Η τοποθέτηση της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ στην Αθηναΐδα 22-3-2009

Τοποθέτηση στην Αθηναΐδα

της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ 22-3-2009


Σύντροφοι και συντρόφισσες


Η συζήτησή μας γίνεται σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης, κρίσης υπερσυσσώρευσης. Κρίση υπερσυσσώρευσης σημαίνει ότι εκδηλώνεται η αδυναμία αξιοποίησης του συσσωρευμένου κεφαλαίου, ότι γίνεται αδύνατη η επένδυση με ποσοστά κέρδους ίσα με αυτά του πρόσφατου παρελθόντος. Η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και ιδιαίτερα της βασικής παραγωγικής δύναμης που είναι ο άνθρωπος, αποτελεί μονόδρομο για τους καπιταλιστές. Εκατομμύρια άνθρωποι πετιούνται στην ανεργία και αντιμετωπίζουν τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Εκατομμύρια εργαζόμενοι μικροαστοί προλεταριοποιούνται. Αυτή είναι η βαρβαρότητα του καπιταλισμού.

Η συνολική όξυνση των προβλημάτων της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων, η ίδια η ταξική πάλη απαιτεί απαντήσεις άμεσες για τη βελτίωση της ζωής της εργατικής τάξης, σε συνδυασμό με την προοπτική της ίδιας της τάξης για την πραγμάτωση της ιστορικής αποστολής που είναι το γκρέμισμα του καπιταλισμού, η εργατική εξουσία ως προϋπόθεση για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού.


Το τελικό κείμενο της «Πρωτοβουλίας για την πολιτική ενότητα και την κοινή δράση των οργανώσεων της επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς» περιέχει πολλές σωστές διαπιστώσεις (π.χ. χαρακτήρας της κρίσης). Περιέχει επίσης και πολλές γενικόλογες διακηρύξεις με τις οποίες κανείς υποψιασμένος μαρξιστής και κομμουνιστής δεν μπορεί ούτε να συμφωνήσει ούτε να διαφωνήσει, αν αυτές δεν υποστούν παραπέρα εξειδίκευση και συγκεκριμενοποίηση, καθώς το γένος τους καλύπτει μια μεγάλη ποικιλία ειδών, από τα διάφορα είδη μικροαστικού και αντιδραστικού σοσιαλισμού ως τον επιστημονικό σοσιαλισμό (π.χ. αντικαπιταλισμός, αντικαπιταλιστική προοπτική, σοσιαλιστική επανάσταση, κομμουνισμός). Περιέχει τέλος έναν κατάλογο αναγκαίων μεταρρυθμιστικών αιτημάτων - στόχων διάφορων επί μέρους κινημάτων. Η προβολή και η αγωνιστική διεκδίκηση αυτών και άλλων μεταρρυθμιστικών και μεταβατικών αιτημάτων είναι αναγκαία για τη δημιουργία ενός ρωμαλέου εργατικού και λαϊκού κινήματος. Όμως αυτό το αιτηματολόγιο δε συνδέεται καθόλου πολιτικά με τη σημερινή φάση του οικονομικού κύκλου, με την οικονομική κρίση, και με τις πολιτικές- πολιτειακές αναγκαιότητες που πηγάζουν από αυτή. Γι’ αυτό αποτελεί περισσότερο ένα ευχολόγιο αγαθών προθέσεων παρά μια ρεαλιστική πολιτική πρόταση.

Η διαλεκτική της μεταρρύθμισης και της επανάστασης τροποποιείται ανάλογα με τις φάσεις του οικονομικού κύκλου. Στη φάση της οικονομικής ανόδου οι καπιταλιστές και το κράτος τους μπορούν να δεχτούν φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις που δεν αντιφάσκουν με τη γενικότερη στρατηγική τους, μπορούν να κάνουν παραχωρήσεις στην εργατική τάξη που δεν αναιρούν την άνοδο της ιδιωτικής κερδοφορίας. Όμως, στη φάση της οικονομικής κρίσης, όταν οι πωλήσεις πέφτουν, όταν τα κέρδη μειώνονται, όταν οι επιχειρήσεις υπολειτουργούν ή κλείνουν, όταν η ανεργία γιγαντώνεται, όταν οι προσπάθειες των καπιταλιστών κάθε χώρας να φορτώσουν τις συνέπειες της κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων της δικής τους χώρας ή στις πλάτες των λαών άλλων χωρών με εξαγωγή της κρίσης, οδηγούν σε παροξυσμό όλους τους κοινωνικούς ανταγωνισμούς και όλες τις διακρατικές αντιθέσεις, όταν, ως αποτέλεσμα των παραπάνω, ξεσπούν πόλεμοι κοινωνικοί και εμπορικοί, τοπικές ή γενικευμένες ιμπεριαλιστικές ένοπλες συρράξεις και πολεμικές αναμετρήσεις, τότε ακόμα και η επιβολή φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων τείνει να έχει ως αναγκαία προϋπόθεσή της την πραγμάτωση της πολιτικής επανάστασης. Έτσι η οικονομική κρίση γίνεται η μήτρα της προλεταριακής επανάστασης.

