες τεχνολογίες, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ), χτυπάει ειδικά τα νέα μεσαία στρώματα, δηλαδή, τους απόφοιτους πανεπιστημίων που έπαιρναν καλοπληρωμένες διευθυντικές και τεχνικές δουλειές στις μεγάλες εταιρείες. Οι υπηρεσίες αυτών των στελεχών είναι που αντικαθιστώνται από την ΤΝ. Η πολιτική του Τραμπ να περικόψει κι άλλο τους φόρους για τους πλούσιους θα κάνει τους πλούσιους πιο πλούσιους και τους φτωχούς πιο φτωχούς, θα αυξήσει τα ελλείμματα του αμερικανικού κράτους και πιθανότητα δεν θα καταφέρει να αναπτύξει την εσωτερική βιομηχανική βάση των ΗΠΑ στο βαθμό που να μπορεί να ικανοποιεί τις ανάγκες της εργατικής τάξης για καλές δουλειές με καλούς μισθούς. Ούτε και στην προηγούμενη θητεία του αναπτύχθηκε η βιομηχανική βάση των ΗΠΑ εξαιτίας των φοροαπαλλαγών προς το μεγάλο κεφάλαιο. Άλλωστε, οι καπιταλιστές δεν επενδύουν επειδή έχουν διαθέσιμο χρήμα αλλά όταν η επένδυση κρίνεται ότι θα αποβεί κερδοφόρα.
Αν υπάρχει ένα σχέδιο πίσω από την επιθετική γραμμή του Τραμπ, είναι η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που ακόμα έχουν οι ΗΠΑ (ισχυρή εσωτερική αγορά, προβάδισμα στην τεχνολογία, στρατιωτική υπεροχή, κτλ) ως όπλο για να επιτύχει την υποταγή όσων περισσότερων χωρών μπορεί στην ισχύ του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Έτσι, ο Τραμπ θα απαιτήσει σε όλες τις διμερείς σχέσεις με τις ΗΠΑ να αναγνωριστεί η ισχύς του αμερικανικού κεφαλαίου και να αποκτήσει αυτό πλεονεκτήματα σε βάρος των χωρών οι οποίες θα θελήσουν να συνεργαστούν με τις ΗΠΑ, διαφορετικά θα αντιμετωπίσουν την εχθρική στάση από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ο Τραμπ απαιτεί στις διαπραγματεύσεις, π.χ., με τον Καναδά, το Μεξικό, την ΕΕ, κτλ, ότι η πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ ή η στρατιωτική υποστήριξη από τις ΗΠΑ έρχεται με σοβαρά ανταλλάγματα που θα ενισχύουν και δεν θα αδυνατίζουν την ισχύ του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Επιπλέον, αυτή η πολιτική και το παράδειγμα του ίδιου του Τραμπ, δηλαδή, της επιτυχίας του εθνικιστικού-συντηρητικού προγράμματός του, οδηγεί τις χώρες με τις οποίες διαπραγματεύεται σε υποταγή και σε υποστήριξη ανάλογων πολιτικών, με την αναγνώριση πάντοτε της πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ. Οι συντηρητικές δυνάμεις που ανέρχονται σε Γαλλία, Γερμανία, και άλλες χώρες, όταν συγκροτηθούν σε κυρίαρχες δυνάμεις, μπορούν να συγκροτήσουν ένα πιο συμπαγές μέτωπο ανάμεσα στις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που όμως θα αναγνωρίζουν ως απαραίτητο όρο για την επιβίωσή τους την ηγεμονία των ΗΠΑ και τη υποστήριξή της ενάντια στους εχθρούς της, κυρίως την Κίνα. Για να το πούμε διαφορετικά: παρόλο που οι διάφοροι φιλελεύθεροι «κλαψουρίζουν» για το ότι η εκλογή του Τραμπ σημαίνει τον αναχωρητισμό των ΗΠΑ, στην πραγματικότητα η γραμμή του Τραμπ εκφράζει πολύ επιθετικά συμφέροντα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού που δεν σκοπεύει να «αναχωρήσει» αλλά να επιβάλλει με πιο βίαιο τρόπο τα συμφέροντά του. Μέχρι τώρα, η επεμβατική πολιτική των ΗΠΑ στηρίζονταν σε διάφορα σαθρά νεοφιλελεύθερα ιδεολογικά επιχειρήματα για τη επιβολή των «δημοκρατικών» αρχών και των αρχών της ελεύθερης αγοράς στον πλανήτη. Επιχειρήματα που έχουν αρχίσει να ωχριούν καθώς αυτές οι «αρχές» τσακίζουν τα δικαιώματα των εργαζόμενων μαζών ανά τον κόσμο. Αντιθέτως, η γραμμή του Τραμπ είναι πιο απλή και ωμή: ή με εμάς ή εναντίον μας.
Απ’ όλα τα παραπάνω, πηγάζει το συμπέρασμα ότι μια Pax Americana –δηλαδή, η πλανητική ειρήνη υπό την αιγίδα των ΗΠΑ– είναι πλέον αδύνατη. Οι ΗΠΑ βρίσκονται και θα βρίσκονται σε συνεχή σύγκρουση με τις ανερχόμενες δυνάμεις που την απειλούν. Η Κίνα είναι η κυρίαρχη απειλή, αλλά επίσης μια σειρά από χώρες, όπως οι υπόλοιπες χώρες των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Νότια Αφρική) διεκδικούνε όλο και περισσότερο χώρο για τα δικά τους μονοπώλια. Επομένως, κάθε κίνηση στην παγκόσμια σκηνή θα γίνεται αφορμή για σύγκρουση. Η συνεχής ανάφλεξη συγκρούσεων, μικρών αλλά και πιθανώς μεγάλων (για παράδειγμα: κάπως πρέπει να λήξει το ζήτημα της Ταϊβάν –εντελώς ειρηνικά, είναι μάλλον αδύνατο) είναι το δεδομένο. Οι ΗΠΑ μάλλον θα συνεχίσουν να χάνουν έδαφος μπροστά στις ανερχόμενες δυνάμεις, αν τα πράγματα εξελιχθούν ομαλά και μόνο στο επίπεδο της οικονομίας. Η μόνη διέξοδος για να διατηρήσει την παγκόσμια ηγεμονία που κατέκτησε με την κατάρρευση των μεταβατικών καθεστώτων της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων λαϊκών δημοκρατιών είναι να επιβάλλει αυτήν την ηγεμονία με τη βία.
Πριν καταφύγουν σε ανοικτό πόλεμο, πράγμα που μάλλον δεν θέλουν, με την Κίνα προτιμούν τη βία του εμπορικού πολέμου (και πιθανών περιφερειακών) και την πάση θυσία καθήλωση της Κίνας και κάθε άλλης χώρας στο τεχνολογικό και οικονομικό επίπεδο. Αν διαβάζουμε σωστά τις εξελίξεις που βλέπουμε, αυτό που ανατέλλει είναι ένας σχετικά κατακερματισμένος κόσμος, όπου οι διάφορες χώρες θα ανήκουν σε κάποια σφαίρα επιρροής (των ΗΠΑ ή της Κίνας). Οι ΗΠΑ θέλουν να έχουν τη μεγαλύτερη τέτοια σφαίρα και να περιορίσουν τις ορέξεις της Κίνας. Όσο η Κίνα δεν μπορεί να «ξεφύγει» μπροστά από τις ΗΠΑ στην τεχνολογία και στην οικονομική-πολιτική-στρατιωτική διείσδυση σε άλλες χώρες, αργά ή γρήγορα, θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες ενός πιο καθυστερημένου καπιταλισμού: στασιμότητα οικονομική και κοινωνική αναταραχή. Τότε, θα διαλυθεί εκ των έσω και δεν θα αποτελεί απειλή για τις ΗΠΑ.
