Η αριστερά της ήττας (μέρος γ')
4. Οι αυταπάτες
Το ΚΚΕ στην περίοδο που αναφερόμαστε απείχε πολύ από το να είναι επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης. Το πρόγραμμά του δεν ήταν παρά μια μη πραγματοποιήσιμη διακήρυξη κι όχι η πραγματική του στόχευση. Η σοσιαλιστική επανάσταση ήταν για το κόμμα ένας πολύ μακρινός "τελικός σκοπός" και για ένα τμήμα του κόμματος μια ουτοπία, που συνδέεται με παλιές εποχές. Η πολιτική του πρακτική ήταν ο μεταρρυθμισμός. Έτσι τα ιδεολογικά του όρια ήταν πολύ πλατιά και χωρούσαν από τους πιο ανοικτούς εκφραστές της αστικής ιδεολογίας μέχρι τους συνεπείς μαρξιστές.
Το ΚΚΕ δεν ήταν μεν, αλλά μπορούσε να εμφανίζεται δε ως επαναστατικό κόμμα. Στο πρόγραμμά του αναφερόταν στη σοσιαλιστική επανάσταση, το "επίσημο" ιδεολογικό του στίγμα ήταν ο μαρξισμός - λενινισμός και συσπείρωνε στις γραμμές του δοκιμασμένους αγωνιστές της εργατικής τάξης και αγνούς κήρυκες της επανάστασης και του κομμουνισμού. Έτσι ενώ το κόμμα δεν μπορούσε να αναλάβει κοινωνικά πρωτοπόρο ρόλο, να αναπτύξει επαναστατική δράση, μπορούσε όμως να διεκδικεί τον τίτλο της "κοινωνικής πρωτοπορίας". Σ' αυτό φυσικά συνεπικουρούσαν η υπενθύμιση της ιστορίας του (δηλαδή κυρίως η ψευδαίσθηση της συνέχειας που δημιουργεί το όνομα ΚΚΕ, σαν να είναι η πρωτοπορία κληρονομιά) και το γεγονός ότι παρέμενε το πιο αριστερό κόμμα στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι.
Η αυταπάτη της "εξασφαλισμένης" πρωτοπορίας ήταν απλά ένα μέτρο του εφησυχασμού των κομμουνιστών, της αποϊδεολογικοποίησης του κομμουνιστικού κινήματος. Αυτή η ιδεολογική τύφλωση οδηγούσε τους αγωνιστές του κόμματος στην ανοχή και τη δικαιολόγηση κάθε λάθους που αντιλαμβάνονταν και βοηθούσε στην εδραίωση του μεταρρυθμισμού. Το κόμμα με άλλοθι την "εξασφαλισμένη" πρωτοπορία του, εγκλωβιζόταν στο κοινοβουλευτισμό και πλησίαζε αντικειμενικά τη σοσιαλδημοκρατία.
Από σοσιαλρεφορμιστική σκοπιά και με κοινοβουλευτική λογική αντιμετώπιζε το ΠΑΣΟΚ. Μπήκε στη λογική της "αλλαγής", της "κυβερνητικής λύσης" και των "προοδευτικών συμμαχιών". Πολύ γρήγορα στη δεκαετία του '80 κυριάρχησε στην ηγεσία ο στόχος της κοινοβουλευτικής ενίσχυσης της Αριστεράς από την αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ, όχι μέσα από τη δράση του κόμματος αλλά μέσα από την προσέγγιση με τη σοσιαλδημοκρατία. Έτσι άρχισαν τα σχέδια για το Συνασπισμό της Αριστεράς, που θα ήταν βήμα σ' αυτή την κατεύθυνση, θα ήταν μέσο "εκσυγχρονισμού" του κόμματος και αφετηρία για την εκλογική ενίσχυση της Αριστεράς. Ήταν ένας άμεσος δρόμος για την ενεργή εμπλοκή του ΚΚΕ στη διαχείριση του συστήματος. Ο σπόρος του κυβερνητισμού υπήρχε ήδη στην ηγεσία του κόμματος από τη στιγμή που "ονειρευόταν" τέτοιο ρόλο στο κομματικό σύστημα.
