Αποσπάσματα από την Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
Αποσπάσματα από την
Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ
Το πρώτο τρίμηνο του 2011 θα είναι, όπως όλα δείχνουν, η πιο κρίσιμη περίοδος στην πορεία της παρούσας κρίσης. Θα είναι περίοδος αναδιαρθρώσεων που θα μεταβάλουν δομικά την οικονομία της χώρας και θα επιφέρουν μακροπρόθεσμα σημαντική αλλαγή στη διάρθρωση και τη θέση όλων των κοινωνικών τάξεων. Στο άμεσο οικονομικό επίπεδο θα κριθεί τόσο ο χρόνος και οι όροι της χρεοκοπίας της χώρας και οι συνέπειες για τη θέση της στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Η όξυνση της ταξικής πάλης θα είναι σημαντική και θα μεταβάλει ριζικά το σύνολο του πολιτικού συστήματος άμεσα και μακροπρόθεσμα.
Όσον αφορά τις εσωτερικές εξελίξεις, έχει ήδη προδιαγραφτεί ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα έχουν νομοθετηθεί ή δρομολογηθεί σημαντικές αναδιαρθρώσεις. Πρόκειται για την εφαρμογή των απαιτήσεων των ΔΝΤ και ΕΕ από την παρούσα κυβέρνηση, με στόχους:
-
Να μετατραπεί η Ελλάδα σε χώρα προσφοράς φτηνής εργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να προκύψει ανώτερο επίπεδο συνολικής και ατομικής κερδοφορίας του κεφαλαίου...
-
Να ξεπουληθούν σε μεγάλους επενδυτές – και κατά συνέπεια κατά μεγάλο μέρος σε ξένους επενδυτές – κερδοφόροι τομείς που θα προκύψουν από τη συρρίκνωση του κράτους (σε οικονομικές δραστηριότητες, πάγια κεφάλαια και δημόσια περιουσία).
-
Να μετατραπεί η ελληνική οικονομία σε επενδυτικό παράδεισο, τόσο για τις άμεσες όσο και για τις έμμεσες επενδύσεις.
[…]
Είναι φανερό και με απλή αριθμητική ότι η χώρα όχι μόνο άμεσα αλλά και στη «μετά Μνημονίου» εποχή δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το υπάρχον χρέος, παρά μόνο διογκώνοντάς το. Το πρόβλημα είναι ότι οι διεθνείς επενδυτές το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό και ότι οι αγορές γνωρίζουν, το προεξοφλούν
Αν το Μνημόνιο προστατεύει προς το παρόν το ελληνικό δημόσιο από τις αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων, δεν προστατεύει από τις άλλες συνέπειες. Το δημόσιο χρέος συνεχίζει να αυξάνεται, ρευστότητα δεν υπάρχει και η ύφεση μειώνει τα έσοδα του δημοσίου και συρρικνώνει το ΑΕΠ. Έτσι κλείνει ο φαύλος κύκλος της δημοσιονομικής κρίσης και η χρεοκοπία γίνεται αναπόφευκτη. Αυτή είναι η βάση από την οποία προκύπτει η βεβαιότητα των διεθνών οικονομικών αναλυτών για την χρεοκοπία που επέρχεται.
Η αστική τάξη ρίχνει όλο το βάρος στην καλή σχέση με το ΔΝΤ προκειμένου να πάρει νέα στήριξη (ήδη πήρε την ανακοίνωση της επιμήκυνσης αποπληρωμής, η οποία ήταν δεδομένη, αλλά έπρεπε να γίνει γνωστή και σίγουρη για τις αγορές) και στη διαπραγμάτευση για τους όρους χρεοκοπίας εντός ΕΕ (το μηχανισμό ελεγχόμενης χρεοκοπίας), από τους οποίους κρίνεται και η ζημιά που η ίδια θα υποστεί (πόσο δηλαδή η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους θα κοστίσει στις ελληνικές τράπεζες, αλλά και πόσο θα κλονιστούν οι τράπεζες όταν αυτό ανακοινωθεί). Γι’ αυτό η ελληνική κυβέρνηση θα κάνει τους επόμενους μήνες διπλό αγώνα δρόμου. Στο εσωτερικό για να αποδειχθεί καλός μαθητής της Τρόικας και στην ΕΕ για να προσδιοριστεί με τους ευνοϊκότερους δυνατούς όρους ο προαποφασισμένος από το Γαλλο-γερμανικό άξονα μηχανισμός ελεγχόμενης χρεοκοπίας.
