[2025-02-05] Τέμπη και επαναστατική αριστερά
Τέμπη και επαναστατική αριστερά
Τα συλλαλητήρια για τα Τέμπη την Κυριακή 26 Γενάρη έδειξαν ότι υπάρχει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού που αμφισβητεί την κυβέρνηση και τους χειρισμούς της σε σχέση με το έγκλημα των Τεμπών. Αυτό που η πλατιά εργαζόμενη πλειοψηφία κατανοεί είναι ότι η κυβέρνηση φέρει ευθύνη όχι μόνο για το έγκλημα αλλά επιπλέον φέρει ευθύνη για τη συγκάλυψη του εγκλήματος.
Η κυβέρνηση είναι υπεύθυνη όχι μόνο για αυτό το έγκλημα αλλά και για πολλά άλλα εγκλήματα. Είναι υπεύθυνη για την κατάρρευση της δημόσιας υγείας που οδηγεί στον θάνατο ή σε αρρώστιες μεγάλο μέρος του πληθυσμού, ιδιαίτερα των εργαζόμενων και φτωχότερων τάξεων. Είναι υπεύθυνη για την ασυδοσία στους χώρους εργασίας που οδηγούν στις δολοφονίες των εργατών, τις οποίες η στατιστική καταγράφει ως «εργατικά ατυχήματα». Και είναι βέβαια υπεύθυνη για τις δολοφονίες αγωνιστών και πολιτών στα χέρια της αστυνομίας, για τις οποίες δεν τιμωρείται κανένας.
Το ερώτημα, όμως, που θέτουν οι ογκωδέστατες κινητοποιήσεις της Κυριακής είναι με ποιον τρόπο θα αποδοθεί δικαιοσύνη για τα θύματα του εγκλήματος των Τεμπών και όλων των άλλων εγκλημάτων. Και το ερώτημα αυτό τίθεται γιατί κανένας δεν περιμένει η επίσημη δικαιοσύνη και η αστυνομία να κάνουν το καθήκον της και να αποδώσουν δικαιοσύνη. Εκεί οδηγούν όλα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα. Άλλωστε, η αστική δικαιοσύνη και η αστυνομία στην Ελλάδα (και στον καπιταλισμό, γενικώς) δεν έχουν σκοπό να αποδώσουν δικαιοσύνη, ακόμα και με τα αστικά μέτρα. Όμως, τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή των μνημονίων, γίνεται ξεκάθαρο ότι η αστική δικαιοσύνη είναι σε διατεταγμένη αποστολή: την περιφρούρηση πάση θυσία των συμφερόντων των μεγάλων εταιρειών και της πολιτικής σταθερότητας. Το μόνο έγκλημα που φαίνεται να αναγνωρίζει είναι το να είναι κανείς φτωχός ή να αντιστέκεται.
Ο μόνος τρόπος να αποδοθεί πλήρως δικαιοσύνη είναι να λογοδοτήσουν και να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι του ατυχήματος και της συγκάλυψής του, δηλαδή, οι μεγάλες εταιρείες που εμπλέκονται στο έγκλημα –η Hellenic Train και οι εταιρείες που ήταν υπεύθυνες για την εγκατάσταση του συστήματος τηλεδιοίκησης (Alstom και Άκτωρ)– και η κυβέρνηση. Και η πιο σκληρή τιμωρία για μια κυβέρνηση είναι η ανατροπή της.
Η ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, όμως, πρέπει να αποκτήσει πραγματικό επαναστατικό περιεχόμενο. Δεν αποτελεί ανατροπή μια εναλλαγή από μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, ΝΔ-Ελληνικής Λύσης και οποιοδήποτε άλλο συνδυασμό όλων αυτών των δυνάμεων και των υπόλοιπων ακροδεξιών ή light αριστερών (Νέα Αριστερά, Κίνημα Δημοκρατίας) που συμφωνούν σ’ όλο το μνημονιακό πλαίσιο και διαφωνούν σε δευτερεύοντα ζητήματα. Τέτοιες επιλογές θα είναι συνέχιση της πολιτικής της ΝΔ με άλλο μανδύα.