Οι δεξιοί αναθεωρητές πρωτοστάτησαν στη συμφωνία με την ΕΑΡ και τους άλλους "συμμάχους" και στην ιδεολογική "ανανέωση" του κόμματος με την ανοχή των μετέπειτα "παραδοσιακών". Η ηγεσία σφιχταγκάλιασε την υπόθεση της κάθαρσης και παρέδωσε γη και ύδωρ στην αστική τάξη το '89, περιμένοντας την αποδυνάμωση και τη διάλυση του ΠΑΣΟΚ που θα τροφοδοτούσε με τμήματα της σοσιαλδημοκρατίας το ΣΥΝ και θα οδηγούσε στη "μεγάλη Αριστερά". Γι' αυτό, η οποιαδήποτε διαφωνία στον κατήφορο της σοσιαλδημοκρατικοποίησης τότε δεν ήταν ανεκτή από την ηγεσία κι έπρεπε πάση θυσία να σταματήσει με καθαιρέσεις, διαγραφές κτλ. Ο κυβερνητισμός έπρεπε να μετατραπεί από ιδέα σε πράξη!
Το ΠΑΣΟΚ όμως άντεξε την περίοδο "κάθαρσης" κι αλλεπάλληλων εκλογών. Το κεφάλαιο απέκτησε τελικά τη σκληρή νεοσυντηρητική κυβέρνηση που είχε ανάγκη εκείνη τη στιγμή κι ο ΣΥΝ πήρε την κοινοβουλευτική θέση που κατείχε τα προηγούμενα χρόνια το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ παράδωσε στην αστική τάξη ό,τι το καλύτερο είχε να επιδείξει ως τότε, την κριτική του στάση στη διαχείριση του συστήματος και την αντιπαράθεση με τους στόχους του κεφαλαίου, όσο αποτελεσματική αντιπαράθεση κι αν έκανε. Κι όλα αυτά για την "κάθαρση" που κατέληξε σε φάρσα και για μερικές τιποτένιες μεταρρυθμίσεις των κυβερνήσεων Τζαννετάκη και Ζολώτα.
Όταν οι ελπίδες για τη "μεγάλη Αριστερά" αποδείχτηκαν φρούδες, τότε ο μόνος δρόμος ήταν η γρήγορη υποχώρηση στις παλιές θέσεις, προτού η αριστερή αμφισβήτηση από τη μια και η σταθερή συμμαχία "ανανεωτών" - ΕΑΡ από την άλλη αποδυναμώσουν κι άλλο το κόμμα. Τότε οι μπροστάρηδες του "ιστορικού συμβιβασμού", της σοσιαλδημοκρατικής "ανανέωσης" ήταν επιζήμιοι. Έτσι επήλθε η ρήξη του '91, κατά την οποία βγήκαν από το συρτάρι η επανάσταση, ο μαρξισμός - λενινισμός κι όλοι οι άλλοι όροι - "αποδείξεις" ιδεολογικής καθαρότητας. Τώρα η δικαιολόγηση του '89 είναι πλέον ένα βάρος για την ηγεσία, ένα πολύ οδυνηρό καθήκον!
Το καθήκον αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την ενότητα στην ηγεσία του κόμματος, όπου παρέμειναν όλοι οι "πρωταγωνιστές" του '89, όσο με την υπεράσπιση της γραμμής των "πολιτικών συμμαχιών" και της "προοδευτικής εναλλακτικής λύσης". Γι' αυτό η γ.γ. της ΚΕ επιδίδεται σε ανιστόρητες συγκρίσεις του '89 με το σύμφωνο Σοφούλη - Σκλάβαινα το '36 και το ανοιχτό γράμμα του Ζαχαριάδη στον ελληνικό λαό κατά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου! Και κάποιοι άλλοι παλεύουν με ανεμόμυλους, προσπαθώντας να αποδείξουν ότι το ΚΚΕ πρέπει να παρεμβαίνει στις κοινοβουλευτικές εξελίξεις, λες και η όλη κριτική στις επιλογές του '89 γίνεται από τη σκοπιά της περιχαράκωσης.1
