[2029-09-30] ΑΠΟΦΑΣΗ Π.Ε. (15.09.2024) - ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
ΑΠΟΦΑΣΗ Π.Ε. (15.09.2024)
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Β. Πολιτικό σκηνικό
1. Οι πολιτικές εξελίξεις σε ΕΕ – ΗΠΑ
Η ενίσχυση κομμάτων της άκρας δεξιάς στις μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) καθιστά πιθανό το ενδεχόμενο τέτοια κόμματα να βρεθούν σε κυβερνητικές θέσεις. Τα κόμματα αυτά κερδίζουν έδαφος από τη δυσαρέσκεια που προκαλεί η ενίσχυση του πληθωρισμού, η υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων μαζών, η σχετική υποχώρηση των χωρών αυτών στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό, αλλά και οι πολιτικές που θίγουν ζητήματα «ταυτότητας» και οι οποίες έχουν στρατηγικό χαρακτήρα πλέον για τις χώρες της Δύσης. Ιδιαίτερα στην ΕΕ, ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, δημιουργεί ακροατήριο ανάμεσα στους εργαζόμενους κυρίως για συντηρητικές δυνάμεις, καθώς είναι οι εργαζόμενες μάζες που σηκώνουν το βάρος – ακριβότερη ενέργεια, ενίσχυση των στρατιωτικών δαπανών σε βάρος των κοινωνικών, κτλ– από την υποστήριξη των κυρίαρχων αστικών τάξεων προς την Ουκρανία και τις ΗΠΑ.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μεταναστευτική πολιτική. Η προσέλκυση μεταναστών είναι το πιο ισχυρό χαρτί της Δύσης στον ανταγωνισμό με το μπλοκ Ρωσίας – Κίνας. Με τις μεταναστευτικές ροές, οι χώρες της Δύσης αναπληρώνουν την πτώση της γεννητικότητας την ώρα που η αδυναμία του ανταγωνιστικού μπλοκ να προσελκύσει μετανάστες οδηγεί σε μείωση πληθυσμού και μεσοπρόθεσμα σε μείωση της ισχύος του. Ωστόσο, η παρουσία μεταναστών και η διαχείρισή τους από τις κυβερνήσεις, ενισχύει ακροδεξιές δυνάμεις που εμφανίζονται σαν υπερασπιστές της παραδοσιακής εθνικής ταυτότητας και έχουν ήδη αρχίσει να αναλαμβάνουν κυβερνητικές ευθύνες (π.χ. Ιταλία), κάτι που ίσως είναι αναγκαίο για το δυτικό ιμπεριαλισμό να συμβεί και σε άλλες χώρες για να εμπεδωθεί αυτή η πολιτική, μια και οι στρατηγικές κατευθύνσεις δεν αλλάζουν με τις εναλλαγές κυβερνήσεων.
Ανάλογα προβλήματα δημιουργούν και οι πολιτικές συμπερίληψης, ερεθίζοντας τα συντηρητικά αντανακλαστικά του κοινού των συντηρητικών κομμάτων.
Τα ζητήματα «ταυτότητας», ο δικαιωματισμός, οι πολιτικές συμπερίληψης θέτουν σημαντικά θεωρητικά ζητήματα, με τα οποία η επαναστατική αριστερά δεν έχει επαρκώς ασχοληθεί, ενώ πιο συχνά τείνει να γαντζώνεται από εύπεπτες μικροαστικές αντιλήψεις. Η λογική της «ταυτότητας» είναι η έκφραση της εξατομίκευσης που είναι η επιφανειακή επικάλυψη της κυριαρχίας στον καπιταλισμό: ο «ελεύθερος» εργάτης που πουλά «ελεύθερα» την εργατική του δύναμη στην «ελεύθερη» αγορά του καπιταλισμού. Ξέρουμε πολύ καλά ότι πίσω από αυτήν την «ελευθερία» κρύβεται η καταπίεση, ο εξαναγκασμός και η εκμετάλλευση, αποτέλεσμα της απογύμνωσης του εργάτη από μέσα παραγωγής που τον κάνει «ελεύθερο» να πουλά το μόνο πράγμα που κατέχει, την εργατική του δύναμη. Ο καπιταλισμός, και εδώ κρύβεται ένα από τα μυστικά της δύναμής του, γεννά ως αναγκαία επικάλυψη της εκμετάλλευσης την «ατομική» ελευθερία. Γι’ αυτό η συζήτηση για τα «ατομικά» δικαιώματα ποτέ δεν θα μπορέσει να βρει μια ολοκλήρωση εντός του καπιταλισμού. Αντίθετα, όσο πιο πολύ γίνεται συζήτηση περιορισμένη στα ατομικά δικαιώματα, τόσο πιο πολύ αυτά θα καταπατούνται. Η εξατομίκευση εξαφανίζει το βασικό στην ταυτότητα του καθενός: την ταξική θέση στην καπιταλιστική παραγωγή. Είναι αποτέλεσμα της υποχώρησης και της αδυναμίας του εργατικού κινήματος ότι οι κύριες δυνάμεις που αντιπαρατίθενται σ’ αυτά τα ζητήματα είναι από τη μια οι «δικαιωματιστές» και οπαδοί της συμπερίληψης – από νεοφιλελεύθερους ως σοσιαλδημοκράτες και, μερικές φορές, φορείς της κομμουνιστικής ιδεολογίας – και από την άλλη, οι βαθιά συντηρητικές και εθνικιστικές δυνάμεις.
