[2022-10-05] ΑΠΟΦΑΣΗ 6ης ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗΣ ΤΗΣ κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
ΑΠΟΦΑΣΗ 6ης ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗΣ
κομμουνιστική οργάνωση ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
1. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός οδηγείται από κρίση σε κρίση. Η οικονομική κρίση του 2007-2009 δεν ξεπεράστηκε με μια μεγάλης κλίμακας καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, όμως οι ιστορικές νομοτέλειες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής οδηγούν τελικά προς αυτήν την κατεύθυνση. Η πανδημία ήταν εκδήλωση αυτών των νομοτελειών. Το ίδιο και η πολεμική αναμέτρηση στην Ουκρανία. Για την αντιμετώπιση της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, οι κεφαλαιοκράτες χρησιμοποίησαν εργαλεία που στην προηγούμενη μεγάλη καπιταλιστική κρίση –αυτή της δεκαετίας του ’30– ήταν άγνωστα ή απορρίπτονταν από την οικονομική ορθοδοξία της εποχής, όπως η νομισματική χαλάρωση (πρόγραμμα QE) και οι κρατικές ενισχύσεις. Ωστόσο, παρά την προσωρινή τιθάσευση της ύφεσης, η υποτροπή της ήταν θέμα χρόνου.
Η καπιταλιστική κρίση είναι εκδήλωση όλων των αντιφάσεων του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και όχι μόνο της οικονομικής ύφεσης. Σήμερα βρισκόμαστε σε μια νέα φάση της κρίσης που ξεκίνησε το 2007-2009, η οποία συνδυάζεται με όλες τις άλλες κρίσεις που προκαλεί ο καπιταλισμός: την υγειονομική, την περιβαλλοντική, και την κρίση που προκαλεί στον καπιταλισμό η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών.
2. Συνέπεια της κρίσης είναι και η όξυνση των ανταγωνισμών σε όλα τα επίπεδα: μεταξύ επιχειρήσεων, μεμονωμένων κεφαλαιοκρατών, μεταξύ κρατών. Η διαπάλη για αγορές, έλεγχο πρώτων υλών και τελικά την παγκόσμια ηγεμονία, εντείνεται σε περιόδους κρίσης. Οι αστικές τάξεις στις καπιταλιστικές χώρες αντιλαμβάνονται ότι η τράπουλα θα ξαναμοιραστεί, διαλέγουν στρατόπεδο και λαμβάνουν θέσεις μάχης.
Η ιμπεριαλιστική αλυσίδα συνταράσσεται από την άνοδο της Κίνας, αλλά και των άλλων χωρών των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Ν. Αφρική) με αποτέλεσμα να έχει ανοίξει ένας νέος γύρος οξυμένης αντιπαράθεσης ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις, παραδοσιακές και νέες, για το ξαναμοίρασμα του πλανήτη.
Επιβεβαιώνεται για μια ακόμα φορά ότι ο ιμπεριαλισμός δεν έχει να προσφέρει τίποτα στην ανθρωπότητα, ότι είναι ένα σύστημα σε παρακμή. Οι ιμπεριαλιστές θα θυσιάσουν ολόκληρους λαούς, ακόμα και τον ίδιο τον πλανήτη, στην προσπάθεια τους να διατηρήσουν ή να αυξήσουν τα κέρδη των μονοπωλιακών επιχειρήσεων. Η Ουκρανία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της λογικής, όπου οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές πολεμούν εναντίον των Ρώσων ιμπεριαλιστών μέσω αντιπροσώπων θυσιάζοντας τον λαό της Ουκρανίας. Οι ανάγκες του καπιταλιστικού ανταγωνισμού θα οδηγήσουν και σε άλλους πολέμους (π.χ., πιθανώς για τον έλεγχο της Ταϊβάν), ενώ παραμένει στο τραπέζι η απειλή ενός γενικευμένου παγκόσμιου πολέμου, ή ακόμα ενός πολέμου με χρήση πυρηνικών.