Από την άποψη της καθήλωσης και μείωσης της σφαίρας επιρροής του αντιπάλου, οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές έχουν πετύχει τους σκοπούς τους στον πόλεμο της Ουκρανίας. Η Ρωσία έχει περιοριστεί ασφυκτικά στο παγκόσμιο εμπόριο και δεν μπορεί να εξελιχθεί τεχνολογικά χωρίς τη βοήθεια ξένου κεφαλαίου. Το αν τελικά η Ουκρανία θα έχει ή δεν θα έχει αμερικανικά στρατεύματα είναι δευτερεύον.
Εξελίξεις στην Ευρώπη
Το εθνικιστικό-συντηρητικό ρεύμα είναι σε άνοδο σε πολλές χώρες του ιμπεριαλισμού. Το βλέπουμε αυτό στη Γερμανία που οδεύει σε εκλογές και στη Γαλλία, όπου δεν μπορεί να σταθεί κυβέρνηση. Οι πολιτικές δυνάμεις που προκαλούν την αστάθεια δεν είναι, δυστυχώς, εργατικής αριστερής κατεύθυνσης αλλά συντηρητικές, εθνικιστικές δυνάμεις.
Στη Γερμανία, ο συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων-Ελεύθερων Δημοκρατών κατέρρευσε. Η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), ένα ακροδεξιό κόμμα με δεσμούς με τον ναζισμό, θα είναι πιθανόν το δεύτερο, ίσως και το πρώτο, κόμμα στις προσεχείς εκλογές (τον Φεβρουάριο του 2025). Η βάση της κατάρρευσης είναι τελικά η κακή κατάσταση της γερμανικής οικονομίας (ανάπτυξη 0,1% το 2024, κρίση στην αυτοκινητοβιομηχανία με χιλιάδες αναμενόμενες απολύσεις από κολοσσούς όπως η Φογκσβάγκεν, κτλ) και η δυσφορία της εργατικής τάξης της οποίας το βιοτικό επίπεδο επιδεινώνεται λόγω της ακριβείας (για την οποία βασική αιτία είναι η διακοπή εισροής του φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία), και λόγω της κατεύθυνσης των δαπανών προς τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και στα έξοδα που προκαλεί η υποστήριξη της Ουκρανίας.
Στη Γαλλία, η κυβέρνηση Μπαρνιέ ήταν η πιο σύντομη κυβέρνηση της Γαλλίας (90 ημέρες άντεξε). Η πτώση της οφειλόταν στην πρόταση για τον προϋπολογισμό, ο οποίος προέβλεπε βαθιές περικοπές δαπανών για να μειωθεί το έλλειμμά του. Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας αγγίζει τα 3,2 τρισ. δολ. (112% του ΑΕΠ). Την πτώση της κυβέρνησης προκάλεσε όμως όχι η αγωνιστική αντίδραση των εργαζομένων αλλά η ακροδεξιά Λε Πεν που απέσυρε την εμπιστοσύνη της από την κυβέρνηση. Η Γαλλία αυτή τη στιγμή δεν έχει ούτε προϋπολογισμό ούτε κυβέρνηση και δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να σχηματιστεί σταθερή κυβέρνηση με τους συσχετισμούς που υπάρχουν.
Η Γαλλία βρίσκεται στριμωγμένη από τις ίδιες δυνάμεις που έχουν εγκλωβίσει όλες τις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, τις λεγόμενες «δυνάμεις τις αγοράς», δηλαδή, τις ανάγκες κερδοφορίας του μεγάλου μονοπωλιακού κεφαλαίου και τις κρίσεις που προκαλεί. Οι ανάγκες του μονοπωλιακού κεφαλαίου εξωθούν τις κυβερνήσεις να διαλύουν το λεγόμενο «κοινωνικό κράτος», το οποίο στη Γαλλία, στη Γερμανία και σε άλλες χώρες παρέμενε πολύ ισχυρό, να μειώνουν τη φορολογία στο μεγάλο κεφάλαιο, να επιβάλλουν λιτότητα, αυταρχισμό και περιορισμό στις συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες, κτλ. Κάθε συζήτηση για φιλολαϊκή πολιτική οδηγεί αυτόματα σε «ελλείμματα» και σε δανεισμό με μαφιόζικους όρους από το μεγάλο κεφάλαιο (τα διάσημα, από την περίπτωση της χρεοκοπίας της Ελλάδας, spreads αυξήθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες για τον δανεισμό της Γαλλίας, ενώ οι οίκοι αξιολόγησης μείωσαν το αξιόχρεό της). Η επιλογή πολιτικών λιτότητας και αυταρχισμού φαντάζει μονόδρομος. Και στη Γαλλία και στη Γερμανία αυτήν τη λιτότητα και τον αυταρχισμό, έτσι όπως πάνε τα πράγματα, θα αναλάβουν τελικά να τον φέρουν εις πέρας οι ακροδεξιές δυνάμεις ή τουλάχιστον θα πρέπει να συναινέσουν σ’ αυτόν. (Ας μη ξεχνάμε ότι και στην Ελλάδα το ΛΑ.Ο.Σ. ψήφισε και αυτό μνημόνια).
Το κύριο ζήτημα είναι ότι αυτές οι ακραίες πολιτικές λιτότητας και αυταρχισμού σε πολλές περιπτώσεις (βλ. την περίπτωση της Ελλάδας, της Ιταλίας αλλά και της Αργεντινής), περνάνε χωρίς πολλές αντιδράσεις λόγω της αδυναμίας της εργατικής τάξης να συγκροτηθεί σε μια αντίπαλη πολιτική δύναμη. Και ακριβώς για τον λόγο αυτό οι πολιτικές λιτότητας και αυταρχισμού έχουν και κάποια σχετική επιτυχία: σταθεροποιούν τους παραπαίοντες καπιταλισμούς, ενισχύουν την κερδοφορία των ντόπιων μονοπωλίων (μειώνοντας δραστικά την αξία της εργατικής δύναμης και την ικανότητα της εργατικής τάξης να αγωνίζεται).
Όμως, δεν πρόκειται να λύσουν το βαθύτερο πρόβλημα του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός είναι εκ της φύσεως του ασταθές σύστημα που πλήττεται από περιοδικές και επαναλαμβανόμενες κρίσεις. Κάθε προσπάθεια να εκλείψουν αυτές οι κρίσεις προσκρούει στους βασικούς νόμους κίνησης του καπιταλισμού, κυρίως στην εξασφάλιση κέρδους για τους καπιταλιστές. Η κερδοφόρα αναπαραγωγή του κεφαλαίου, όμως, δημιουργεί τους όρους όπου αυτή η αναπαραγωγή γίνεται μη κερδοφόρα προκαλώντας κρίσεις. Η βασική αιτία αυτών των κρίσεων είναι η τάση του ποσοστού κέρδους να πέφτει καθώς αυξάνει η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου. Τα αντιδραστικά μέτρα των αστικών κυβερνήσεων έχουν ως σκοπό τελικά την αύξηση των επενδύσεων, τη μετατροπή δηλαδή συσσωρευμένης υπεραξίας σε νέο κεφάλαιο, που θα παράγει νέα υπεραξία με κέρδος. Καθώς αυτή η διαδικασία, σε τελική ανάλυση, απωθεί ζωντανή εργασία από την παραγωγή, την μόνη εργασία που παράγει υπεραξία, αργά ή γρήγορα, οδηγεί σε νέες κρίσεις.
Οι ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες του G7 αντιμετωπίζουν μια τέτοια καπιταλιστική κρίση, όπως κάθε καπιταλιστική χώρα, όμως εκτός από αυτό αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που προκαλεί η ανάδυση ισχυρών ανταγωνιστών, όπως η Κίνα. Τα προβλήματα της Γερμανίας και της Γαλλίας είναι ιδιαίτερα έντονα, για παράδειγμα, στις αυτοκινητοβιομηχανίες τους (βλ. Φολγκσβαγκεν ή Στελάντις –δηλαδή, την εταιρεία που περιλαμβάνει την Πεζώ, τη Σιτροέν αλλά και τη Φίατ, την Άλφα Ρομέο, την Κράισλερ και την Τζιπ). Αυτό είναι αποτέλεσμα όχι μόνο της τάσης του ποσοστού κέρδους να πέφτει αλλά και του ανταγωνισμού των κινεζικών εταιρειών που αποσπούν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς.