Παρόμοια είναι η θεματολογία και στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Πάνω σε αυτήν τη θεματολογία «ταυτοτήτων» στηρίζεται η εκστρατεία του Τραμπ. Το «φαινόμενο Τραμπ» αναδεικνύει τις αντιφάσεις του καπιταλισμού και μάλιστα στην πιο ισχυρή του εκδοχή. Η αποβλάκωση του αμερικάνικου πληθυσμού είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ταξικής κυριαρχίας των αμερικάνων καπιταλιστών, αλλά πάνω σε αυτήν την αποβλάκωση πάτησε ένας πολιτικός απατεώνας που κατάφερε να κερδίσει την προεδρία με ακατάσχετη ροή ψεμάτων. Απ’ έξω η αμερικανική πολιτική σκηνή φαίνεται σχεδόν ακατανόητη: πώς είναι δυνατόν να διεκδικεί στα ίσια, με μεγάλη πιθανότητα να κερδίσει, την προεδρία της πιο ισχυρής καπιταλιστικής χώρας, για δεύτερη φορά, ένας παθολογικός ψεύτης και πιθανότατα ψυχικά διαταραγμένος άνθρωπος, όπως ο Τραμπ; Μόνο αν παρακολουθήσει κανείς πολύ προσεκτικά τις κινήσεις των τάξεων στην Αμερική μπορεί να δει μερικές βαθύτερες αιτίες για αυτήν την επίδραση του Τραμπ: το γεγονός ότι η ζωή μεγάλου τμήματος της εργατικής τάξης έχει χειροτερέψει, ενώ και τα μικροαστικά στρώματα αδυνατούν να κινηθούν ανοδικά· ότι τα τόσα χρόνια των ανοιχτών, παγκοσμιοποιημένων αγορών, αντί για περισσότερη ευμάρεια, επέφεραν φτώχεια για τους πολλούς και συσσώρευση πλούτου σε ελάχιστους· ότι οι υποσχέσεις των διάφορων σοσιαλδημοκρατών για κοινωνίες ισότητας με δικαιώματα για όλους κατέληξαν στο να έχουν άθλιες δουλειές οι περισσότεροι, κτλ. Και φυσικά η κρίσιμη παράμετρος στις ΗΠΑ, όπως και στον υπόλοιπο πλανήτη, είναι η έλλειψη ισχυρού εργατικού κινήματος με επαναστατική στόχευση.
Η εν μια νυκτί απόσυρση του Μπάιντεν από τη διεκδίκηση της προεδρίας, την οποία σίγουρα θα έχανε, υπό την πίεση των «μεγάλων», δηλαδή, των πιο πλούσιων χορηγών του Δημοκρατικού Κόμματος, η συστράτευση κορυφαίων παραγόντων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος με την Κάμαλα Χάρις, με πιο εμβληματική τη στήριξη του Ντικ Τσέινι, αντιπροέδρου του Μπους, δείχνει ότι οι αμερικάνοι καπιταλιστές, ή έστω ένα ισχυρό τμήμα τους, είναι αποφασισμένοι να μην αφήσουν να επαναληφθεί μια νίκη Τραμπ. Η κυριαρχία των ΗΠΑ αντιμετωπίζει αρκετές προκλήσεις την τρέχουσα περίοδο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο ανταγωνισμός με την Κίνα θα απαιτήσουν στιβαρή ηγεσία που δεν μπορεί να την προσφέρει ο ανισόρροπος υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
2. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα: η κυβέρνηση
Τα δημοσκοπικά στοιχεία δείχνουν υποχώρηση των ποσοστών της ΝΔ κοντά στα ποσοστά που κατέγραψε στις ευρωεκλογές. Η δημοσκοπική υποχώρηση της κυβέρνησης, κατά ένα μέρος οφείλεται στην αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ που οδηγεί σε ολοκληρωτική έλλειψη διεκδικητή της κυβέρνησης. Πλέον δεν υπάρχει κανένα κόμμα – πλην της ΝΔ – που να μπορεί να πλησιάσει το 20% και πιθανότατα δεν υπάρχει κόμμα της αντιπολίτευσης που να μπορεί να ξεπεράσει το 15%.