Ένα ΚΚ δεν συμμετέχει σε αστικές κυβερνήσεις. Σ' αυτό δεν μπορούν ν' απαντήσουν οι απολογητές της τακτικής του '89 παρά μόνο αναθεωρώντας το μαρξισμό - λεννισμό κι αν υποστηρίξουν ότι είχε άδικο ο Λένιν στην αντιπαράθεσή του με το μπερνσταϊνισμό! Η κοινοβουλευτική παρέμβαση του ΚΚ υποτάσσεται στη στρατηγική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Βρίσκεται στο κοινοβούλιο καί για να επιδιώκει άμεσες μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν τη θέση της εργατικής τάξης - κι αυτό το καταφέρνει μόνο στο βαθμό που δυναμώνει η πάλη του εργατικού κινήματος - χωρίς να εμπλέκεται στη διαχείριση του συστήματος, χωρίς να μπαίνει στη λογική του πολιτικού συμβιβασμού με την αστική τάξη και να υποθηκεύει έτσι το μέλλον των αγώνων της εργατικής τάξης. Μέσα απ' αυτό το πρίσμα παρεμβαίνει το ΚΚ στο αστικό κοινοβούλιο, υπερψηφίζει μεταρρυθμίσεις ή ακόμα στηρίζει αστικές κυβερνήσεις υπό όρους που αποτελούν σοβαρά αιτήματα για την εργατική τάξη και το κίνημά της, αλλά ποτέ δεν συμμετέχει σε αστικές κυβερνήσεις. Το σύμφωνο Σοφούλη - Σκλάβαινα είναι παράδειγμα τέτοιας συνεπούς παρέμβασης. Αλλά αυτό ήταν και το πνεύμα της πρότασης του Κ.Μπατίκα στην ΚΕ το '89 για συνεργασία με όποιο κόμμα δεχτεί συγκεκριμένους όρους, η οποία αποκρύφτηκε από τα μέλη του κόμματος και παρουσιάστηκε ως πρόταση "να υποστηρίξουμε το ΠΑΣΟΚ ακόμα και με τον Α.Παπανδρέου" στο κείμενο της ΚΕ.2
Σήμερα επιχειρείται το κουκούλωμα της πιο μελανής σελίδας του ΚΚΕ στη μεταπολιτευτική περίοδο. Για να "αναζωογονηθούν" οι αυταπάτες ότι το ΚΚΕ είναι η πρωτοπορία της κοινωνίας και να επικυρωθεί εκ νέου ο σοσιαλρεφορμισμός. Υπάρχουν φυσικά οι συνεπείς αγωνιστές στο κόμμα που δεν πρόκειται να δεχτούν ούτε τις φτηνές δικαιολογίες για το '89, ούτε την επανέκδοση της γραμμής που οδήγησε σ' αυτό. Ελπίζουν σε αλλαγή της κατάστασης, σε "επαναστατικοποίηση" του ΚΚΕ, αλλά δυστυχώς τέτοια αυτόματη μεταμόρφωση δεν πρόκειται να συμβεί, γιατί δεν είναι απλώς θέμα αλλαγής της ηγεσίας, ούτε τροποποιήσεων στην πολιτική γραμμή. Πρόκειται για την αστική επιρροή σε ολόκληρο το κομματικό οικοδόμημα, στην ιδεολογία, την πολιτική, την οργάνωση και μ' αυτήν οι κομμουνιστές πρέπει να αναμετρηθούν.
5. Το μαντρί και τα μαύρα πρόβατα
Είναι πασίγνωστη η χρήση της παροιμίας: "όποιο πρόβατο φεύγει απ' το μαντρί, το τρώει ο λύκος". Όταν τη χρησιμοποιούσε ο Χ.Φλωράκης, εννοούσε ότι όποιοι φεύγουν από το ΚΚΕ, φιλοδοξώντας να χαράξουν άλλη πολιτική γραμμή της Αριστεράς, είναι καταδικασμένοι σε αποτυχία. Το θέμα όμως δεν είναι η παροιμία, αλλά τι απέδειξε η μέχρι σήμερα εμπειρία από την εξέλιξη της αντιπαράθεσης στην Αριστερά. Οι κατά καιρούς αποχωρήσεις, διαγραφές κτλ. κατέληξαν σε πολιτικές κινήσεις με φθίνουσα πορεία, που ποτέ δεν δημιούργησαν άλλο πολιτικό φορέα στα αριστερά του ΚΚΕ, ικανού να αναμετρηθεί με το ΚΚΕ στο πεδίο της πραγματικής πολιτικής δύναμης, της επιρροής στις μάζες.