Εξελίξεις στην Ουκρανία
Η Ρωσία, αργά αλλά σταθερά, καταλαμβάνει εδάφη στις ρωσόφωνες περιοχές του Ντονιέτσκ και Λουχάνσκ. Το Νοέμβριο οι Ρώσοι καταλάμβαναν γύρω στα 28 τετρ. χιλιομ. τη μέρα. Το Δεκέμβριο ο ρυθμός αυτός έπεσε στα 17 τετρ. χιλιομ. τη μέρα. Όμως, αυτό φαίνεται ότι γίνεται με υψηλό ανθρώπινο κόστος. Τους μήνες Σεπτ., Οκτ., και Νοε. 2024 η προέλαση αυτή εκτιμάται ότι είχε ένα κόστος γύρω στους 124 χιλ. ανθρώπους σε νεκρούς και τραυματίες (οι εκτιμήσεις αυτές οφείλονται στο Υπουργείο Άμυνας της Μεγ. Βρετανίας και αναφέρονται με επιφύλαξη).
Επίσης, η στρατιωτική μηχανή της Ρωσίας προσαρμόστηκε και εξελίχθηκε. Μια τέτοια εξέλιξη είναι ο υπερηχητικός πύραυλος που έκανε τους πρέσβεις του ΝΑΤΟ να συνεδριάσουν εσπευσμένα στα τέλη Νοεμβρίου στις Βρυξέλλες. Ο βαλλιστικός πύραυλος με το κωδικό όνομα «Oreshnik» (=Φουντουκιά) χτύπησε εργοστάσιο κατασκευής πυραύλων στην Ουκρανία. Λόγω της υπερηχητικής ταχύτητάς του τα αντιπυραυλικά μέσα των Ουκρανών δεν μπόρεσαν να τον αντιμετωπίσουν.
Το βασικό πρόβλημα και για τους δύο άμεσα εμπόλεμους, Ρωσία και Ουκρανία, είναι το έμψυχο υλικό. Η Ουκρανία αντιμετωπίζει μεγαλύτερο πρόβλημα καθώς δεν μπορεί να βρει εύκολα επιπλέον πληθυσμό να επιστρατεύσει. Αλλά και η Ρωσία αντιμετωπίζει ήδη πρόβλημα έλλειψης εργατικών χεριών στο εσωτερικό της (και λόγω των στρατεύσιμων και λόγω πολλών νεαρών Ρώσων που εγκατέλειψαν τη Ρωσία για να μην επιστρατευθούν). Επιπλέον, η ρωσική οικονομία εμφανίζει τα πρώτα σημάδια κάμψης. Ο πληθωρισμός έφτασε το 9,3% και τα επιτόκια έχουν αυξηθεί (21%).
Στα 2μιση χρόνια του πολέμου, η Ρωσία έχει κατορθώσει να τροφοδοτήσει το μέτωπο με έμψυχο δυναμικό χωρίς γενική επιστράτευση, στοιχείο που έχει συμβάλει στην υποστήριξη του πληθυσμού στον πόλεμο. Σε αυτόν τον υπαρξιακού χαρακτήρα –για τη Ρωσία– πόλεμο, η ρωσική αστική τάξη είναι ενιαία υπέρ του πολέμου και υπάρχει συναίνεση των καταπιεζόμενων τάξεων.
Αντίθετα, στην Ουκρανία, η αστική της τάξη είναι διχασμένη και αυτός ο διχασμός διαπερνά και τις εργαζόμενες τάξεις, όπως φαίνεται από τα εκατομμύρια των Ουκρανών που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα για να αποφύγουν τη στράτευση. Ο διχασμός αυτός αποτυπώνεται στις δικτατορικές υπερεξουσίες του προέδρου της χώρας και στην κατάργηση κάθε θεσμού. Η μερίδα της αστικής τάξης που είναι υπέρ του φιλοΕΕ προσανατολισμού της χώρας, αναδιαμορφώνει τη χώρα και το νόημα της ουκρανικής εθνικής συνείδησης. Η Ουκρανία που θα βγει από τον πόλεμο θα είναι μια διαφορετική χώρα.
Το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ που ενέπλεξαν την Ουκρανία σε αυτήν την περιπέτεια και έχουν την ευθύνη για την καταστροφή της, καλούνται πλέον να αποφασίσουν αν θα στηρίξουν το εξαντλούμενο στρατιωτικό δυναμικό της Ουκρανίας στέλνοντας στρατεύματα ή αν θα αναζητήσουν έναν συμβιβασμό. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι ο Τραμπ θα επιδιώξει ειρήνη στην Ουκρανία. Οι επιδιώξεις των ΗΠΑ και της Ρωσίας είναι διαμετρικά αντίθετες. Αν οι ΗΠΑ αποδεχτούν ειρήνη με τους όρους της Ρωσίας (να κρατήσει η Ρωσία τις ρωσόφωνες περιοχές, η Ουκρανία να μην μπει στο ΝΑΤΟ και να αποστρατικοποιηθεί, και να αρθούν οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας), αυτό θα ήταν ήττα όχι μόνο για την Ουκρανία αλλά για τις ίδιες τις ΗΠΑ. Παρόλο που θα έχουν απομονώσει τη Ρωσία από την αγορά της ΕΕ και θα έχουν καταφέρει να αποσπάσουν από την επιρροή της Ρωσίας μια κρίσιμη περιοχή, μια χώρα που ήταν άλλοτε τμήμα της Ρωσίας και αποτελούσε σύμμαχό της και αναπόσπαστο τμήμα της σφαίρας επιρροής της, μια τέτοια εξέλιξη πιθανώς να δώσει σήμα «αδυναμίας» των ΗΠΑ και να στρέψει χώρες και συμμάχους προς άλλες κατευθύνσεις. Το πιο λογικό λοιπόν είναι ότι ο πόλεμος με διάφορες αφορμές και δικαιολογίες θα συνεχιστεί. Ακόμα, κι αν υπάρξει μια μεσοβέζικη ειρήνευση, αυτή θα είναι κατά πάσα πιθανότητα προσωρινή για να μπορέσουν να αναλάβουν δυνάμεις οι εμπλεκόμενοι.
Εξελίξεις στη Μέση Ανατολή
Η εξέλιξη της σύγκρουσης στη Γάζα
Πριν την 7η Οκτωβρίου, ήταν επικείμενη η υπογραφή συμφωνίας μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας στα πλαίσια των «συμφωνιών του Αβραάμ» (συμφωνίες ομαλοποίησης των σχέσεων μεταξύ Μουσουλμανικών κρατών και Ισραήλ) τις οποίες είχαν ήδη υπογράψει τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, το Μαρόκο και το Σουδάν. Οι συμφωνίες αυτές αποτελούν αμερικάνικη πρωτοβουλία που ξεκίνησε την πρώτη τετραετία του Τραμπ και η πρώτη από αυτές υπογράφηκε το 2020.
Η προσχώρηση της Σαουδικής Αραβίας σε αυτές θα αποτελούσε εμβληματικό γεγονός για την περιοχή. Η Σαουδική Αραβία είναι η χώρα προπύργιο του Ουαχαμπιτισμού (φονταμενταλιστικής εκδοχής του Ισλάμ) στην περιοχή, σημείο αναφοράς και χρηματοδότης ισλαμιστικών ομάδων και υποστηρικτής των Παλαιστινίων κατά το παρελθόν. Μετά το 1991 και το πρώτο πόλεμο του Ιράκ, το Σαουδαραβικό καθεστώς ακολούθησε μια πιο μετριοπαθή προσέγγιση στο Παλαιστινιακό, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στη συμμαχία με τις ΗΠΑ στην εξωτερική πολιτική και τα φιλοπαλαιστινιακά αισθήματα των Σαουδαράβων. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που έκανε το «Ινστιτούτο της Ουάσινγκτον για την πολιτική στην εγγύς Ανατολή», 76% των Σαουδαράβων έχουν αρνητική άποψη για τις «συμφωνίες του Αβραάμ», 96% πιστεύουν ότι τα αραβικά κράτη πρέπει να διακόψουν τους δεσμούς τους με το Ισραήλ και μόλις 16% πιστεύουν ότι η Χαμάς πρέπει να αποδεχτεί μια λύση δύο κρατών.