Αυτό το δεδομένο, ενώ εδραιώνει την κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας, ταυτόχρονα διευκολύνει τις διαρροές ψηφοφόρων που θεωρούν ότι δεν κινδυνεύει η κυβερνητική προοπτική της ΝΔ και νιώθουν απελευθερωμένοι να ψηφίσουν κάτι δεξιότερο. Αυτές οι διαρροές διαμορφώνουν ευνοϊκό έδαφος για πολιτικούς παράγοντες που αναμοχλεύουν σενάρια για ένα μαζικό κόμμα δεξιότερα της ΝΔ, στο οποίο ίσως προσβλέπουν και παράγοντες της ΝΔ που ασφυκτιούν στην υπερβολικά φιλελεύθερη για τα γούστα τους ΝΔ του Μητσοτάκη.
Οι εξελίξεις αυτές πατάνε στην αδυναμία της Νέας Δημοκρατίας να συγκροτήσει ένα ισχυρό πολιτικο-ιδεολογικό ρεύμα. Η κυριαρχία της ΝΔ στηρίζεται σε έναν συνασπισμό ταξικών συμφερόντων που θέλει να διατηρήσει και να διευρύνει τα προνόμιά του στο εσωτερικό σε βάρος των εργαζόμενων τάξεων. Ο συνασπισμός αυτός χρησιμοποιεί σαν βασικό όχημα για την υλοποίηση των επιδιώξεών του την αταλάντευτη συμμαχία με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης.
Από την ένταξη σε αυτήν τη συμμαχία καθορίζονται και οι βασικές πολιτικές κατευθύνσεις της ΝΔ, οι οποίες εναρμονίζονται με τις πολιτικές που κυριαρχούν στη Δύση, οι οποίες, όμως, όπου εφαρμόζονται ανοίγουν ζητήματα «ταυτότητας» και μετατοπίζουν το εκλογικό σώμα προς τα δεξιά, προς κόμματα που εμφανίζονται υπερασπιστές της παραδοσιακής εθνικής ταυτότητας. Τα κόμματα αυτού του χώρου ήδη καταγράφονται δημοσκοπικά κοντά στο 15%.
Παρά την πολιτική κυριαρχία της ΝΔ και την εξαφάνιση κάθε πολιτικής πρότασης εξουσίας που ξεφεύγει από το μνημονιακό πλαίσιο, η αδυναμία διατύπωσης ελκτικού οράματος για το μέλλον και η συνεπακόλουθη αδυναμία συγκρότησης ισχυρού πολιτικού και ιδεολογικού ρεύματος στήριξης της κυβέρνησης και της πολιτικής της, συνεπάγεται αδυναμία αποτελεσματικής αντίδρασης σε περίπτωση νέου κρισιακού ξεσπάσματος.
Κι αυτά συμβαίνουν, ενώ οι οικονομικές εξελίξεις στην ΕΕ είναι γενικά δυσοίωνες. Το χρέος της Ιταλίας αυξάνεται, η Γαλλία καταγράφει υπερβολικό έλλειμμα και δεν φαίνεται να υπάρχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις να τιθασευτεί, ενώ η Γερμανία κινείται στα όρια της ύφεσης.