Βασικοί διεκδικητές της κορυφής της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας αναδεικνύονται οι ΗΠΑ και η Κίνα. Γύρω τους δημιουργούνται, όπως συμβαίνει συνήθως, διάφορα στρατόπεδα, καθώς οι αστικές τάξεις καλούνται να επιλέξουν με ποιον θα πάνε. Όμως, εντός αυτών των στρατοπέδων υπάρχουν επίσης αντιθέσεις, όπως φαίνεται από τις αντιθέσεις ΗΠΑ-ΕΕ για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Αυτό που πρέπει να πούμε είναι ότι καμιά από τις αντιμαχόμενες δυνάμεις δεν εκπροσωπεί τα εργατικά συμφέροντα. Οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία, οι G7 και οι άλλες χώρες των BRICS είναι όλες καπιταλιστικές χώρες με πολύ ισχυρές αστικές τάξεις που επιδιώκουν να αυξήσουν την ισχύ τους. Δεν θα διστάσουν να θυσιάσουν τις εργατικές τους τάξεις για να το επιτύχουν αυτό.
Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές επηρεάζουν πλέον όλο τον πλανήτη και επιλύονται και με πολεμικές συγκρούσεις μεγαλύτερης ή μικρότερης έντασης. Ακόμα και η σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας δεν αφορά μόνο τις παραδοσιακές διενέξεις ανάμεσα στους δύο μικρούς ιμπεριαλιστές της περιοχής αλλά συναρτάται και με τη γενικότερη γεωπολιτική και οικονομική σύγκρουση ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις.
3. Στην Ουκρανία, επιτιθέμενη πλευρά είναι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ που έχουν μετατρέψει την Ουκρανία, με τη συναίνεση της αστικής της τάξης, σε βάση εξόρμησης και σε ένα κρίκο ακόμα στην περικύκλωση της Ρωσίας. Η Ρωσία απάντησε όπως κάθε ιμπεριαλιστής σε αυτήν την απειλή: με στρατιωτική εισβολή και προσπάθεια ανατροπής του καθεστώτος.
Η κατάσταση στην Ουκρανία είναι ακόμα ρευστή. Η Ρωσία απέτυχε να επιβάλλει αλλαγή καθεστώτος αλλά είχε αρκετά κέρδη στο πεδίο των εδαφών που θέλει να αποσπάσει από την Ουκρανία. Οι αμερικανοί και ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές θέλουν να κάνουν την Ρωσία να πληρώσει ακριβά αυτήν την εισβολή. Επιδιώκουν το οικονομικό αδυνάτισμα της Ρωσίας μέσω των κυρώσεων, αλλά φαίνεται να προωθούν και την ιδέα της ολοκληρωτικής ήττας της Ρωσίας και της επανακατάκτησης των απωλεσθέντων εδαφών. Αυτό σημαίνει συνέχιση του αιματηρού πολέμου και κλιμάκωση. Η πιθανότητα του πυρηνικού χτυπήματος παραμένει στο τραπέζι, όπως και η πιθανότητα της ανατροπής του Πούτιν.
Σε έναν πόλεμο μεταξύ αστικών κρατών, η εργατική τάξη προσδοκά την ήττα και των δύο στρατοπέδων με την ανατροπή της αστικής εξουσίας και στα δύο μέρη. Έμπρακτα όμως μπορεί να συμβάλει μόνο στην ήττα του «δικού της» στρατού. Η στρατιωτική ήττα πάντα οδηγεί σε πολιτική κρίση και δημιουργεί επαναστατική ευκαιρία. Από αυτήν τη σκοπιά –από τη σκοπιά της διεκδίκησης της εξουσίας– εξετάζουμε κάθε πολεμική αναμέτρηση. Σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να στραφούν και οι αγώνες της ελληνικής εργατικής τάξης στον συγκεκριμένο πόλεμο με στόχο την απεμπλοκή της Ελλάδας από τον πόλεμο, την ανατροπή των αστικών δυνάμεων που τον υπηρετούν, την απεμπλοκή από το ΝΑΤΟ και τους πολεμικούς του σχεδιασμούς. Ιδιαίτερα σήμερα που η κλιμάκωση της σύγκρουσης φαίνεται να παίρνει παγκόσμιο χαρακτήρα, αναδεικνύεται η ανάγκη επαναστατικής διεθνούς.