Όντας περιφερειακή δύναμη, η Σαουδική Αραβία βρίσκεται σε ανταγωνισμό με την άλλη μεγάλη δύναμη της περιοχής, το Ιράν. Η ένταξη στο μπλοκ των «συμφωνιών του Αβραάμ» και η συμμαχία με το Ισραήλ θα ισχυροποιήσει τη θέση της Σαουδικής Αραβίας, ειδικά στρατιωτικά, κάτι που θα παίξει ρόλο σε μια μελλοντική σύγκρουση με το Ιράν. Η προσχώρηση της Σαουδικής Αραβίας στις «συμφωνίες του Αβραάμ» σημαίνει ενταφιασμό του Παλαιστινιακού ζητήματος και σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν δημοσιευτεί, στις σχετικές διαπραγματεύσεις είχαν εμπλακεί και Παλαιστίνιοι (λογικά από την Παλαιστινιακή Αρχή), ζητώντας κάποια λύση στο Παλαιστινιακό.
Η επίθεση της 7ης Οκτώβρη, είχε πολιτικό στόχο τη ματαίωση της προσχώρησης της Σαουδικής Αραβίας στις εν λόγω συμφωνίες, δηλαδή τη ματαίωση της στρατηγικής συμμαχίας Σαουδικής Αραβίας–Ισραήλ. Η Χαμάς που εκτέλεσε την επίθεση, συνέλαβε εκατοντάδες ομήρους για να έχει ένα διαπραγματευτικό χαρτί έναντι του Ισραήλ και να μπορέσει να μετριάσει ή να σταματήσει την αναμενόμενη στρατιωτική απάντηση.
Η επίθεση της 7ης Οκτώβρη έχει πετύχει –μέχρι στιγμής– το βασικό της στόχο, καθώς οι συμφωνίες δεν έχουν προχωρήσει. Ήταν ωστόσο βεβιασμένη, κάτω από την πίεση των εξελίξεων, και δεν φαίνεται να υπηρετούσε κάποιον ευρύτερο σχεδιασμό. Σε μια σύγκρουση μεταξύ δύο δυνάμεων με μεγάλη διαφορά ισχύος, η αδύναμη πλευρά μπορεί να νικήσει μόνο αν υπονομεύσει την ενότητα του ισχυρού αντιπάλου της, αν διχάσει το λαό του σε σχέση με τον πόλεμο και στερήσει από την κυβέρνησή του τη συναίνεση των καταπιεζόμενων τάξεων στον πόλεμο. Η επίθεση της Χαμάς δεν υπονόμευσε την εθνική ενότητα του Ισραήλ, αλλά την ενίσχυσε. Η λαϊκή συναίνεση στον πόλεμο εντός του Ισραήλ, αποτέλεσε βασικό παράγοντα της διεξαγωγής του πολέμου και καταλύτη της επιτυχημένης για το Ισραήλ κατάληξης προς την οποία φαίνεται να οδεύει η αναμέτρηση.
Οι προκλήσεις για το Ισραήλ μετά την 7η Οκτώβρη ήταν δύο:
- Να διατηρήσει ζωντανή την προοπτική της συμφωνίας με τη Σαουδική Αραβία
- Να αντιμετωπίσει την επίθεση της Χαμάς και των συμμάχων της (οι οποίοι ακολούθησαν με χρονική υστέρηση)
Οι δύο αυτές προκλήσεις ήταν αλληλένδετες, καθώς για να κρατηθεί ζωντανή η προοπτική της συμμαχίας με τη Σαουδική Αραβία, έπρεπε το Ισραήλ να κάνει επίδειξη της στρατιωτικής του ισχύος και της ικανότητάς του να αντιμετωπίσει τη Χαμάς, αποδεικνύοντας τη δυνατότητά του να προστατεύσει και τους συμμάχους του και δείχνοντας ότι μια συμμαχία θα ήταν χρήσιμη και επωφελής για τους Σαουδάραβες.
Στη μάχη με τις δυνάμεις της Χαμάς και τις άλλες Παλαιστινιακές οργανώσεις, οι Ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις διαφοροποίησαν την τακτική τους –σε σχέση με το παρελθόν– σε δύο σημεία:
1. Έκαναν για πρώτη φορά τόσο εκτεταμένη χρήση των ψυχολογικών επιχειρήσεων στοχεύοντας κυρίως τον Παλαιστινιακό πληθυσμό της Γάζας, αλλά και τη Δυτική κοινή γνώμη. Από την αρχή της αναμέτρησης, οι Ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις δώσανε μεγάλο βάρος στην απευθείας επικοινωνία με τον πληθυσμό της Γάζας με τηλεφωνήματα, SMS, φυλλάδια. Ταυτόχρονα χρησιμοποίησαν όλα τα διαθέσιμα μέσα στο διαδίκτυο, όπως προπαγανδιστικά βίντεο, influencers κλπ. Η τακτική αυτή φαίνεται να αποδίδει καρπούς, καθώς σύμφωνα με δημοσκόπηση του Σεπτεμβρίου από το Παλαιστινιακό κέντρο για την πολιτική έρευνα (Palestinian Center for Policy and Survey Research, μη κερδοσκοπικό ινστιτούτο καταχωρημένο στο Παλαιστινιακό υπουργείο δικαιοσύνης), η υποστήριξη στη Χαμάς δείχνει μικρή κάμψη, ενώ υποχωρεί σημαντικά το ποσοστό των Παλαιστίνιων στη Γάζα που θεωρεί σωστή απόφαση της επίθεσης της 7ης Οκτώβρη (39% από 57% τον Ιούνιο και 71% τον Μάρτιο).
2. Αρνήθηκαν να διαπραγματευτούν για τους ισραηλινούς ομήρους όπως έκαναν παλιότερα. Στη μοναδική συμφωνία που έγινε απελευθερώθηκαν 105 πολίτες που είχαν παρθεί όμηροι στις 7 Οκτώβρη από τους οποίους 81 ήταν από το Ισραήλ, 23 από την Ταϊλάνδη και 1 από τις Φιλιππίνες. Σε αντάλλαγμα, το Ισραήλ απελευθέρωσε 240 Παλαιστίνιους, κυρίως γυναίκες και παιδιά από τους οποίους 107 ήταν κάτω των 18. Για τους υπόλοιπους 146 ομήρους, το Ισραήλ αρνήθηκε να διαπραγματευτεί. Κάποιοι από αυτούς απελευθερώθηκαν από τον ισραηλινό στρατό και κάποιοι είναι νεκροί. Απομένουν 96 των οποίων η τύχη αγνοείται και για τους οποίους υπάρχουν δημοσιογραφικές πληροφορίες ότι γίνονται διαπραγματεύσεις για την τύχη τους και ότι βρισκόμαστε κοντά σε συμφωνία. Ωστόσο, η τακτική αυτή είναι διαφορετική από την πρακτική του παρελθόντος. Το 1985 απελευθερώθηκαν 1.150 Παλαιστίνιοι για 3 Ισραηλινούς που είχαν απαχθεί από το Λαϊκό Μέτωπο για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP). Το 2006 απελευθερώθηκαν πάνω από 1000 Παλαιστίνιοι –μεταξύ των οποίων και ο μετέπειτα ηγέτης της Χαμάς Γιαχία Σινουάρ– σε αντάλλαγμα για έναν (1) ισραηλινό στρατιώτη.