Πρέπει επίσης να σημειώσουμε την προωθούμενη συμφωνία Ελλάδας-Τουρκίας για συνεκμετάλλευση του Αιγαίου. Ήδη η κυβέρνηση έχει ιδρύσει εταιρεία άντλησης υδρογονανθράκων και είναι έτοιμη να προχωρήσει σε συμφωνία με την Τουρκία. […] Στη συνεκμετάλλευση αυτή, η οποία εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Ελληνικής και Τουρκικής αστικής τάξης, θα συμμετέχουν βέβαια και ευρωπαϊκές πολυεθνικές και άλλες πολυεθνικές.
Η κρίση στην Ευρωζώνη
Τα κρισιμότερα ζητήματα για το μέλλον της ευρωζώνης και κατά προέκταση για το άμεσο μέλλον της χώρας δεν εξαρτώνται ωστόσο, από την ελληνική κυβέρνηση αλλά μάλλον δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν και από τα κέντρα εξουσίας της ΕΕ.
Αυτό δε σημαίνει ότι υπάρχουν κάποια διεθνή «σκοτεινά κέντρα» πίσω από τις εξελίξεις. Οι κερδοσκόποι (μεγάλες διεθνείς τράπεζες και επενδυτικοί όμιλοι) εκμεταλλεύονται τις οικονομικές εξελίξεις με σκοπό τόσο να αποκομίσουν άμεσο υπερκέρδος, όσο και να εξυπηρετήσουν τις πολιτικές σκοπιμότητες των ιμπεριαλιστικών κέντρων στα οποία ανήκουν. Δεν είναι ούτε παντοδύναμοι, ούτε «υπερεθνικοί». Οι επιδιώξεις τους δεν είναι τόσο σκοτεινές, είναι αντικείμενο ανάλυσης του διεθνή οικονομικού και πολιτικού ανταγωνισμού στον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό.
Όσο και αν παρεμβαίνουν και εκβιάζουν οι διεθνείς κερδοσκόποι μέσα από τις επενδυτικές κινήσεις και τη δημιουργία κλίματος στις διεθνείς αγορές, δεν δημιουργούν την οικονομική κατάσταση ή τις πολιτικές εξελίξεις ή τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς που αποτελούν το υπόβαθρο των κινήσεών τους. Δεν δημιούργησαν τη δημοσιονομική κρίση στην Ελλάδα και την Πορτογαλία, την τραπεζική κρίση στην Ιρλανδία, την Ισπανία και την Ιταλία, την αμφισβήτηση της σταθερότητας του ευρώ κ.λπ. Οι κρίσεις αυτές είναι απλώς μορφές της κρίσης υπερσυσσώρευσης που εκδηλώνεται με τις εκάστοτε εθνικές ιδιαιτερότητες των καπιταλιστικών σχηματισμών και είναι πιο οξυμμένη σε οικονομίες όπου το γενικό ποσοστό κέρδους είναι ήδη χαμηλό. […]
Στην παρούσα φάση, η ευρωζώνη πρέπει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν από το εσωτερικό και το εξωτερικό και σε αυτή τη βάση είναι όντως εκτεθειμένη σε μεγάλο βαθμό στις κινήσεις κερδοσκοπικών κεφαλαίων. […] Από τις εξελίξεις σε αυτά τα πεδία: τον επικείμενο μεγάλο δανεισμό πολλών κρατών του ευρώ εντός Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου, την εξέλιξη της κρίσης στην Ισπανία και την αντοχή των τραπεζών της, την πορεία των διεθνών ισοτιμιών του ευρώ κ.ά. θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό αν επιταχυνθούν και σε ποια κατεύθυνση οι εξελίξεις αναδιάρθρωσης της ευρωζώνης στο αμέσως επόμενο διάστημα και αν η Ελλάδα θα οδηγηθεί σε βεβιασμένη χρεοκοπία και αναδιάρθρωση του χρέους της.