Η κυβέρνηση δείχνει αυτοπεποίθηση μπροστά στις εξελίξεις και διαβεβαιώνει τους πάντες για τις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Έτσι έκαναν βέβαια όλες οι κυβερνήσεις με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την κυβέρνηση Καραμανλή, της οποίας οι υπουργοί δήλωναν το 2008 ότι η ελληνική οικονομία είναι θωρακισμένη απέναντι στην κρίση. Η ελληνική οικονομία σήμερα καταγράφει πολύ υψηλότερα από τις άλλες χώρες της ΕΕ ποσοστά ανάπτυξης, τα οποία όμως κυρίως οφείλονται στις μεταβιβάσεις από την ΕΕ, χωρίς να υπάρχει κάποια θετική μεταβολή στην παραγωγικότητα. Η αναμενόμενη καθίζηση της οικονομίας της ΕΕ θα επηρεάσει οπωσδήποτε και την ελληνική οικονομία, η οποία αρχίζει πλέον να αισθάνεται την επαναφορά των μνημονιακών δημοσιονομικών κανόνων. Τα περιθώρια της κυβέρνησης για παροχές πλέον στενεύουν και αυτό έχει ήδη πολιτικές συνέπειες. Η φορολογική πίεση προς τα μεσαία στρώματα (τεκμήρια, σύνδεση POS με ΑΑΔΕ, POS στα ταξί) είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των μνημονιακών υποχρεώσεων και προκαλούν δυσαρέσκεια στο σκληρό εκλογικό πυρήνα της Νέας Δημοκρατίας. Ωστόσο, η πολιτική σταθερότητα δεν κινδυνεύει με δεδομένη την τραγική κατάσταση της αντιπολίτευσης.
3. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα: η αντιπολίτευση
Η «κεντροαριστερή» αντιπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά κλπ.) εξακολουθεί να βρίσκεται σε κρίση. Το στρατηγικό πρόβλημα που ανέδειξε η μνημονιακή δεκαετία, παραμένει ανυπέρβλητο εμπόδιο για τις δυνάμεις αυτού του χώρου. Η κρίση ηγεσίας σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά τις ευρωεκλογές, απλώς ανέδειξε την αδυναμία τους να αποτελέσουν χώρο υποδοχής της δυσαρέσκειας από τη ΝΔ κι επομένως να προκαλέσουν πολιτική φθορά στην κυβέρνηση.
Στη μάχη για την εκλογή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η συμμετοχή του δήμαρχου Αθήνας, σε μια κίνηση υψηλού ρίσκου. Ο Χ. Δούκας επιδιώκει να αξιοποιήσει το πολιτικό κεφάλαιο που δημιούργησε η νίκη του στο Δήμο, κινδυνεύει όμως να το εξανεμίσει εντελώς και να αδυνατίσει και τη θέση του ως δημάρχου.
Πιο συγκρουσιακή είναι η κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι ανατροπείς του Κασσελάκη δίνουν μάχη επιβίωσης, καθώς το ενδεχόμενο νέας νίκης του Κασσελάκη, θα σημάνει το πολιτικό τέλος πολλών από αυτούς, ενώ μπορεί να σημάνει και το πολιτικό τέλος του ΣΥΡΙΖΑ.
Συνολικά, επιβεβαιώνεται η μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά με την εξαφάνιση από το πολιτικό προσκήνιο κάθε εναλλακτικής πρότασης εξουσίας. Η δεξιά μετατόπιση του ΜΕΡΑ25 προς τον κινηματισμό, προσθέτει άλλη μια δύναμη στο ευρύ κινηματιστικό μπλοκ μαζί με το ΚΚΕ και την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.
Ο κινηματισμός οδηγεί στην ενασχόληση με τα τρέχοντα ζητήματα χωρίς στρατηγική στόχευση. Οφείλουμε να διατηρήσουμε την απόστασή μας από μια τέτοια τακτική. Σε κάθε επιμέρους ζήτημα πρέπει να αναδεικνύουμε τη σύνδεσή του με τις στρατηγικές μας στοχεύσεις. Να θυμίζουμε ότι οι στρατηγικοί πυλώνες του μνημονιακού καθεστώτος παραμένουν:
-Οι τράπεζες οι οποίες διασώθηκαν με δημόσιο χρήμα και σήμερα επιδεικνύουν τα κέρδη τους, τα οποία επίσης χτίστηκαν με δημόσιο χρήμα
-Οι κατασκευαστικές εταιρείες που κατασκεύασαν τους εθνικούς δρόμους κυρίως με κρατικά κεφάλαια και λυμαίνονται τα διόδια.
-Η εκκλησία που συνεχίζει να λεηλατεί κρατικούς πόρους και εν μέσω μνημονίων κατάφερε να διευρύνει τα προνόμιά της.
-Οι εφοπλιστές που διατηρούν το αφορολόγητό τους.
-Οι επιχειρηματίες γενικώς που προσβλέπουν στις εθνικές και ευρωπαϊκές επιδοτήσεις.
Αθήνα, 15.09.2024