Ας δούμε όμως ποιο είναι το "μαντρί", ποια είναι η βάση ενότητας του ΚΚΕ. Η πολιτική δράση του ΚΚΕ βρισκόταν πάντα σε διάσταση με τους διακηρυγμένους επαναστατικούς στόχους και το ιδεολογικό του στίγμα. Ποιο όμως ήταν το κύριο στοιχείο της ενότητάς του, η σημερινή πολιτική γραμμή ή η διακήρυξη της επανάστασης και του σοσιαλισμού; Αν απαντήσουμε με μονομέρεια σ' αυτό το ερώτημα, έχουμε ήδη μια εντελώς αλλοιωμένη αντίληψη για την κατάσταση στην Αριστερά. Η βάση ενότητας του κόμματος είναι διττή κι αντιφατική και σ' αυτό συσπειρώνονται πολλές ιδεολογικές αποχρώσεις της Αριστεράς, από το δεξιό αναθεωρητισμό μέχρι το συνεπή μαρξισμό, συνυπάρχουν ρεφορμιστές και κομμουνιστές. Κυριάρχησε φυσικά για πολλά χρόνια τώρα ο ρεφορμισμός κι αυτό χαρακτηρίζει από καιρό τη συγκρότησή του. Αλλά αυτή η αντίφαση φαίνεται από τις κατά καιρούς διασπάσεις, από τα δεξιά κι από τα αριστερά, καθώς και από τις ταλαντεύσεις στην πολιτική του. Αυτή η αντίφαση δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει, γι' αυτό όσοι κατά καιρούς προέβλεψαν ομαλή και συνεχή δεξιόστροφη πορεία καθώς κι αυτοί που φαντάζονται ότι μπορεί να μεταστραφεί ομαλά (π.χ. με εσωκομματικό διάλογο και διαδικασίες) σε επαναστατική κατεύθυνση κάνουν σοβαρό λάθος. Το ΚΚΕ δεν μπορεί να μετατραπεί ποτέ σε επαναστατικό κόμμα, ούτε πρόκειται να μετατραπεί σε ανοικτά σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Η αντίφαση αυτή δεν θα πάψει να υπάρχει.
Αυτό που εξασφάλιζε τη σταθερότητα, για να είναι "μαντρί" το ΚΚΕ, για να μπορεί να παραμένει τέτοιος ιδιότυπος "συνασπισμός", ήταν ότι η παραπάνω αντίφαση δεν οδήγησε ποτέ στην πληρή σύγκρουση. Φυσικά δεν υπάρχει καμιά ανάγκη για ανοικτή άρνηση των στοιχείων που δηλώνουν επαναστατική στόχευση, εφόσον με την ύπαρξή τους και μόνο εξασφαλίζουν την ενότητα. Ποτέ δεν συγκροτήθηκε μέσα στο ΚΚΕ ολοκληρωμένο επαναστατικό ρεύμα, ικανό να υπερασπιστεί το μαρξισμό - λενινισμό και σε θεωρητικό επίπεδο και στο επίπεδο της πολιτικής πρακτικής. Η επαναστατική αντίληψη στο ΚΚΕ υπήρχε πάντοτε χωρίς συγκρότηση, ως αποσπασματικές κριτικές ή διαφωνίες κι όχι ως εσωκομματική πτέρυγα και μάλιστα ικανή να έχει αυτοτελή παρέμβαση. Έτσι στις κρίσιμες στιγμές της όξυνσης της αντιπαράθεσης κάποιοι γίνονταν απλώς τα "μαύρα πρόβατα" απροετοίμαστοι για ό,τι επακολουθούσε.
Τώρα πια, μέσα στη νέα παγκόσμια πραγματικότητα που διαμορφώθηκε, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι οι αντικειμενικές δυσκολίες για τη συγκρότηση επαναστατικού ρεύματος ήταν πολύ μεγάλες. Το κομμουνιστικό κίνημα οδηγούνταν στην ιστορική του ήττα μετά από μια μακρά περίοδο κρίσης. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του ήταν η αποϊδεολογικοποίηση κι αυτή ήταν η ίδια η ουσία της κρίσης. Το επαναστατικό ρεύμα θα υπήρχε και θα είχε προοπτική μόνο από τη στιγμή που είχε σαφή επίγνωση αυτής της κατάστασης και προετοιμαζόταν αυτοτελώς για τη στιγμή της ήττας, όταν δηλαδή θα ξεπερνούσε την κρίση. Αυτό δεν ήταν δυνατόν να γίνει στα πλαίσια του ΚΚΕ.