Οι εξελίξεις στην Ουκρανία αποδεικνύουν ακόμα ότι:
α. Η αλλαγή γεωπολιτικού στρατοπέδου για μια χώρα δεν είναι ένα απλό ζήτημα που λύνεται με την απόφαση μιας κυβέρνησης, αλλά ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα που απαιτεί τη χρήση βίας.
β. Οι κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία είναι αυτές που θα επιβάλλονταν σε κάθε χώρα που επιχειρούσε να αποδεσμευτεί από τις συμφωνίες που έχει υπογράψει η αστική τάξη και τις συμμαχίες στις οποίες συμμετέχει. Τέτοιες κυρώσεις θα αντιμετώπιζε η Ελλάδα στην περίπτωση που ακολουθούσε τον δρόμο της διαγραφής του χρέους.
4. Η κρίση του 2007-2009 άνοιξε τον δρόμο για ένα παροξυσμό εντάσεων. Οι αστικές τάξεις για να ξεπεράσουν την κρίση επενδύουν στον εθνικισμό. Τα αστικά κράτη και οι αστικές κοινωνίες αυταρχοποιούνται στη βάση της νεοφιλελεύθερης αντεπίθεσης των τελευταίων δεκαετιών που έχουν οδηγήσει στην ιδιωτικοποίηση των πάντων, στην κατάργηση κάθε κεκτημένου εργατικού δικαιώματος, στην πλήρη ασυδοσία του κεφαλαίου στους χώρους εργασίας. Πάνω σ’ αυτήν την οικονομική βάση, τα αστικά κράτη και να θέλουν δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα στην εργατική τάξη για να την προστατέψουν από την οποιαδήποτε κρίση (οικονομική, υγειονομική, κλιματική). Αντιθέτως, η απάντηση σε κάθε τέτοια κρίση είναι η περαιτέρω ενίσχυση των μονοπωλίων με κάθε είδους στήριξη από το κράτος.
Προετοιμάζουν τους λαούς, και ειδικά την εργατική τάξη, να ταυτιστεί με τα συμφέροντα των αφεντικών της, να υποστεί τη λιτότητα ή τον πόλεμο για το καλό της «πατρίδας», δηλαδή, για τα κέρδη των ντόπιων καπιταλιστών. Ο εθνικισμός είναι σε έξαρση σε κάθε χώρα του καπιταλισμού, από τις ΗΠΑ έως την Κίνα, από τις σκανδιναβικές χώρες έως τις μεσογειακές. Αποτελεί τον μεγαλύτερο εχθρό του παγκόσμιου προλεταριάτου και κάθε ξεχωριστής εργατικής τάξης, καθώς ο εθνικισμός του κάθε έθνους δεν στρέφεται μόνον εναντίον άλλων λαών για να τους υποτάξει και να τους καταληστεύσει αλλά και εναντίον του επαναστατικού κινήματος και της εργατικής τάξης στο εσωτερικό κάθε χώρας.
Το αντίδοτο στον εθνικισμό της αστικής τάξης είναι ο διεθνισμός του προλεταριάτου, η πάλη για μετατροπή των εθνικών ιμπεριαλιστικών πολέμων σε εμφύλιο πόλεμο του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη της χώρας του, η αναγκαιότητα της ανατροπής από κάθε ξεχωριστό εθνικό προλεταριάτο της δικής του εθνικής αστικής τάξης.
Το μέτωπο ενάντια στον εθνικισμό στην Ελλάδα είναι κρίσιμη πλευρά της ιδεολογικής–πολιτικής διαπάλης. Οι ανιστόρητες απόψεις για το Μακεδονικό και η αστική προπαγάνδα για τα ελληνικά «κυριαρχικά δικαιώματα» στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, που δυστυχώς έχουν επίδραση και στις γραμμές της Αριστεράς, πρέπει να αποτελούν μόνιμο στόχο της πολεμικής μας.