Η εφαρμογή μιας νέας τακτικής μπορεί να έχει καλά αποτελέσματα μέχρι ο αντίπαλος να βρει μια απάντηση σε αυτήν τη νέα τακτική. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η πλέον αποτελεσματική τακτική των παλαιστινιακών οργανώσεων ήταν η απαγωγή ομήρων. Το Ισραήλ πάντα διαπραγματευόταν και η κατάληξη ήταν πάντα μια συμφωνία απελευθέρωσης παλαιστινίων κρατουμένων. Στην σύγκρουση αυτή, το Ισραήλ άλλαξε τακτική και αρνήθηκε να διαπραγματευτεί, θέτοντας τη ζωή των ομήρων σε κίνδυνο. Ταυτόχρονα όμως, στέρησε από την Χαμάς έναν μηχανισμό πίεσης προς την ισραηλινή κυβέρνηση, η οποία εξαπέλυσε ανελέητη επίθεση στη Γάζα πετυχαίνοντας την ελαχιστοποίηση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Χαμάς.
Οι τριβές μεταξύ ΗΠΑ και Ισραήλ για τη διαχείριση του πολέμου, πιθανώς είχαν σχέση με την αντιμετώπιση της Χαμάς. Για το Ισραήλ, η Χαμάς είναι θανάσιμος εχθρός που πρέπει να εξοντωθεί μια και έχει σαν καταστατικό της στόχο την εξαφάνιση του ισραηλινού κράτους. Για τις ΗΠΑ που είναι η ισχυρότερη δύναμη στον κόσμο, δεν υπάρχουν μόνιμοι φίλοι ούτε μόνιμοι εχθροί. Η Χαμάς είναι σήμερα για τις ΗΠΑ εχθρική δύναμη, όμως ήταν σύμμαχος των ΗΠΑ στον πόλεμο στη Συρία και πιθανώς να είναι σύμμαχος σε μια άλλη συγκυρία αύριο.
Η Χαμάς στον πόλεμο της Συρίας συντάχθηκε με την ένοπλη αντιπολίτευση στο καθεστώς Άσαντ, μετακίνησε τη βάση της από τη Συρία στο Κατάρ και πολέμησε ενάντια στον στρατό της Συρίας, τους Ρώσους, τους «φρουρούς της επανάστασης» του Ιράν και την Χεζμπολάχ. Η σύγκρουση με την Χεζμπολάχ και η διάρρηξη των σχέσεών τους, ήταν ο λόγος που οι δύο οργανώσεις δεν συντονίστηκαν ανοίγοντας ταυτόχρονα δύο μέτωπα στο Ισραήλ, αλλά και ο λόγος της καθυστέρησης της Χεζμπολάχ να επιτεθεί στο Ισραήλ. Η ρήξη Χαμάς–Χεζμπολάχ γλύτωσε το Ισραήλ από την ταυτόχρονη επίθεση των δύο δυνάμεων, χωρίς να αποφεύγει στην εξέλιξη της σύγκρουσης τον διμέτωπο αγώνα, καθώς εντέλει η Χεζμπολάχ –έστω και με καθυστέρηση– συντονίστηκε με τις δυνάμεις της Χαμάς και επιτέθηκε στο Βόρειο Ισραήλ. Οι ισραηλινές δυνάμεις κατάφεραν να αντιμετωπίσουν και αυτήν την επίθεση και πέτυχαν να υπογραφεί συμφωνία που περιορίζει τις δυνάμεις της Χεζμπολάχ Βόρεια του Λιβανέζικου ποταμού Λιτάνι, κάτι που επιδίωκαν –αλλά δεν είχαν πετύχει– το 2006.
Στα πλαίσια της σύγκρουσης με Χαμάς και Χεζμπολάχ, το Ισραήλ δολοφόνησε τους ηγέτες των δύο οργανώσεων και πολλά στελέχη τους. Η δολοφονία του Χανίγια στην Τεχεράνη και η ταυτόχρονη έκρηξη χιλιάδων βομβητών στελεχών της Χεζμπολάχ, έδειξαν διάβρωση από το Ισραήλ του σκληρού πυρήνα των υπηρεσιών ασφαλείας του Ιράν και πιθανώς διάβρωση της Χεζμπολάχ.
Εξελίξεις στη Συρία
Η υποχώρηση και η απώλεια δυνάμεων της Χεζμπολάχ, ήταν καθοριστική για την ανατροπή της κυβέρνησης Άσαντ στη Συρία. Από τη γρήγορη προέλαση των ισλαμιστών και την κατάρρευση του συριακού στρατού φαίνεται ότι το καθεστώς είχε χάσει τη λαϊκή υποστήριξη και σαν αποτέλεσμα ο στρατός δεν είχε το ηθικό να πολεμήσει, του έλειπε δηλαδή «η πίστη στο δίκαιο του αγώνα». Γι’ αυτό και η έλλειψη στήριξης από τους συμμάχους του Άσαντ αποδείχθηκε καθοριστική για την έκβαση της αναμέτρησης.
Η εξέλιξη στη Συρία ενισχύει την Τουρκία που έχει προνομιακές σχέσεις με τις δυνάμεις που κατέλαβαν την εξουσία. Ενισχύει τις ΗΠΑ που επίσης έχουν πρόσβαση στη νέα κυβέρνηση, ενώ διατηρούν τη συμμαχία με τους Κούρδους που ελέγχουν το Βορειοανατολικό τμήμα της χώρας και διατηρούν δυνάμεις πεζοναυτών στην περιοχή, οι οποίες έχουν ενισχυθεί μετά τις τελευταίες εξελίξεις. Στους κερδισμένους συγκαταλέγεται και το Ισραήλ που βρήκε την ευκαιρία να καταστρέψει το συριακό οπλοστάσιο και να προωθήσει στρατιωτικές δυνάμεις, καταλαμβάνοντας συριακό έδαφος.
Μεγάλος χαμένος των εξελίξεων είναι το Ιράν που χάνει κάθε πρόσβαση στο συριακό καθεστώς, ενώ η Ρωσία φαίνεται πιθανό να διατηρήσει τις βάσεις της, ενώ αξιωματούχοι της δηλώνουν ότι έχουν διαύλους με το νέο καθεστώς.
Οι κινήσεις των δυνάμεων που διατηρούν παρουσία ή παίζουν ρόλο στη Συρία, καθορίζονταν μέχρι τώρα, κυρίως από τη στάση τους απέναντι στο προηγούμενο καθεστώς. Πλέον, με την αλλαγή κατάστασης, η ατζέντα της κάθε δύναμης αλλάζει και δεν είναι απίθανο να υπάρξουν συγκρούσεις ανάμεσα σε δυνάμεις που μέχρι τώρα συντονίζανε τις κινήσεις τους.
Οι ΗΠΑ που στην προηγούμενη φάση της επιχείρησης ανατροπής του Άσαντ πολέμησαν κυρίως δι’ αντιπροσώπων και από μακριά, καθώς δεν είχαν κάποια αξιόπιστη σύμμαχη δύναμη στο έδαφος, πλέον δείχνουν να έχουν σφυρηλατήσει συμμαχία με τις δυνάμεις των Κούρδων και θα επιδιώξουν πιο ενεργή εμπλοκή στην περιοχή.
Αυτό όμως, τους φέρνει σε αντιπαράθεση με την Τουρκία που θέλει να αποτρέψει ένα ακόμα de facto Κουρδικό κράτος στη Συρία, μετά το σχηματισμό ενός de facto Κουρδικού κράτους στο Βόρειο Ιράκ.
Οι προθέσεις της νέας κυβέρνησης υπό τον Αλ Τζολάνι φαίνεται να ξεκαθαρίζουν αποκαλύπτοντας μια κυβέρνηση φιλική προς τη Δύση, την οποία έχουν ήδη επισκεφτεί υπουργοί εξωτερικών χωρών της ΕΕ. Δεν είναι ακόμα σαφές ποιες είναι οι πιθανές εσωτερικές συγκρούσεις στο εσωτερικό του νέου καθεστώτος. Οι πρώτες «τροχιοδεικτικές» δηλώσεις του Αλ Τζολάνι πάντως, ήταν ενάντια στο Ισραήλ, κάτι μάλλον αναγκαίο για τη λαϊκή νομιμοποίηση του νέου καθεστώτος.