Στη χώρα μας η οικονομική κρίση θα είναι πιο βαθιά, πιο μακρόχρονη και πιο καταστροφική, γιατί συνδυάζεται με ένα δυσθεώρητο δημόσιο χρέος, που συνεχώς διογκώνεται και δύσκολα πια εξυπηρετείται. Το γεγονός αυτό, που επιβάλλει τη σύναψη νέων δανείων με συνεχώς υψηλότερα επιτόκια, την αύξηση της φορολογίας και την περιστολή των δαπανών, στερεί από την ελληνική αστική τάξη τη δυνατότητα να απαλύνει τις συνέπειες της κρίσης με την πραγματοποίηση μεγάλων δημόσιων επενδύσεων και με άλλες κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομία. Γι’ αυτό θα πρέπει να αναμένουμε στη χώρα μας μια λυσσασμένη επίθεση στα δικαιώματα και στο βιοτικό των εργαζομένων στο όνομα της μείωσης του δημόσιου χρέους, και μιαν ιδιαίτερα έντονη έξαρση των ταξικών αγώνων.

Οι εξελίξεις αυτές επιβάλλουν στην αριστερά που θέλει να λέγεται επαναστατική, να επιχειρήσει μιαν ολόπλευρη πολιτική επίθεση στην αστική δημοκρατία και στους θεσμούς του αστικού κράτους και διευκολύνουν αυτή την αριστερά να εντυπώσει με το πρόγραμμά της στη λαϊκή κοινωνική συνείδηση την αναγκαιότητα δημιουργίας των νέων πολιτειακών θεσμών της εργατικής τάξης.


Η πλατφόρμα πάνω στην οποία κινείται η «Πρωτοβουλία», δεν περιγράφει στοιχειωδώς το καινούργιο που πρεσβεύει, δηλαδή δεν έχει προγραμματικές αρχές σε σχέση με την προοπτική. Η επίκληση γενικά της επανάστασης, της ρήξης με τον καπιταλισμό και η δήλωση της θέλησης για τον σοσιαλισμό – κομμουνισμό, δεν συνοδεύεται απ’ την ανάπτυξη στοιχειωδών στόχων όπως η συντριβή του αστικού κράτους, του στρατού, της αστυνομίας, της κρατικής υπαλληλίας, η αντικατάσταση της αστικής δημοκρατίας απ’ τη δημοκρατία των συμβουλίων και των συνελεύσεων σε παραγωγική βάση, την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, την υποχρεωτικότητα της εφαρμογής των αποφάσεων των συνελεύσεων ως κριτήριο του εργατικού ελέγχου, την αιρετότητα και ανακλητότητα των αντιπροσώπων τους και η αμοιβή τους με το μέσο μισθό του εργάτη, καθώς και πολλές ακόμα, σε συνδυασμό με την αναγκαιότητα του δημοκρατικά οργανωμένου κεντρικού σχεδιασμού. Η έλλειψη μιας τέτοιας αναφοράς, σε συνδυασμό με την έλλειψη πρότασης – δέσμευσης για το που θα βρεθούν τα λεφτά για την ικανοποίηση των εργατικών αιτημάτων απ’ την εργατική εξουσία και για την ίδια τη λειτουργία του κράτους της, καθιστούν την πλατφόρμα παντελώς ελλιπή και ακίνδυνη για την αστική τάξη και εξουσία. Δεν υπάρχει λοιπόν προγραμματική συμφωνία για τη συγκρότηση μετώπου και μάλιστα με οργανωτική έκφραση.