5. Η αστική τάξη της Ελλάδας κατάφερε την προηγούμενη δεκαετία να βγει νικήτρια από μια σκληρή εσωτερική αναμέτρηση με την εργατική τάξη. Πάνω σε αυτήν τη νίκη οικοδομήθηκε η πολιτική σταθερότητα. Επίσης, χάρη σε αυτήν τη νίκη, η οικονομία αναπτύχθηκε με τους όρους των κεφαλαιοκρατών, με διάλυση των συλλογικών συμβάσεων και υποχώρηση των μισθών.
Μέσα στο βαρύ κλίμα της οικονομικής κρίσης, της πανδημίας και της όξυνσης των καπιταλιστικών αντιθέσεων και των πολεμικών αναμετρήσεων, δυσκολεύει το τοπίο και για την ελληνική αστική τάξη. Οι διεθνείς εξελίξεις επιδρούν ήδη στην οικονομία, αλλά δεν έχουν εκτροχιάσει την κατάσταση. Η οικονομία παρουσιάζει υψηλή ανάπτυξη μετά το 2ο τρίμηνο του 2021 και το πανδημικό σοκ, αλλά εμφανίζεται επιβράδυνση της ανάπτυξης στο 7% το 2ο τρίμηνο του 2022. Κρίσιμο ζήτημα παραμένει το δημόσιο χρέος. Παρά το ότι το προφίλ του χρέους με τις μνημονιακές πολιτικές και τη στήριξη ΕΕ και ΔΝΤ βελτιώθηκε και ως προς το μέσο επιτόκιο, αλλά και ως προς τους χρόνους αποπληρωμής, καθιστώντας το εξυπηρετήσιμο, ο κύκλος ανόδου των επιτοκίων που έχει ξεκινήσει, μπορεί να επαναφέρει το χρέος στο επίκεντρο.
Συνέπεια της ήττας της εργατικής τάξης είναι και ότι η δημόσια συζήτηση κινείται προς την κατεύθυνση να θεωρούνται ιερά τα «δίκαια» των καπιταλιστών (η μη πληρωμή φόρων, η ασυδοσία τους στους χώρους εργασίας και η άγρια εκμετάλλευση των εργατών τους, οι μπίζνες τους στις ξένες χώρες, η καταστολή στο εσωτερικό, και φυσικά τα «εθνικά» κυριαρχικά δικαιώματα ακόμα και εκεί που δεν υπάρχουν, όπως οι Α.Ο.Ζ.) και κάθε φωνή που εναντιώνεται σ’ αυτά, ακόμα και αστική, να φιμώνεται.
Στο επίπεδο των διεθνών ιμπεριαλιστικών σχέσεων, ο ελληνικός καπιταλισμός έχει επιλέξει τη στενότερη πρόσδεση στο στρατόπεδο των αμερικανών και ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, και προσδοκά από αυτήν την πρόσδεση την αναβάθμιση της θέσης του και την ισχυροποίησή του στην αντιπαράθεσή του με την άλλη μεγάλη τοπική δύναμη, την Τουρκία, η οποία στη βάση της αύξησης της ισχύος της διεκδικεί μεγαλύτερο ρόλο στην περιοχή, στρεφόμενη όλο και περισσότερο προς τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ανατολής (Ρωσία, Κίνα). Αυτή η επιλογή στρατοπέδων οξύνει ακόμα περισσότερο τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις αστικές τάξεις Ελλάδας και Τουρκίας. Αυτό που πρέπει να είναι ξεκάθαρο για την εργατική τάξη της Ελλάδας και της Τουρκίας είναι ότι η όξυνση και πολύ περισσότερο η πολεμική σύγκρουση ανάμεσα στις δύο χώρες δεν αφορά τα συμφέροντα των εργατών.
Η καλύτερη ασπίδα απέναντι στον πόλεμο είναι η διάσπαση του εθνικού μετώπου: η εμφάνιση της εργατικής τάξης στο προσκήνιο με τα δικά της ταξικά συμφέροντα, με την ενίσχυση της απειλής για την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας στην Ελλάδα.
Επίσης, ξεκάθαρο πρέπει να είναι ότι ακόμα κι αν υπάρξει πολεμική αναμέτρηση μετά από επιθετική ενέργεια της Τουρκίας, θα πρόκειται για μια ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση και από τις δύο πλευρές. Το καθήκον της εργατικής τάξης δεν μπορεί να είναι η «υπεράσπιση της πατρίδας». Η ένοπλη εργατική τάξη πρέπει να χρησιμοποιήσει τα όπλα της ενάντια στην αστική της τάξη.