Συμπεράσματα για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή
Το καθεστώς του Ιράν υπέστη δύο στρατιωτικές ήττες: μία στο Λίβανο με την υποχώρηση της Χεζμπολάχ και μία στη Συρία με την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ και βρίσκεται σε πολύ χειρότερη διεθνή θέση. Η δολοφονία Χανίγια έδειξε ότι το Ισραήλ κατόρθωσε να διαβρώσει τις υπηρεσίες ασφαλείας του. Οι αποτυχίες του θεοκρατικού καθεστώτος μπορεί να το αποσταθεροποιήσουν. Παρόλο που δεν έχει υποστεί κάποια άμεση στρατιωτική ήττα, γεγονός που πάντα πυροδοτεί πολιτική κρίση, η αμφισβήτηση του καθεστώτος, η αποσταθεροποίησή του ή και η ανατροπή του με τη βοήθεια και των δυτικών δυνάμεων θα είναι από τα πιθανά σενάρια για το επόμενο διάστημα.
Οι Παλαιστίνιοι θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε δεινή θέση, καταπιεζόμενοι και από το Ισραήλ, αλλά και από τα αραβικά κράτη. Ο συνεχιζόμενος διχασμός ανάμεσα στην Παλαιστινιακή αρχή και τη Χαμάς –η οποία υποδαυλίστηκε έντεχνα από την κυβέρνηση Νετανιάχου– δεν φαίνεται να μπορεί να ξεπεραστεί. Θα έχει ενδιαφέρον ποια στρατηγική επιβίωσης θα ακολουθήσει η Χαμάς, μετά τη νίκη «φίλιων δυνάμεων» στη Συρία. Δεν είναι απίθανη μια στρατηγική πιο φιλική προς τις ΗΠΑ.
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα
Παρόλο που η παρούσα κυβέρνηση απολαμβάνει ένα κολοσσιαίο στρατηγικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, παρουσιάζει δημοσκοπική κάμψη και κόπωση, δείγμα της αστάθειας που κυριαρχεί την περίοδο αυτή. Η εσωκομματική αντιπολίτευση από τον πολιτικό απατεώνα Σαμαρά έφερε στο προσκήνιο τα Ελληνοτουρκικά.
Υπό τη σκιά της ύφεσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και του λαχανιάσματος των οικονομιών των μεγάλων δυνάμεων της ΕΕ, η κυβέρνηση θριαμβολογεί για τα υψηλά –σε σχέση με την υπόλοιπη ΕΕ– ποσοστά ανάπτυξης. Οι επιδόσεις αυτές είναι προϊόν της μνημονιακής περιόδου και της κατακρεούργησης των εργατικών δικαιωμάτων. Δεν συνοδεύονται όμως, από επενδύσεις και ανανέωση του παραγωγικού δυναμικού με αποτέλεσμα η παραγωγικότητα της οικονομίας να παραμένει χαμηλή.
Η επαναφορά στη μνημονιακή κανονικότητα μετά την περίοδο της δημοσιονομικής χαλάρωσης καθόρισε την εισοδηματική πολιτική που αποτυπώθηκε στον προϋπολογισμό. Η κυβέρνηση, έχοντας εξαντλήσει τα περιθώρια άντλησης φόρων από τους εργαζόμενους, στράφηκε προς τα μεσαία στρώματα παίρνοντας μέτρα για την φοροδιαφυγή (αποδείξεις, POS). Στράφηκε δηλαδή, ενάντια στην εκλογική της βάση και αυτό εξηγεί μέρος της δημοσκοπικής της κάμψης.
Ωστόσο, οι μνημονιακοί περιορισμοί που καθορίζουν τη «σφιχτή» εισοδηματική πολιτική και φθείρουν προσωρινά την κυβέρνηση, είναι που της δίνουν στρατηγικό πλεονέκτημα, καθώς κανείς από τους αυτοχρισμένους διεκδικητές της κυβέρνησης δεν μπορεί να διατυπώσει μια διαφορετική πολιτική πρόταση.
Μετά τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ (για τον οποίον καλό είναι να θυμόμαστε ότι διάφορες δυνάμεις και «πολιτικοί αναλυτές» έλεγαν το 2014 ότι θα είναι το νέο ΠΑΣΟΚ), η ΝΔ στοχεύει σε μια τρίτη τετραετία. Η ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ δεν φαίνεται απειλητική μεσοπρόθεσμα, καθώς δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τη ΝΔ στο ζήτημα του κυβερνητικού προγράμματος, αλλά ούτε να δώσει μια πειστική απάντηση στο ερώτημα της συγκρότησης κυβέρνησης και της κυβερνητικής σταθερότητας. Είναι έτσι πιθανό, τα μεσαία στρώματα που τώρα εκδηλώνουν τη δυσαρέσκειά τους, να επιστρέψουν στο εκλογικό «μαντρί» της ΝΔ, στις επόμενες εκλογές, ενώ παρά τις αντιδεξιές κορώνες, το ΠΑΣΟΚ θα συρθεί σε συγκυβέρνηση αν χρειαστεί.
Οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες
Η κυβέρνηση εφαρμόζει μια πολιτική «ήρεμων νερών» στις σχέσεις με την Τουρκία. Κατηγορείται ότι συζητάει για μια ουσιαστική συμφωνία καθορισμού ΑΟΖ χωρίς να διαρρέει ή να ενημερώνει για το περιεχόμενο των συζητήσεων. Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να διαθέτει πλέον το αναγκαίο πολιτικό κεφάλαιο για να καταλήξει σε μια συμφωνία με την Τουρκία που να περιλαμβάνει και τον καθορισμό ΑΟΖ. Σε σχέση με το ζήτημα αυτό, σημειώνουμε τα εξής:
Οι ΑΟΖ είναι μια έννοια που προέκυψε το 1982 από την τρίτη διάσκεψη για το Δίκαιο της Θάλασσας και τέθηκε σε ισχύ το 1994. Η ΑΟΖ ενός κράτους δεν απονέμεται «αριστίνδην» από το διεθνές δίκαιο, αλλά –σε περιοχές όπως η Μεσόγειος– απαιτεί διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες με τα λοιπά εμπλεκόμενα κράτη. Η χάραξη ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι διμερές ζήτημα σε ότι αφορά το Αιγαίο, αλλά απαιτεί πολυμερή συμφωνία για τις περιοχές Ανατολικά της Κρήτης και της Ρόδου. Σε αυτήν την περιοχή, έχουν λόγο και θα επηρεάσουν τις γραμμές χάραξης, οι υπόλοιπες χώρες της περιοχής: Κύπρος, Συρία, Λίβανος, Ισραήλ, Αίγυπτος, Παλαιστίνη. Το κύριο ζήτημα τριβής μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σε αυτήν την περιοχή αφορά το Καστελόριζο. Το πολιτικό προσωπικό γνωρίζει ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις (νησί με μικρό πληθυσμό κοντά σε ενδοχώρα με πολλαπλάσιο πληθυσμό) το δικαστήριο της Χάγης αποφαίνεται υπέρ της ενδοχώρας απονέμοντας 0% επήρεια στο νησί. Παρόλα αυτά, το σύνολο του αστικού κομματικού συστήματος χρησιμοποιεί διπλή γλώσσα, αποφεύγει να πει την αλήθεια και ανέχεται να κυκλοφορούν από τα ΜΜΕ χάρτες που δείχνουν επήρεια του Καστελόριζου κατά 100%, αφήνοντας για την Τουρκία ένα μικρό τριγωνάκι Ανατολικά της Ρόδου. Οι χάρτες αυτοί δείχνουν τα απώτατα όρια της ελληνικής ΑΟΖ όπως ψηφίστηκαν από τη Βουλή το 2011 και περιγράφουν τις διεκδικήσεις της ελληνικής αστικής τάξης. Οι διεκδικήσεις αυτές φυσικά για να υλοποιηθούν προϋποθέτουν νίκη σε πόλεμο.