Στο γενικότερο διεθνή ανταγωνισμό πολλοί προσδοκούν οφέλη από την αμφισβήτηση της ευρωζώνης και επιθυμούν να στρέψουν τις εξελίξεις σε συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι ΗΠΑ προσβλέπουν σε μία αποδυνάμωση των διεθνών ανταγωνιστών τους, κυρίως της Γερμανίας, και την πολιτική αποδυνάμωση της ΕΕ, χωρίς ωστόσο να ωφελούνται από την κατάρρευση της ευρωζώνης και χωρίς να επιθυμούν μία πιο συνεκτική ευρωζώνη με τη συμμετοχή μόνο της Γερμανίας και του περίγυρού της. Η Μ. Βρετανία στηρίζει ένα μεγάλο μέρος του υπερκέρδους της στις κερδοσκοπικές δραστηριότητες εντός της ευρωζώνης […] και θέλει την παράταση της κρίσης, υπό τον όρο ότι δεν θα κληθεί το χρηματιστικό της κεφάλαιο να πληρώσει μεγάλο μέρος της μέσα από το μηχανισμό ελεγχόμενης χρεοκοπίας (ως κάτοχος ομολόγων των υπό χρεωκοπία χωρών), όπως επιδιώκουν οι Γερμανοί. Η Κίνα προσδοκά μέσα από την κρίση να αυξηθεί η παρέμβασή της στην ευρωπαϊκή αγορά για να διαθέσει το τεράστιο πλεόνασμά της, αλλά δεν ωφελείται από μία πιθανή διολίσθηση του ευρώ ή από τη διάσπαση της ευρωζώνης. Σε αυτό το πνεύμα δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι «στηρίζει το ευρώ» και παίρνει ανάλογες επενδυτικές πρωτοβουλίες.
Εντός της ευρωζώνης αναζωπυρώνεται η αντιπαράθεση γύρω από την ενοποίηση. Την στιγμή που από τις αστικές τάξεις του Βορρά σχεδιάζεται μία νέα δομή της ευρωζώνης -με έξοδο των χωρών που χρεοκοπούν ή την επιβολή πολιτικής και οικονομικής κηδεμονίας σε αυτές, τη θεσμοθέτηση δύο ταχυτήτων και την επιβολή αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας ως βάση στήριξης του ευρώ - η απάντηση των οπαδών της ενοποίησης είναι το ευρω-ομόλογο ή η στήριξη της ρευστότητας από την ΕΚΤ με πληθωριστικό χρήμα. […] Είναι φανερό ότι εφόσον επιβιώσει της παρούσας κρίσης η ευρωζώνη, θα μεταλλαχθεί με τρόπο που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Γερμανίας, η οποία βγαίνει δυναμωμένη από την συγκυρία και κρατά ήδη επιπλέον εκβιαστικό πλεονέκτημα απέναντι σε χώρες που δανείζει μέσα από το μηχανισμό στήριξης.
Το αστικό κομματικό σκηνικό
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ υλοποιώντας το μνημόνιο προχώρησε στη νομοθέτηση της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων, στη μείωση των εργατικών μισθών και των ασφαλιστικών εισφορών των καπιταλιστών, δηλαδή στη συνολική μείωση της τιμής πώλησης της εργατικής δύναμης και στη συμπίεση της αξίας της, συνεισφέροντας με τον τρόπο αυτό αλλά και με τη μείωση της φορολόγησης των κερδών από το 25 στο 20% και με διάφορους αναπτυξιακούς νόμους, στην αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου και στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για περαιτέρω επενδύσεις, αύξηση των καπιταλιστικών κερδών και της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.