6. Στο πολιτικό πεδίο, το μνημονιακό μπλοκ διατηρεί την πολιτική ηγεμονία που κατέκτησε την περίοδο 2010-2015 και στο εσωτερικό αυτού του μπλοκ κυρίαρχο κόμμα παραμένει η Νέα Δημοκρατία. Η άνετη επικράτηση της κυβέρνησης σε όλες τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που πήρε είναι εκδήλωση αυτής της κυριαρχίας. Ταυτόχρονα, δείχνει και τις συνέπειες από την ήττα της εργατικής τάξης κατά τη μνημονιακή δεκαετία: απογοήτευση, συρρίκνωση και αδυνάτισμα των συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων της τάξης, αδυναμία μαζικών πολιτικών αγώνων.
Οι πολιτικές εξελίξεις θα επηρεαστούν από τις συνέπειες της διεθνούς οικονομικής κρίσης και από τη στάση της εργατικής τάξης. Η ακρίβεια που αποτελεί μια πρώτη συνέπεια της κρίσης προκαλεί δυσαρέσκεια, αλλά δεν φαίνεται να απειλεί την κυριαρχία της ΝΔ. Κι αυτό γιατί στο πολιτικό προσκήνιο δεν υπάρχει κάποια διαφορετική κυβερνητική πρόταση. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση δεν πιέζεται από μαζικές κινητοποιήσεις. Στην επικαιρότητα αναδείχτηκαν επιμέρους οικονομικοί αγώνες, που μπορεί να ήταν οι πιο μαζικοί των τελευταίων χρόνων, αλλά τέτοιοι αγώνες ποτέ δεν έλειψαν τα τελευταία 10 χρόνια. Αντίθετα, οι απεργίες που προκηρύχτηκαν ενάντια σε κυβερνητικούς νόμους είχαν χαμηλή συμμετοχή, προκαλώντας αναπόφευκτες συγκρίσεις με τον τελευταίο μεγάλο πολιτικό αγώνα τον Φλεβάρη του 2012.
Παρόλα αυτά πρέπει να διακρίνουμε πως οι εξελίξεις μπορεί να γίνουν πυκνές κάτω από το βάρος των προβλημάτων που δημιουργούνται από τον ενεργειακό πόλεμο και την ακρίβεια στην ενέργεια, στα καύσιμα και στα τρόφιμα. Η εργατική τάξη και ο εργαζόμενος λαός δεν θα καθίσουν με σταυρωμένα χέρια να πεθάνουν από το κρύο και την πείνα. Ως εκ τούτου η κατάσταση που περιγράφουμε μπορεί να μεταβληθεί άρδην και η κυβέρνηση να αμφισβητηθεί από πλατιά εργατικά και λαϊκά στρώματα, ακόμα και αν δεν υπάρχει ορατή πολιτική διέξοδος. Πιθανή εξέλιξη είναι και οι μεταναστευτικές ροές από τις φτωχές χώρες που θα αντιμετωπίσουν επισιτιστικό πρόβλημα προς την Ευρώπη. Την αναζωπύρωση του μεταναστευτικού ζητήματος θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει η άκρα δεξιά για να εμφανιστεί και πάλι στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Για αυτό το λόγο για μια ακόμα φορά οι κομμουνιστές, όπου και αν βρίσκονται πρέπει να σπεύσουν, για να δώσουν πολιτική διέξοδο σε επαναστατική κατεύθυνση.
7. Η νέα φάση της κρίσης βρίσκει την εργατική τάξη πιο αδύναμη σε σύγκριση με το 2010, από την άποψη της οργάνωσής της. Ταυτόχρονα, διατηρεί πολύ λιγότερες αυταπάτες σε σχέση με τότε. Αυτό καθιστά πιο δύσκολη την κινητοποίησή της υπέρ κάποιου από τα κόμματα που διεκδικούν τη στήριξή της. Οι διάφοροι τσαρλατάνοι με τις «μαγικές λύσεις» που αναδύθηκαν το 2010, θα δυσκολευτούν πολύ να επιπλεύσουν σε αυτό το κλίμα δυσπιστίας.