Αλλά και "έξω από το μαντρί" δεν υπήρχε ελπίδα συγκρότησης επαναστατικού ρεύματος. Ό,τι υπήρξε έξω από το ΚΚΕ ήταν μαντρωμένο πραγματικά στην αποϊδεολογικοποίηση της ιστορικής περιόδου, ήταν στοιχείο της ιδεολογικοπολιτικής υστέρησης κι όχι της επαναστατικής ανάπτυξης.
Τα διάφορα ρεύματα εκτός ΚΚΕ, οι διάφοροι "-ισμοί" (Τροτσκισμός, Σταλινισμός, Μαοϊσμός) είχαν τις ρίζες τους σε παλαιότερες αντιπαραθέσεις στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, οι οποίες ανέδειξαν τα αδιέξοδά του κι όχι δρόμο για την υπέρβαση της κρίσης του. Γιατί δεν άνοιγαν σύγχρονους δρόμους για την παγκόσμια επαναστατική διαδικασία, αλλά αντίθετα θεωρητικοποιούσαν αντιδιαλεκτικές αποκλίσεις από το λενινισμό. Η θεωρητική ανεπάρκεια προδίκαζε την ανικανότητα παρέμβασης στις εξελίξεις στο κομμουνιστικό κίνημα. Ήταν καταδίκη σε περιχαράκωση και γι' αυτό έγιναν πολύ εύκολα στο ΚΚΕ συνώνυμα του αριστερισμού. Ακόμα όμως κι αν δεν υπήρχε τέτοιο πρόβλημα, υπήρχαν άλλα δείγματα της ιστορικής ανεπάρκειας στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.
Όλες οι ομάδες, κινήσεις κτλ. ακόμα κι αυτές που προστέθηκαν στη δεκαετία του '80, προέκυπταν μέσα από διαφωνίες σε πλευρές της πολιτικής του ΚΚΕ. Ακόμα κι εκτός κόμματος ήταν αντικειμενικά ετεροκαθοριζόμενες από την "επίσημη Αριστερά", ως την κατάκτηση πραγματικής ιδεολογικής αυτοτέλειας.
Το γεγονός αυτό δεν θα ήταν πρόβλημα στο βαθμό που είχαν επίγνωση της κατάστασης. Έπεφταν όμως στην παγίδα να βλέπουν το δέντρο για δάσος. Προσδιόριζαν τις εξελίξεις με κέντρο τον εαυτό τους κι όχι τη γενικότερη προοπτική. Έτσι θεωρούσαν το ΚΚΕ "τελειωμένη υπόθεση" κι αναλάμβαναν "εργολαβικά" την επαναστατική δράση. Η πορεία πλέον είναι δεδομένη: οι δυσκολίες ήταν ανυπέρβλητες, οι αδυναμίες θεωρητικοποιούνταν, η απογοήτευση και η διάλυση ήταν μονόδρομος.
Όμως η πραγματική αδυναμία βρίσκεται στην αρχή αυτού του δρόμου, στη διακήρυξη της αυτοτέλειας που δεν υπάρχει, αφού δεν υπάρχει η μόνη βάση αυτοτελούς επαναστατικής δράσης, η ζωντανή, ξεκάθαρη κι αναπτυσσόμενη επαναστατική θεωρία.
Μ' αυτό τον τρόπο κι έξω από το ΚΚΕ δεν μπορεί να συμβάλλει κανείς στην επαναστατική ανασύνταξη του εργατικού κινήματος κι οδηγείται στο "μαντρί" της ιδεολογικής υστέρησης, γίνεται συμπλήρωμα του ΚΚΕ στην Αριστερά της ήττας.
6. Τέλος Εποχής
Η ιστορική ήττα του κομμουνιστικού κινήματος έχει σήμερα ολοκληρωθεί. Η αποϊδεολογικοποίηση, ο αποπροσανατολισμός κι ο εκφυλισμός οδήγησαν στην αντεπανάσταση που σάρωσε κάθε ιστορική κατάκτηση του παγκόσμιου προλεταριάτου κι επέφερε τη διάλυση στο εργατικό κίνημα. Ο νέος παγκόσμιος συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου κι εργασίας είναι συντριπτικά υπέρ του κεφαλαίου.