Επίσης, η μείωση των μισθών στις ΔΕΚΟ, οι μετατάξεις προσωπικού από τον ΟΣΕ και αλλού προς νοσοκομεία και Δήμους, οι ιδιωτικοποιήσεις ΔΕΚΟ, σε συνδυασμό με την κρίση και την ασκούμενη πολιτική που χτυπάει ιδιαίτερα τα μικρομεσαία στρώματα που απευθύνονται στην εσωτερική αγορά, έχει φέρει την κυβέρνηση σε κόντρα με μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, έχει περιορίσει ακόμα περισσότερο τις κοινωνικές συμμαχίες της αστικής τάξης, έχει καταστήσει την κυβέρνηση, κυβέρνηση μειοψηφίας.
Η γραμμή της αστικής τάξης φαίνεται να είναι ενιαία όσον αφορά την υλοποίηση του μνημονίου.
Η ΝΔ εξακολουθεί να χρησιμοποιεί αντιμνημονιακή ρητορική, χωρίς βέβαια να εμποδίζει πρακτικά την εφαρμοζόμενη πολιτική. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις παραμένει - παρά τη φθορά της - σημαντικός παράγοντας στο πολιτικό παιχνίδι.
Κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα δε φαίνεται να σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση σε μια ενδεχόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Ο ΛΑΟΣ συνεχίζει να παίζει ανάμεσα στις δυνάμεις του δικομματισμού στηρίζοντας τις επιλογές της αστικής τάξης και της κυβέρνησης, πράγμα που κάνει σε μεγάλο βαθμό και η Δημοκρατική Συμμαχία και η Δημοκρατική Αριστερά.
Η αστική τάξη μαζεύει όλες τις εφεδρείες της για τη στήριξη της μνημονιακής πολιτικής, η οποία έρχεται σε κόντρα με τα εργατικά συμφέροντα αλλά και με αυτά των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, γι αυτό άλλωστε χρειάζεται ευρεία αστική συσπείρωση.
Η κατάσταση στην Αριστερά, οι δυνατότητες της πρότασής μας
Το ΚΚΕ αποφεύγει οποιαδήποτε συζήτηση για το θέμα της πολιτικής πρότασης. Η γραμμή του κωδικοποιείται στην ανάπτυξη αγώνων και στην πάλη για λαϊκή εξουσία χωρίς σύνδεση ανάμεσα στη σημερινή ανάπτυξη του κινήματος και την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Το εμφανές κενό στην πολιτική του γραμμή δημιουργεί προβληματισμό και τριγμούς στις γραμμές του. Ταυτόχρονα, υιοθετεί αργά αλλά σταθερά αιτήματα όπως η διαγραφή του χρέους, η διαγραφή χρεών των ανέργων κτλ, χωρίς όμως να μετατοπίζεται από την πολιτική γραμμή σχετικά με την οικοδόμηση συμμαχιών και την κατάθεση πολιτικής πρότασης εξόδου από την παρούσα κρίση. Αντίθετα, περιχαρακώνεται ακόμη περισσότερο έναντι της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ταλανίζεται από τις αντιφάσεις και τα πολιτικά προβλήματα του βασικού εταίρου της συμμαχίας, του Συνασπισμού. Τάσεις του Συνασπισμού διατυπώνουν θέσεις πολύ πιο προωθημένες από τις προγραμματικές θέσεις του κόμματος, διαμορφώνοντας αγεφύρωτο ρήγμα ανάμεσα στις εσωκομματικές τάσεις. Η κατάσταση στο Συνασπισμό απειλεί με διάλυση και το ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει πρόταση διαχείρισης της παρούσας κρίσης από αστική σκοπιά, χωρίς να αμφισβητεί το πλαίσιο της ΕΕ. Ακριβώς, για αυτό το λόγο δεν είναι αξιόπιστος, ούτε μπορεί να έχει καμία τύχη η πρόταση συνεργασίας που απευθύνει στο ΚΚΕ και την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποφεύγει να καταθέσει πολιτική πρόταση για έξοδο από την παρούσα κρίση. Μιλάει μόνο για κοινή δράση, η οποία όμως αναιρείται ακριβώς λόγω έλλειψης πολιτικής πρότασης. Οι δυνάμεις της ασχολούνται κυρίως με τη συγκρότηση του μορφώματος και τις εσωτερικές του διαδικασίες.