Στην περίπτωση μιας πιο απλής πολιτικής συνεργασίας για τα άμεσα ζητήματα, εξακολουθεί να υφίσταται το έλλειμμα, μιας και εκλείπουν δεσμεύσεις και αναφορές για στοιχειώδη μεταβατικά αιτήματα (εργατικός έλεγχος με την έννοια της υποχρεωτικής εφαρμογής των αποφάσεων των συνελεύσεων των εργοστασίων, των τραπεζών κλπ. που θα λειτουργούν με δημόσια κρατική διοίκηση και εργατικό έλεγχο), αλλά ακόμα και αστικοδημοκρατικοί στόχοι, όπως ο πλήρης διαχωρισμός κράτους εκκλησίας, η δήμευση της περιουσίας της, η απαλλαγή των κληρικών απ’ την κρατική υπαλληλία, το σταμάτημα της χρηματοδότησης των κομμάτων απ’ το κράτος κλπ.

Τώρα που οι άνεργοι και οι φτωχοί πολλαπλασιάζονται, όταν μειώνονται ακόμα και οι μισθοί των μόνιμων δημόσιων υπαλλήλων, τότε ακόμα και ο πιο θρησκευόμενος εργαζόμενος μπορεί να κατανοήσει πόσο σωστό είναι να χωριστεί η εκκλησία από το κράτος, να δημευτεί η εκκλησιαστική περιουσία και να αποδημοσιοϋπαλληλοποιηθεί ο κλήρος. Όσοι πιστοί επιθυμούν να συντηρούν δεκάδες χιλιάδες άεργους κληρικούς και μοναχούς, ας ικανοποιήσουν τα προσωπικά τους θρησκευτικά γούστα, καταβάλλοντας οι ίδιοι τις προσωπικές εισφορές τους στα ινδάλματά τους!

Τώρα που σε συνθήκες σκληρής λιτότητας προωθείται η κοστοβόρα αντικατάσταση του εθνικού στρατού από έναν πανάκριβο στρατό μισθοφόρων, κατάλληλο για μακρινές ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις, άτρωτο από την οποιαδήποτε επιρροή του λαϊκού κινήματος, τώρα ήρθε ο καιρός να απαιτήσουμε την ακύρωση όλων αυτών των σχεδίων. Τώρα που η αστυνομία ξυλοκοπεί καθημερινά και ψεκάζει με χημικά τους εργαζόμενους που αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους, ενώ ταυτόχρονα οργιάζει η εγκληματικότητα του κοινού ποινικού δικαίου με την ανοχή και τη συνενοχή των αστυνομικών αρχών και η αστυνόμευση στοχεύει μόνο στην ασφάλεια των κεφαλαιοκρατών, τότε πρέπει να απαιτούμε τη διάλυση των ΜΑΤ και των άλλων αστυνομικών κατασταλτικών μηχανισμών.

Παράλληλα, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων δεν μπορεί να εξασφαλιστεί χωρίς την άρνηση εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Όποιος υιοθετεί το σύνθημα «την κρίση να πληρώσουν οι καπιταλιστές», δεν μπορεί να λησμονεί ότι καπιταλιστές είναι και τα εγχώρια και αλλοδαπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δανειοδότησαν και δανειοδοτούν με τοκογλυφικά πολλές φορές επιτόκια το ελληνικό δημόσιο.

Φυσικά όλα αυτά και πολλά άλλα αναγκαία μέτρα (π.χ. η χωρίς αποζημίωση κρατικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων, ντόπιων και ξένων) δε μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς την ηρωική, επαναστατική έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνεπαγόμενη φυγή προς τα μπρος, προς τη λήψη νέων, σοσιαλιστικού χαρακτήρα μέτρων.

Χωρίς τη συμπλήρωση του προγραμματικού μεταρρυθμιστικού κειμένου με τις πραγματικές πολιτικές προϋποθέσεις πραγμάτωσής του, η βάση και τμήματα των κορυφών του όποιου κινήματος καταφέρουν να δημιουργήσουν οι αγωνιστές της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς κινδυνεύουν να γίνουν εκλογική και πολιτική βορά του πρώτου τυχόντος ρεφορμιστικού και λαϊκιστικού κομματικού σχηματισμού που θα τους ασκήσει πίεση για συνεργασία- όπως έγινε π.χ. με το πολιτικό ρεύμα της μεταρρυθμιστικής προδικτατορικής ΕΔΑ, το οποίο τροφοδότησε με ψηφοφόρους και στελέχη την προδικτατορική Ένωση Κέντρου και το μεταδικτατορικό ΠΑΣΟΚ (και όχι μόνο). Γι’ αυτό, η ενσωμάτωση αυτών των θέσεων στις προγραμματικές προτάσεις του αντικαπιταλιστικού σας μετώπου παραμένει προϋπόθεση για μια μόνιμη πολιτική συνεργασία μαζί του, χωρίς καμιάν απόσυρση και απόκρυψη της κομμουνιστικής φυσιογνωμίας της οργάνωσής μας.