Μόνο η αριστερά που έχει αναφορά στα εργατικά ταξικά συμφέροντα μπορεί να ανατρέψει ουσιαστικά την κυβέρνηση Μητσοτάκη, να ανατρέψει δηλαδή την πολιτική που γεννά εγκλήματα, και να τιμωρήσει τους ηθικούς αυτουργούς τους. Εδώ και πολύ καιρό η επαναστατική αριστερά θα έπρεπε να καταλάβει, αυτό που δεν κατάλαβε την περίοδο 2010-2015, ότι οι συνθήκες για την επανάσταση δεν ωριμάζουν από μόνες τους αλλά όταν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που χρησιμοποιούν κάθε ευκαιρία για να οδηγήσουν τις συνθήκες αυτές σε ωρίμανση, δυνάμεις που, όταν οι ευκαιρίες παρουσιάζονται, τις αρπάζουν από τα μαλλιά.
Όταν μαζικά η εργατική τάξη κατανοεί ότι η κυβέρνηση εγκληματεί, η επαναστατική αριστερά θα πρέπει να το αξιοποιήσει αυτό για να στείλει την κυβέρνηση από τα έδρανα της Βουλής στα έδρανα των κατηγορουμένων. Αυτό, όμως, απαιτεί να αρθρώσει την παρουσία της στην κοινωνία και στο κίνημα ως δύναμη εξουσίας και όχι ως κινηματική δύναμη ή ως δύναμη μιας επανάστασης που θα έρθει στο απώτερο μέλλον.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επαναστατική αριστερά θα πρέπει να πει πώς θα κυβερνούσε η ίδια, αν είχε την εξουσία. Θα πρέπει να πει ότι διεκδικεί να καταλάβει την εξουσία για να περάσουν οι σιδηροδρομικές συγκοινωνίες (και όλες οι συγκοινωνίες) και οι υποδομές τους στα χέρια του εργατικού κράτους· για να ελέγχονται μέσω εργατικού ελέγχου όλες οι επιχειρήσεις και να έχουν δικαίωμα βέτο οι εργαζόμενοι σ’ αυτές· για να αντικατασταθούν οι κρατικοκοδίαιτοι υπάλληλοι-δικαστές των καπιταλιστών από αιρετό και ανακλητό σώμα δικαστών· για να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των εγκλημάτων –πράγμα που σημαίνει ότι το μισό υπουργικό συμβούλιο θα πάει φυλακή και τα περιουσιακά τους στοιχεία θα κατασχεθούν.
Τέτοια και άλλα πράγματα σαν και αυτά, η επαναστατική αριστερά θα έπρεπε να τα προπαγανδίζει ως το πρόγραμμα που θα εφαρμόσει μόλις γίνει κυβέρνηση. Στα σωματεία, στους δρόμους θα πρέπει να παλεύει για να υιοθετηθεί αυτό το πρόγραμμα μαζικά.
Η σαπίλα του καπιταλισμού που γεννά καταστροφή και δυστυχία κάθε στιγμή πρέπει να δίνει σε κάθε επαναστατική δύναμη το έδαφος για να προπαγανδίσει και να δράσει στην κατεύθυνση της ανατροπής του συστήματος. Αυτό είναι το μεγάλο έλλειμμα της επαναστατικής αριστεράς σήμερα που μοιάζει να έχει αφήσει το πεδίο της πολιτικής, δηλ., της πάλης για την εξουσία, σε κάθε συντηρητική και ακροδεξιά δύναμη.
Όσο η επαναστατική αριστερά δεν αντιμετωπίζει το πρόγραμμά της ως πρόγραμμα εξουσίας και δεν ξεκαθαρίζει τους όρους υλοποίησής του, η καθημερινή δράση στο κίνημα θα γίνεται ακόμα πιο δύσκολη γιατί κίνημα χωρίς πολιτική προοπτική, και μάλιστα επαναστατική προοπτική, έχει κοντά ποδάρια. Ταυτόχρονα, η ίδια η επαναστατική αριστερά θα συνεχίσει να ρευστοποιείται και να κατακερματίζεται και οι δυνάμεις της να αδρανοποιούνται.
Το έγκλημα των Τεμπών και οι κινητοποιήσεις της προηγούμενης Κυριακής θέτουν το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουν οι δυνάμεις της επαναστατικής αριστεράς: πώς μετατρέπεται η αυθόρμητη αγανάκτηση και το αυθόρμητο αίσθημα δικαίου σε πολιτικό αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας και την εξάλειψη των αιτιών που δημιουργούν εγκλήματα και αθλιότητα;
Β.Π.