Όλες σχεδόν οι δυνάμεις της Αριστεράς φυγομαχούν από τις ανάγκες και τα καθήκοντα του σήμερα. […] Τα ίδια τα πράγματα όμως θα πιέσουν ακόμη περισσότερο για απάντηση στην παρούσα κρίση, για αυτό με υπομονή και επιμονή πρέπει να συνεχίσουμε, να προτάξουμε την πολιτική μας πρόταση συνολικά, ανοίγοντας και διευρύνοντας ταυτόχρονα το ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο, χτυπώντας με επιχειρήματα τις δυνάμεις εκείνες που φυγομαχούν, οριοθετώντας παράλληλα τον κοινό αντίπαλο, τον καπιταλισμό, την κυβέρνηση, την ΕΕ, το ΔΝΤ, τα κόμματα του κεφαλαίου, την αστική επιρροή στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Η όξυνση της ταξικής πάλης το επόμενο διάστημα, η προοπτική ελεγχόμενης πτώχευσης και αναδιάρθρωσης του χρέους, μπορεί να σημάνει και εκλογές. Άρα, πρέπει να δούμε και σε αυτήν την περίπτωση με ποιους μπορούμε να πάμε, στη βάση του προγράμματος που είναι σχετικά κατακτημένο από μια σειρά δυνάμεις.
Στις εθνικές εκλογές τίθεται το ζήτημα της κυβερνητικής εξουσίας και στο ερώτημα αυτό, στο οποίο εμείς απαντάμε με το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης, καμιά άλλη δύναμη δεν απαντάει. Ούτε οι δυνάμεις με τις οποίες συνεργαστήκαμε στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές.
Το σύνθημα που πρέπει να κυριαρχήσει στις εκλογές θα εξαρτηθεί από τις συγκεκριμένες συνθήκες που οι εκλογές θα γίνουν. Αν θα γίνουν σε καθεστώς χρεοκοπίας, αγωνιστικής έξαρσης ή ύφεσης, περιστολής ή όχι δημοκρατικών ελευθεριών κτλ. Σε κάθε περίπτωση και εφόσον εκτιμάμε ότι δε θα σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση το πρόγραμμα μας αποτελεί οδηγό και δίνει απάντηση στο τι κυβέρνηση θέλουμε.
Η κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα
Το 2010 ήταν μια χρονιά έντονων απεργιακών αγώνων. Αρκετές ήταν οι κλαδικές πανελλαδικές απεργίες που πραγματοποίησαν οι εργαζόμενοι στον δημόσιο, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και στον ιδιωτικό, Το σύνολο σχεδόν των απεργιακών κινητοποιήσεων είχαν πολιτικά χαρακτηριστικά. Όμως ο πολιτικός- διεκδικητικός τους χαρακτήρας ήταν περιορισμένος, στρεφόταν κυρίως ενάντια στις επιλογές της κυβέρνησης, του μνημονίου και της τρόικας. […]Τον τόνο στις απεργιακές κινητοποιήσεις έδωσαν οι δυο πανεργατικές πανελλαδικές απεργίες που από κοινού κάλεσαν η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ.