Η ολοένα αυξανόμενη αποχή στις εκλογές, δείχνει επίσης ότι δεν υπάρχει στο προσκήνιο κάποια πολιτική πρόταση που να κινητοποιεί τους εργαζόμενους. Σε αυτές τις συνθήκες, με τους σημερινούς πολιτικούς συσχετισμούς και το σημερινό επίπεδο κινητοποίησης της εργατικής τάξης, η πρόταση της εργατικής κυβέρνησης είναι σύνθημα ζύμωσης και όχι δράσης. Ακόμα και η προοπτική μιας φαινομενικά εργατικής κυβέρνησης είναι μακρινή και πάντως εντελώς αδύνατη στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
8. Ο πόλεμος της ενέργειας που βρίσκεται σε εξέλιξη, μετά και την απόφαση Πούτιν να περιορίσει την ροή αερίου προς την Ευρώπη, σε συνδυασμό με την ακρίβεια σε ενέργεια, καύσιμα, τρόφιμα, θα δημιουργήσει αντιδράσεις στα λαϊκά στρώματα αλλά και σε καπιταλιστές και θα προκληθούν φαινόμενα πολιτικής αστάθειας και εξεγέρσεων. Ο χειμώνας που έρχεται θα είναι βαρύς για την εργατική τάξη και τον εργαζόμενο λαό και ίσως καυτός από την άποψη των διαμαρτυριών και των εξεγέρσεων που είναι πιθανό προκληθούν κάτω από το βάρος των προβλημάτων διαβίωσης και επιβίωσης. Η περίσταση αυτή θέτει ξανά στο προσκήνιο την κομμουνιστική απάντηση στα ζητήματα αυτά, δηλαδή, της κρατικοποίησης του τομέα της ενέργειας, την κρατικοποίηση όλων των μονάδων παραγωγής ενέργειας και τη λειτουργία τους με εργατικό έλεγχο.
Μέσα σε μια τέτοια κατάσταση πρέπει να τονίσουμε τη θέση μας ότι αποτελούν ουτοπία οι απόψεις που μιλάνε για επιστροφή σε κάποια προηγούμενη κανονικότητα. Τέτοια δεν υπάρχει. Η μόνη κανονικότητα είναι η σημερινή δυστοπία η οποία θα χειροτερέψει μαζί με την ακρίβεια η οποία ήρθε για να μείνει.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η εξέγερση και η επαναστατική ανατροπή της σημερινής καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων αποτελεί τη μόνη ρεαλιστική διέξοδο για τα εργατικά συμφέροντα και τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού. Το λεγόμενο μεταβατικό πρόγραμμα πρέπει να μπει ξανά στο κέντρο του ενδιαφέροντος των εργατικών πολιτικών δυνάμεων και να αποτελέσει αντικείμενο πλατιάς πολιτικής ζύμωσης σαν η μόνη εργατική απάντηση στην παρούσα δυστοπική κατάσταση. Ταυτόχρονα, αποκτά άμεση επικαιρότητα το ζήτημα της ενότητας των κομμουνιστών για να απαντήσουν από τη σκοπιά της εργατικής τάξης στην παρούσα δυστοπία και στην πολύ πιθανή πολιτική αστάθεια και τις εξεγέρσεις που θα προκληθούν κάτω από το βάρος των ασήκωτων προβλημάτων που φαίνεται να προκαλεί η αντιπαράθεση των ιμπεριαλιστών και ο πόλεμος της ενέργειας.
9. Η κομμουνιστική Αριστερά κυριαρχείται από αστικές αντιλήψεις, οδηγεί σε ήττα και απογοήτευση τους κομμουνιστές, στη διάλυση του συνδικαλιστικού κινήματος, και δεν μπορεί να εμπνεύσει την εργατική τάξη. Κυρίαρχο ζήτημα αποτελεί το ζήτημα της εξουσίας της εργατικής τάξης, δηλαδή, της δικτατορίας του προλεταριάτου, το οποίο η κομμουνιστική αριστερά το έχει απεμπολήσει χαρακτηρίζοντας την εργατική τάξη ως αδύναμη για να ανατρέψει τη δικτατορία του κεφαλαίου. Η εμπειρία της προηγούμενης δεκαετίας το απέδειξε περίτρανα.