Η ήττα αυτή όμως δεν συνεπάγεται και την αυτόματη χρεωκοπία της Αριστεράς που την προκάλεσε, των διαφόρων οπορτουνιστικών ρευμάτων. Η επαναστατική ανασύνταξη του εργατικού κινήματος δεν άρχισε αυτόματα με την ήττα του, αλλά γίνεται σήμερα περισσότερο αναγκαία κι επίκαιρη. Τώρα η επιστροφή στην ιδεολογία, το τέλος της αποϊδεολογικοποίησης, είναι όρος ύπαρξης για το κομμουνιστικό κίνημα και συνειδητοποιείται ήδη σαν τέτοιο.
Τώρα μπαίνουν επιτακτικά τα ερωτήματα σ' όλους του κομμουνιστές: τι έγινε στις χώρες που νίκησε η επανάσταση και στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα μετά την Οκτωβριανή επανάσταση, ποια είναι σήμερα η κομμουνιστική πολιτική, ποια θα είναι η στρατηγική σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο; Όλες οι "απαντήσεις" που δίνονταν από τις δυνάμεις της ήττας, όλα τα μισόλογα που δεν στηρίζονται στην κατανόηση του επιστημονικού σοσιαλισμού, αλλά υπαγορεύονται από τη μεταρρυθμιστική πολιτική, την αποδοχή της αστικής ιδεολογίας ή τη δικαιολόγηση των αδιέξοδων πρακτικών και της θεωρητικής ανεπάρκειας έχασαν πια τη δύναμή τους. Όλες αυτές οι δυνάμεις μπορούν να αναπαράγονται πρόσκαιρα, αλλά δεν μπορούν να δώσουν προοπτική στο εργατικό κίνημα και θα σαρωθούν, όταν επαναδιατυπωθεί στις σύγχρονες συνθήκες ο επιστημονικός σοσιαλισμός.
Οι συνέπειες της ήττας θα είναι για καιρό ακόμα το μεγάλο εμπόδιο για την ανασύνταξη, αλλά ο ορίζοντας για τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία του κομμουνιστικού κινήματος είναι τώρα καθαρός: η επανακατάκτηση του μαρξισμού - λενινισμού και η μετουσίωσή του σε επαναστατική δράση. Στόχος πολύπλοκος και μεγάλος, αλλά μοναδικός για όσους μέσα από την ήττα απέβαλαν τις αυταπάτες που την προηγούμενη περίοδο κυριαρχούσαν στο κομμουνιστικό κίνημα και θέλουν να ξεκόψουν μια για πάντα από την αστική ιδεολογία για να οικοδομήσουν την Αριστερά της νίκης, το επαναστατικό κίνημα.
1 «Ξεκινούν, πιστεύουμε, αυτοί οι καλοπροαίρετοι από την άποψη ότι πρέπει να υπάρχει όσο πιο καθαρή, οριοθετημένη γραμμή στις σχέσεις ΚΚ και αστικών κομμάτων. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε εύκολο ζήτημα ούτε καθορίζεται με έναν μόνιμο «φετφά». Ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που δρα, που δεν μπαίνει στην πολιτική γυάλα, που παρεμβαίνει καθημερινά για τα μικρά και μεγάλα ζητήματα, που θέλει να είναι μέρος της κοινωνίας, με τα δικά του βέβαια χαρακτηριστικά, δεν μπορεί να φτάξει τέτοιους «φετφάδες» στην καθημερινή του τακτική.» – Μ.Κωστόπουλος, Με αφορμή μια συκοφαντία, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σ.37
- «Φετφάδες» δεν υπάρχουν, αλλά υπάρχουν αρχές που οριοθετούν την επαναστατική τακτική από τον τυχοδιωκτισμό και τη συνθηκολόγηση, όπως η μη συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις. Σ’ αυτό όμως ξέχασε ν’ αναφερθεί ο Μ.Κωστόπουλος.
2 Οι όροι ήταν: άμεσο ξήλωμα των βάσεων, αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, 35 ώρες δουλειάς, γνήσια και νομικά κατοχυρωμένη ΑΤΑ, δημόσιος χαρακτήρας των προβληματικών, εργατικός έλεγχος στις τράπεζες και στις μεγάλες μονοπωλιακές επιχειρήσεις. Βλ. Ν.Κοτζιάς-Κ.Μπατίκας, Μια συζήτηση που δεν έγινε.