Από τις απεργιακές κινητοποιήσεις βγαίνουν τα παρακάτω συμπεράσματα:
1. Ο αναντικατάστατος ρόλος των ανώτερων συνδικαλιστικών οργανώσεων ΓΣΕΕ -ΑΔΕΔΥ και η ανάγκη οργάνωσης της εργατικής τάξης σε ενιαίες πανελλαδικές οργανώσεις με συνδικάτα κατά κλάδο παραγωγής. Η ανάγκη να απαλλαγούν από κάθε εργοδοτικό και κυβερνητικό εκπρόσωπο και να αποκτήσουν αγωνιστικό και ταξικό προσανατολισμό. Για μια ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ «εκτός πάσης αστικής επιρροής».
2. Η ανάγκη δημιουργίας επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης που θα αναλάβει να εξοπλίσει πολιτικά και ιδεολογικά το εργατικό κίνημα έτσι ώστε να είναι σε θέση να αμφισβητήσει έμπρακτα τον καπιταλισμό και να αναδείξει την προοπτική της εργατικής εξουσίας της άλλης κοινωνίας.
Στην βάση των παραπάνω συμπερασμάτων η οργάνωση μας θα πρέπει να κινηθεί και να επιδιώξει να κυριαρχήσουν οι παρακάτω θέσεις:
Α) Δεν χαρίζουμε την ΓΣΕΕ και τις ανώτερες συνδικαλιστικές οργανώσεις στους σημερινούς γραφειοκράτες, εκπροσώπους της εργατικής αριστοκρατίας και μακρύ χέρι του κεφαλαίου. Έξω από τα συνδικάτα όλων των βαθμίδων από το πρωτοβάθμιο σωματείο ως την ανώτερη συνδικαλιστική οργάνωση τη ΓΣΕΕ, κάθε εκπρόσωπος του κεφαλαίου και της κυβέρνησης. Συνδικάτα στα χέρια της εργατικής τάξης με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες απαλλαγμένα από κάθε κρατική, εργοδοτική και κυβερνητική παρέμβαση […]
Β) Η θέση μας για την διαγραφή του χρέους, αν και γίνεται αποδεκτή από ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις δεν έγινε δυνατό ακόμα να ανοιχτεί συζήτηση και να γίνει πλατιά ζύμωση σε επίπεδο συνδικαλιστικό, με λίγες εξαιρέσεις […] Να κινηθούμε πιο αποφασιστικά για να γίνει αίτημα του ίδιου του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος η μονομερής διαγραφή του χρέους, εσωτερικού και εξωτερικού, πλην του χρέους προς τα ασφαλιστικά ταμεία […]
Από αύριο κιόλας πρέπει να επαναφέρουμε στην επικαιρότητα […] την αναγκαιότητα οργάνωσης σε ένα πανελλαδικό συνδικάτο κατά κλάδο παραγωγής.
Παράλληλα, να προτάξουμε την αναγκαιότητα συντονισμού κατά κλάδο στην προοπτική ενοποίησης, καθώς και την αναγκαιότητα του αγωνιστικού συντονισμού σωματείων-Ε.Κ-Ομοσπονδιών. Να ρίξουμε το σύνθημα για γενικές συνελεύσεις παντού για την εργατική απάντηση στην καπιταλιστική κρίση. Να παλέψουμε για την υιοθέτηση μερικά ή συνολικά του προγράμματος που έχουμε καταθέσει και συμπυκνώνει τη γραμμή μας για το ενιαίο εργατικό μέτωπο στη βάση των προβλημάτων ενάντια στον καπιταλισμό και την αμφισβήτηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Η απεργία στις 15 Δεκέμβρη, το άδειασμα - εν μέρει - της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, η πλαισίωση του συντονισμού με Ομοσπονδίες και σωματεία σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης, δείχνει τις δυνατότητες και τις προοπτικές ενός γνήσιου Συντονισμού, δείχνει τις δυνατότητες του ενιαίου πανεργατικού μετώπου. […]
Η Π.Ε. της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, 9-1-2011