Αυτό είναι κάτι που όσοι σπεκουλάρουν πάνω στο ζήτημα αποφεύγουν να αναφέρουν. Πλέον, οι υπερπατριώτες παίρνουν θέση κατά της προσφυγής στο δικαστήριο της Χάγης, γνωρίζοντας ποια θα είναι η κατάληξη.
Όπως έχουμε ξαναγράψει, όσοι υπερπατριώτες σηκώνουν την παντιέρα της πλήρους ΑΟΖ στο Καστελόριζο, απλά δίνουν έναν καθαρό στρατιωτικό στόχο στην Τουρκία, καθώς η κατάληψη του Καστελόριζου από την Τουρκία λύνει το ζήτημα.
Δήμος Αθήνας
Στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές στην Αθήνα στηρίξαμε την υποψηφιότητα Παπαδάκη, προβάλλοντας το ζήτημα της διεκδίκησης του Δήμου που ο ίδιος ο Παπαδάκης έθεσε. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, δεν μπόρεσε να σχηματιστεί μια ενιαία παράταξη από τις κινήσεις που τον στήριξαν, ενώ ούτε οι ίδιες οι κινήσεις (οι δύο από τις τρεις που ήταν υπαρκτές) λειτουργούν πλέον.
Η παραίτηση Παπαδάκη από το δημοτικό συμβούλιο αποτελεί μια αρνητική εξέλιξη. Η πολιτική σημασία της αντικατάστασής του είναι η εγκατάλειψη της ιδιαίτερης κατεύθυνσης που έδωσε ο Παπαδάκης –με δεδομένους τους περιορισμούς που του έθετε το προγραμματικό έλλειμμα της συμμαχίας– που έδινε την κατεύθυνση της διεκδίκησης της εξουσίας. Επιπλέον, τη θέση του παίρνει μέλος της «Ανυπότακτης Αθήνας», κινηματίστικης κίνησης που προγραμματικά εμφανίζεται δεξιότερα ακόμα και από την δημοτική παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ.
Θέση μας παραμένει ότι ο Παπαδάκης δεν έπρεπε να παραιτηθεί και δεν έπρεπε να γίνει εναλλαγή, καθώς κάτι τέτοιο δυσκολεύει σημαντικά τη δυνατότητα να είναι εκ νέου υποψήφιος με αξιώσεις.
Η Ανατρεπτική Κίνηση Εργαζομένων Κατοίκων Αθήνας πρέπει να επιμείνει στη γραμμή της διεκδίκησης του Δήμου σε σύγκρουση με επιχειρήσεις, εκκλησία και μνημονιακό πλαίσιο, με προοπτική τη διεκδίκηση του Δήμου.
Γενικά συμπεράσματα
Η όξυνση των αντιθέσεων –προϊόν της καπιταλιστικής κρίσης του 2008– εκδηλώθηκε με τις πολεμικές αναμετρήσεις που είναι σε εξέλιξη και καθορίζει τις διεθνείς σχέσεις. Η κρίση δεν ξεπεράστηκε με την αναγκαία καταστροφή κεφαλαίου και αυτό εκδηλώνεται στις χαμηλές επιδόσεις των μεγάλων δυνάμεων του σύγχρονου καπιταλισμού, συμπεριλαμβανομένης και της Κίνας.
Η εισαγωγή της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) στην παραγωγή θα αυξήσει την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου και θα ενισχύσει την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, ενεργοποιώντας τις «αιτίες που αντιδρούν», όπως η άνοδος του βαθμού εκμετάλλευσης της εργασίας και η συμπίεση του μισθού κάτω από την αξία της εργατικής δύναμης.
Η προηγούμενη κρίση φορτώθηκε στην εργατική τάξη χωρίς να προκληθούν επαναστατικές αντιδράσεις. Η εξαφάνιση του Κομμουνιστικού Κινήματος από το προσκήνιο της ταξικής πάλης ήταν ο καθοριστικός παράγοντας. Η Ελλάδα αναδείχθηκε ως αδύναμος κρίκος του ιμπεριαλισμού, όμως και εδώ ίσχυσε η αδυναμία του υποκειμενικού παράγοντα. Στις γραμμές της Αριστεράς κυριαρχεί η άποψη ότι είναι αδύνατη η επανάσταση σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, καθώς θα αντιμετωπίσει αποκλεισμό, εμπορικές κυρώσεις και ίσως και στρατιωτική επέμβαση. Ωστόσο, η αστική τάξη δεν επεμβαίνει εκ των υστέρων, αλλά προσπαθεί να ματαιώσει κάθε επαναστατική δυνατότητα, ελέγχοντας τις οργανώσεις της εργατικής τάξης και ενισχύοντας αστικές και αντεπαναστατικές θεωρίες, μεταξύ των οποίων και αυτή για το αδύνατο της επανάστασης. Μια επαναστατική κίνηση σε μια χώρα του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, όπως η Ελλάδα, θα ήταν εμβληματικό γεγονός και σημείο αναφοράς σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η έλλειψη επαναστατικής προοπτικής και η φθορά των «κεντρώων» φιλελεύθερων δυνάμεων οδηγεί στην ενίσχυση αντιδραστικών δυνάμεων, όπως ο Τραμπ, η AfD κλπ.. Όμως, και αυτές οι δυνάμεις, όταν αναλαμβάνουν κυβερνητικό ρόλο είναι υποχρεωμένες να ακολουθήσουν τον ίδιο μονόδρομο. Είναι χαρακτηριστικός ο πρόσφατος –αναμενόμενος– «εμφύλιος» στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων πάνω στο μεταναστευτικό. Η στρατηγική όλων σχεδόν των ανεπτυγμένων κρατών είναι η συμπλήρωση του δημογραφικού κενού από τις μεταναστευτικές ροές και αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις αντιμεταναστευτικές ανοησίες που ταΐζουν το κοινό τους οι ακροδεξιοί. Αυτή η αντίθεση εκδηλώθηκε με αφορμή την επιλογή ενός Ινδού ως συμβούλου από τον ίδιο τον Τραμπ, αλλά και τη διατήρηση του καθεστώτος της βίζας για ειδικευμένους εργαζόμενους.
Η σύγκρουση του «Δυτικού ιμπεριαλισμού» (ΗΠΑ–ΕΕ–σύμμαχες χώρες) με τον άξονα Κίνας–Ρωσίας–Ιράν δεν αποτελεί μια αναβίωση του ψυχρού πολέμου. Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι λαϊκές δημοκρατίες –προϊόν άμεσο ή έμμεσο της Οκτωβριανής επανάστασης– ασκούσαν πίεση στις καπιταλιστικές χώρες, προβάλανε διαφορετικές αξίες και είχαν να επιδείξουν επιτεύγματα προς όφελος της εργατικής τάξης (πλήρης απασχόληση, δωρεάν υγεία, υψηλού επιπέδου δωρεάν παιδεία κλπ.). Κάτι τέτοιο δεν ισχύει σήμερα. Η ύπαρξη ενός ανταγωνιστικού ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, μπορεί να βοηθήσει μια επαναστατική προσπάθεια σε μια χώρα της Δύσης, καθώς ένα επαναστατικό καθεστώς μπορεί να αναζητήσει στήριξη εκεί. Σήμερα, ωστόσο, οι ανταγωνιστές της Δύσης αποτελούνται από καθεστώτα που δεν έχουν να δείξουν διαφορετικές αξίες και σε κάποιες περιπτώσεις είναι εξίσου αντιδραστικά. Η πάλη απέναντι σε αυτά τα καθεστώτα είναι καθήκον της εργατικής τάξης των χωρών αυτών. Η εργατική τάξη των δυτικών χωρών έχει καθήκον την επαναστατική ανατροπή σε κάποια από τις δυτικές χώρες και γι’ αυτό εύχεται και πρέπει να επιδιώκει έμπρακτα την ήττα της Δύσης στα μέτωπα των συγκρούσεων.