Σ’ αυτήν την κατάσταση, η μοναδική απάντηση βρίσκεται στην Ενότητα των Κομμουνιστών, η οποία δεν θα επιτευχθεί μέσα από διαπραγματεύσεις κάποιων ηγετών, ή μέσα από τη συνένωση κάποιων σκόρπιων ομάδων. Εκείνο που προέχει στην πάλη κατά του οπουρτουνισμού και του καπιταλισμού είναι το ξεκαθάρισμα στόχου και κατευθύνσεων, η προβολή του μεταβατικού προγράμματος της εξουσίας της εργατικής τάξης μέσα στους αγώνες του σήμερα χωρίς υστεροβουλίες και συμβιβασμούς.
Με όλους αυτούς που παλεύουν στην ίδια κατεύθυνση, όλους όσους θέλουν την κομμουνιστική ενότητα, που περνάει μέσα από τη διάσπαση με τον ρεφορμισμό, είμαστε σίγουροι ότι θα βρεθούμε αργά ή γρήγορα ενωμένοι και οργανωμένοι στο ίδιο επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης, η ύπαρξη του οποίου αποτελεί κοινωνική αναγκαιότητα. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί μόνιμο καθήκον της οργάνωσής μας η ανάπτυξη θεωρητικού διαλόγου και η παρέμβαση μας στο κίνημα της εργατικής τάξης και της νεολαίας.
Η διαδικασία αυτή της ενότητας των κομμουνιστών, σε συνθήκες κρίσης και ιδιαίτερα σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης όπως αυτή του 2011, απαιτεί συμφωνία και σε σχέση με την εκτίμηση της κατάστασης και τα άμεσα τακτικά καθήκοντα.
Η απογοήτευση από την ήττα, αλλά και τα νέα ζητήματα που απαιτούν απαντήσεις έχουν οδηγήσει την κομμουνιστική Αριστερά σε μια πορεία συρρίκνωσης και κατακερματισμού. Θα επιδιώξουμε την επαφή με δυνάμεις και αγωνιστές με τους οποίους είτε μοιραστήκαμε κοινές εκτιμήσεις και απόψεις είτε δώσαμε κοινές μάχες και θα ανταποκριθούμε σε κάθε πρόσκληση για πολιτικό και θεωρητικό διάλογο.
10. Στις σημερινές συνθήκες, απαιτείται η ανάπτυξη δράσεων ιδεολογικής – θεωρητικής κατεύθυνσης με ποικίλους τρόπους (επανέκδοση/παρουσίαση του βιβλίου του σ. Κώστα Μπατίκα για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό–κομμμουνισμό, ιδεολογικά μαθήματα, άρθρα κ.λπ.).
Στα πρακτικά καθήκοντα του επόμενου διαστήματος, ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δοθεί στις εκλογές για τοπική διοίκηση του 2023, με στόχο τη συγκρότηση ψηφοδελτίων που θα διακρίνονται από τον απολίτικο κινηματισμό που κυριαρχεί σε ανάλογες προσπάθειες της Αριστεράς, θα υποστηρίζουν το μεταβατικό πρόγραμμα και θα μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση του επαναστατικού ρεύματος και να κερδίσουν δυνάμεις στην πάλη για την εξουσία και το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου. Οι εκλογές αυτές θα πρέπει να συνδεθούν με τον αντιφασιστικό αγώνα, καθώς, ειδικά στην Αθήνα, είναι πιθανό να επιδιώξουν οι ναζί του Κασιδιάρη να εμφανιστούν και πάλι στο πολιτικό προσκήνιο.
Τέλος, στα πλαίσια της ενιαιομετωπικής δράσης θα παρακολουθήσουμε τις διαδικασίες της συνδικαλιστικής κίνησης «Μάχη».
Οκτώβρης 2022