Η αναφορά σε στόχους όπως η αποδέσμευση από την Ε.Ε. χωρίς αναφορά στο ποιος μπορεί να πραγματώσει αυτό το αίτημα, τη στιγμή που δεν υπάρχουν αστικές δυνάμεις που να ενδιαφέρονται γι’ αυτό, άρα είναι καθήκον της εργατικής εξουσίας, απονευρώνει τον ίδιο το στόχο και την πάλη γι’ αυτόν.

Μένει λοιπόν ένα αιτηματολόγιο γύρω απ’ τα εργατικά λαϊκά αιτήματα σε συνδυασμό με κάποια εθνικοανεξαρτησιακά αιτήματα.

Ακριβώς αυτή η πλατφόρμα περιορίζεται σε μεταρρυθμίσεις συνοδευόμενη από ευχές για το μέλλον.

Τέλος, δεν διευκρινίζεται αν αυτοί οι στόχοι περνάνε μέσα απ’ το υπάρχον εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, πράγμα που ακόμα και μετά τις 31 Γενάρη, επαναφέρει όλα τα προβλήματα σε σχέση με τις ξεχωριστές συγκεντρώσεις και την πολυδιάσπαση της ενότητας δράσης της εργατικής τάξης. (π.χ. η τελευταία σύσκεψη στο σωματείο βιβλίου και χάρτου, όπου δε καταλήχτηκε αν θα γίνει ξεχωριστή συγκέντρωση ή κοινή με τη ΓΣΕΕ)

Αλλά, εν πάσει περιπτώσει, αν είναι να παλέψουμε άμεσα ζητήματα, προς τι η προσπάθεια οργανωτικής έκφρασης; Μπορούμε κάλλιστα να προχωράμε σε τέτοιες κοινές εκδηλώσεις – συγκεντρώσεις, να θέτουμε και να συμφωνούμε κοινούς στόχους πάλης, να τους παλεύουμε αποφασιστικά από κοινού, να κάνουμε δηλαδή ενότητα δράσης.

Η αγχωτική και βεβιασμένη προσπάθεια οργανωτικής συμπόρευσης, ως συνασπισμός της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, σκεπάζει και συσκοτίζει την ουσία των προβλημάτων, χωρίς τελικά να βοηθάει ούτε κατ’ ελάχιστο στο ξεπέρασμά τους ή τουλάχιστον στη διαλεύκανση των όποιων διαφορών. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν 1.5 χρόνο δεν μπορούσαν αυτές οι οργανώσεις να κάνουν από κοινού ψηφοδέλτιο για τις εθνικές εκλογές, όπως πρότεινε η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ στη βάση βεβαίως ενός ελάχιστου προγραμματικού πλαισίου και τώρα μπορούν να ενωθούν οργανωτικά εφ’ όλης της ύλης!

Δεν χρειάζεται η ελληνική κοινωνία και η ίδια η εργατική τάξη να ενώσουμε απλά τις αδυναμίες μας. Χρειάζεται να παρουσιάσουμε προγραμματικό πλαίσιο, να πούμε καθαρές κουβέντες, να οργανώσουμε ουσιαστικά τη δουλειά μας μέσα στο υπάρχον συνδικαλιστικό κίνημα στην προοπτική μετατροπής του σε επαναστατικό κίνημα.

Το τελικό κείμενο των οργανώσεων της πρωτοβουλίας δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση συγκρότησης της επαναστατικής Αριστεράς που χρειάζεται η εργατική τάξη σήμερα. Εφ’ όσον θεωρηθεί ότι αυτό είναι επαρκές για την οργανωτική συγκρότηση μετώπου οργανώσεων εδώ και τώρα, τότε η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ, καθώς και πολλοί άλλοι κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές που αγωνιούν για την επαναστατική ανασυγκρότηση του κινήματος, δεν μπορούν να συμμετέχουν σε ένα τέτοιο μέτωπο. Σας καλούμε να πάρετε υπ’ όψη τις παρατηρήσεις μας, να παραμείνει ανοιχτός ο διάλογος για την προγραμματική βάση της κοινής δράσης της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, να κατατεθεί νέα προγραμματική βάση και τότε θα καταθέσουμε ξανά την άποψή μας για κοινή δράση σε επαναστατική κατεύθυνση.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν το ζήτημα του μετώπου κλείνει σήμερα, η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ παραμένει ανοιχτή σε συνεργασίες για οποιοδήποτε πεδίο κοινής δράσης, επιδιώκοντας σταθερά τη δράση σε επαναστατική κατεύθυνση.