22.12.2024
[2024-11-27] Λευτεριά στον Νίκο Ρωμανό
Λευτεριά στον Νίκο Ρωμανό
Η κυβέρνηση της φτώχειας, της καταστολής, του πολέμου, χρειάζεται να θυσιάζει και αθώους για να τρομοκρατεί κάθε εργαζόμενο που σκέφτεται να αντισταθεί. Ο Νίκος Ρωμανός είναι στη φυλακή χωρίς να έχει διαπράξει κανένα έγκλημα, χωρίς να του αναγνωρίζεται το τεκμήριο της αθωότητας, μόνο και μόνο προς συμμόρφωση και παραδειγματισμό και για αυτό που εκπροσωπεί: μια γενιά που οι αστικές κυβερνήσεις και το σάπιο σύστημα του καπιταλισμού τη δολοφονεί σε καθημερινή βάση με τις πολιτικές της αλλά η οποία συνεχίζει να αντιστέκεται.
Ο Νίκος Ρωμανός είναι στη φυλακή για μισό αποτύπωμα σε σακούλα που βρέθηκε στο διαμέρισμα όπου έσκασε βόμβα σκοτώνοντας τον κατασκευαστή της και τραυματίζοντας ένα ακόμα άτομο. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Ρωμανός δεν είχε σχέσεις με τα άτομα που έφτιαχναν τις βόμβες και ότι δεν σκοπεύει να φύγει ή να διαπράξει εγκλήματα. Όμως, αυτά δεν μετράνε για την «αμερόληπτη» δικαιοσύνη που σκέφτεται ως θεραπαινίδα της κυβέρνησης.
Η ίδια «αμερόληπτη» δικαιοσύνη δεν έχει τιμωρήσει κανέναν για το έγκλημα των Τεμπών και επιτρέπει να καταστρέφονται τα αποδεικτικά στοιχεία με μεγάλη ευκολία (ίσως δεν υπήρχε καμιά πλαστική σακούλα ανάμεσά τους).
Ο Νίκος Ρωμανός είναι στη φυλακή, αλλά ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του (π.χ., εργασίας, υγείας, προστασίας του πολίτη, κλπ) κυκλοφορούν ελεύθεροι, ενώ είναι υπεύθυνοι για δολοφονίες εργατών (οι οποίες αποκαλούνται ευφημιστικά «εργατικά ατυχήματα»), για τους θανάτους του κορωνοϊού, για εκατοντάδες που πεθαίνουν αβοήθητοι πριν φτάσουν ή αφού φτάσουν στα ρημαγμένα νοσοκομεία, για τις ατιμώρητες δολοφονίες από αστυνομικούς, κτλ.
Η κυβέρνηση θα συνεχίζει να κυνηγάει κάθε τι που αντιστέκεται, ή αντιστεκόταν, κάθε έναν και κάθε μια που υψώνει το ανάστημα ενάντια στο σάπιο σύστημα που εκπροσωπεί. Μόνο έτσι μπορεί τελικά να περάσει η εγκληματική πολιτική της.
Αυτήν την εγκληματική πολιτική μόνο η μαζική δράση του λαού μπορεί να τη σταματήσει και να την ανατρέψει. Μόνο αυτή μπορεί να οδηγήσει την κυβέρνηση σε λογοδοσία για τα δικά της εγκλήματα.
Καθήκον όλων των εργαζόμενων και της νεολαίας αυτή τη στιγμή, είναι να υπερασπιστούμε έναν άνθρωπο που διώκεται χωρίς αποδείξεις και να τον βγάλουμε από τη φυλακή. Να δημιουργήσουμε μία ασπίδα προστασίας γύρω του απέναντι στο αστικό κράτος και τις τρομοκρατικές του μεθόδους.
Αντίσταση στον κυβερνητικό-κρατικό αυταρχισμό!
Λευτεριά στον Νίκο Ρωμανό!
κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
[2024-11-19] Πανεργατική Απεργία 20 Νοέμβρη
ΑΠΕΡΓΙΑ
20 ΝΟΕΜΒΡΗ 2024
Η κυβέρνηση προσποιείται ότι κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει το εισόδημα των εργαζομένων, ότι αγωνίζεται για να εξασφαλίσει καλύτερους μισθούς και μεροκάματα.
Ξέρει όμως καλά την αλήθεια. Κάθε μέτρο και κάθε νόμος που εφαρμόζεται με τους ειρωνικούς τίτλους για την «ενίσχυση της εργασίας» και την «ενίσχυση του εισοδήματος», μάς εξαθλιώνει ακόμα περισσότερο.
Δεν θέλουμε να δουλεύουμε 13 ώρες μέχρι τα 74 μόνο και μόνο για να επιβιώνουμε. Να παίρνουμε ρεπό για τις απλήρωτες υπερωρίες. Να δουλεύουμε εξαήμερα. Δεν θέλουμε να δολοφονούμαστε στους δρόμους και στα γιαπιά για να υπάρχουν κίνητρα για την ανάπτυξη. Δεν θέλουμε να πληρώνουμε όλο το πενιχρό μισθό μας για τρόφιμα, ενοίκιο, ενέργεια για να μας δίνει επιδόματα-ψίχουλα ο κάθε υπουργός και να αισθάνεται και περήφανος για τη φιλανθρωπία του.
Στις 20 Νοέμβρη βγαίνουμε στους δρόμους.
Εμείς είμαστε η εργατική τάξη. Εμείς παράγουμε και κινούμε τα πάντα.
Είμαστε εμείς που δημιουργούμε τα πλεονάσματα και τα κέρδη των αφεντικών.
Είμαστε εμείς που πληρώνουμε τους παχυλούς μισθούς των υπουργών που μας περιγελούνε.
Δεν θα το ανεχθούμε άλλο!
Διεκδικούμε:
Υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης με αυξήσεις στους μισθούς, τα μεροκάματα και τις συντάξεις. Δεν εκχωρούμε το πόσο θα πωλήσουμε το τομάρι μας στον κάθε υπουργό, ούτε στις ανάγκες της δημοσιονομικής σταθερότητας. Διεκδικούμε μέσα από τα σωματεία μας ενάντια στα αφεντικά μας και ενάντια στην κυβέρνησή τους. Μέτρα ασφάλειας και υγιεινής στους χώρους εργασίας.
Ούτε λεπτό απλήρωτης εργασίας. Μείωση του χρόνου εργασίας. Μόνιμη, σταθερή δουλειά για όλους. Κατάργηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Κανένας εργαζόμενος να μη δουλεύει πάνω από το 8ωρο. Απαγόρευση των απολύσεων δια νόμου.
Σύνταξη με τη συμπλήρωση 30 χρόνων εργασίας για τους άνδρες, 25 για τις γυναίκες.
Πέρασμα όλων των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας στα χέρια του κράτους με εργατικό έλεγχο και χωρίς αποζημίωση για τους ιδιώτες ιδιοκτήτες τους. Η βελτίωση της ζωής μας δεν θα έρθει από τους ιδιώτες καπιταλιστές. Το έγκλημα στα Τέμπη έδειξε ότι αυτοί νοιάζονται μόνο για τα κέρδη τους. Δεν τους χρειαζόμαστε.
Λύση του προβλήματος της κατοικίας με πέρασμα των άδειων κατοικιών στα χέρια του κράτους, όπως και της περιουσίας της εκκλησίας και των funds.
Περιστολή των στρατιωτικών εξοπλισμών. Χρήματα για σχολεία και νοσοκομεία, όχι για φρεγάτες.
Δεν περιμένουμε σωτήρες να μας σώσουν. ΚΑΤΩ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ.
Οι αγώνες μας είναι η βάση για μια καλύτερη ζωή.
Με μαζικό και ενωμένο αγώνα, εμείς οι εργαζόμενοι και οι υπάλληλοι, στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, μπορούμε να φτιάξουμε τη δική μας κοινωνία, απαλλαγμένη από εκμετάλλευση, φτώχεια, πολέμους.
ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΣΤΙΣ 20 ΝΟΕΜΒΡΗ.
κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, www.anasyntaxi.gr