[2022-09-08] Ο εκφυλισμός της εργατικής εξουσίας στη Σοβιετική Ένωση, οι απολογητές και οι νονοί του
Ο εκφυλισμός της εργατικής εξουσίας στη Σοβιετική Ένωση, οι απολογητές και οι νονοί του
Σε άρθρο του με τίτλο «Ο καπιταλισμός θρηνεί τον ηγέτη της αντεπανάστασης!» ο Λ. Αναστασόπουλος μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ, με αφορμή τον θάνατο του Γκορμπατσόφ και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης (Σ.Ε.), γράφει μεταξύ άλλων:
«Η βαθύτερη αιτία των ανατροπών
Φυσικά τα γεγονότα αυτά δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, ούτε ήταν αποτέλεσμα απλά κάποιου μυστικού σχεδίου ανατροπής του σοσιαλισμού, παρότι οι χώρες του ιμπεριαλισμού, το ΝΑΤΟ και ειδικά οι ΗΠΑ ανέπτυσσαν και με πρακτικό τρόπο την υπονόμευση του σοσιαλισμού. Ενώ ο ίδιος ο Γκορμπατσόφ είχε δηλώσει: «Ο στόχος ολόκληρης της ζωής μου ήταν η εξολόθρευση του κομμουνισμού. Ακριβώς για να πετύχω αυτόν το σκοπό, χρησιμοποίησα τη θέση μου στο κόμμα και στη χώρα».
Όμως για να ανατραπεί η εργατική εξουσία δεν αρκούσαν όλα αυτά από μόνα τους. Η αιτία ήταν βαθύτερη και αφορούσε –όπως έχει αναδείξει το ΚΚΕ στις επεξεργασίες του– στη δημιουργία κοινωνικών δυνάμεων που είχαν συμφέρον από την ανατροπή του σοσιαλισμού. Γιατί έγινε αυτό;
Η πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ δεν προχώρησε ευθύγραμμα, ανοδικά και ομαλά. Τα πρώτα χρόνια έγινε κατορθωτό να μπουν οι βάσεις της νέας κοινωνίας, δηλαδή να δοθεί γενικά με επιτυχία η πάλη για την ανάπτυξη των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, την κατάργηση της μισθωτής εργασίας και την κυριαρχία του κοινωνικοποιημένου τομέα της παραγωγής με βάση τον Κεντρικό Σχεδιασμό. Παράλληλα, εκείνη την περίοδο αναπτύχθηκαν οι νέοι θεσμοί της εργατικής εξουσίας και προχώρησε με επιτυχία η προσπάθεια της ανοικοδόμησης της ΕΣΣΔ μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Παρά αυτές τις επιτυχίες μετά το πρώτο μεταπολεμικό οικονομικό πλάνο, εμφανίστηκε καθυστέρηση στην αγροτική παραγωγή και ορισμένα προβλήματα στα αποτελέσματα του κεντρικού σχεδιασμού, μεταξύ άλλων στις αναλογίες μεταξύ παραγωγικών κλάδων. Επρόκειτο για νέες προκλήσεις που έθετε το νέο επίπεδο ανάπτυξης της κοινωνικής παραγωγής που είχε κατακτήσει η ΕΣΣΔ. Ήταν προκλήσεις που, όπως η ζωή έδειξε, δεν υπήρχε συλλογικά κατακτημένη θεωρητική δυναμική που θα μπορούσε να προσαρμόσει την κομμουνιστική στρατηγική σε αυτές.
Έτσι τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν δεν ερμηνεύτηκαν σωστά και δεν αντιμετωπίστηκαν με άξονα την ενίσχυση και επέκταση των κομμουνιστικών σχέσεων. Ερμηνεύτηκαν ως αναπόφευκτες αδυναμίες που έχει από τη φύση του ο κεντρικός σχεδιασμός και όχι ως αποτέλεσμα των αντιθέσεων από τις επιβιώσεις του παλιού, ως αποτέλεσμα των λαθών τού μη επιστημονικά επεξεργασμένου σχεδίου. Έτσι, αντί η λύση να αναζητηθεί προς τα εμπρός, προς την επέκταση και ισχυροποίηση των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής και κατανομής, αναζητήθηκε προς τα πίσω, στην αξιοποίηση εργαλείων και σχέσεων παραγωγής του καπιταλισμού. Η λύση αναζητήθηκε στη διεύρυνση της αγοράς, στον «σοσιαλισμό με αγορά».
Σε μια πορεία, με τις αποφάσεις που πάρθηκαν ιδιαίτερα μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, ενισχύθηκε το ατομικό συμφέρον σε βάρος του κοινωνικού συμφέροντος, διευρύνθηκε η διαφορά εισοδήματος μεταξύ εργαζομένων και διευθυντικών στελεχών και δέχτηκε πλήγμα η κομμουνιστική συνείδηση, η στάση υπεράσπισης και προώθησης της κοινωνικής ιδιοκτησίας. Εμφανίστηκε το λεγόμενο «σκιώδες κεφάλαιο» ως αποτέλεσμα όχι μόνο πλουτισμού από το επιχειρησιακό κέρδος, αλλά και της «μαύρης» αγοράς, εγκληματικών πράξεων σφετερισμού του κοινωνικού προϊόντος, που επιδίωκε τη νόμιμη λειτουργία του ως κεφάλαιο στην παραγωγή, δηλαδή την ιδιωτικοποίηση των μέσων παραγωγής και μίσθωσης ξένης εργασίας, την παλινόρθωση του καπιταλισμού.
Πάνω σε αυτό το έδαφος λοιπόν η οπορτουνιστική στροφή που υπήρξε στο ΚΚΣΕ με κομβικό σημείο το 20ό Συνέδριο το 1956 μετατράπηκε σε ανοιχτή αντεπαναστατική δύναμη τη δεκαετία του 1980.»
Εφημερίδα Ριζοσπάστης, Σάββατο 3 Σεπτέμβρη 2022 - Κυριακή 4 Σεπτέμβρη 2022
Ο Λ. Αναστασόπουλος, στο εξής Λ.Α., μας λέει πως μέχρι το 1956 τα πράγματα πήγαιναν σχετικά καλά, αφού παίρνονταν μέτρα για την «ανάπτυξη των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής», αλλά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο παρουσιάστηκαν νέα προβλήματα τα οποία δεν αντιμετωπίστηκαν σωστά:
«…Έτσι, αντί η λύση να αναζητηθεί προς τα εμπρός, προς την επέκταση και ισχυροποίηση των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής και κατανομής, αναζητήθηκε προς τα πίσω, στην αξιοποίηση εργαλείων και σχέσεων παραγωγής του καπιταλισμού. Η λύση αναζητήθηκε στη διεύρυνση της αγοράς, στον ‘σοσιαλισμό με αγορά’».
Με λίγα λόγια, σύμφωνα με τον Λ.Α., στην Σ.Ε. υπήρχαν ήδη πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής, δηλαδή η κοινωνία έφτασε στον κομμουνισμό, διότι μόνο στον κομμουνισμό μπορούν να υπάρξουν κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής, αλλά κατόπιν, κυρίως μετά το 20ο Συνέδριο, υπήρξε πισωγύρισμα και αυτό διότι «…Εμφανίστηκε το λεγόμενο ‘σκιώδες κεφάλαιο’ ως αποτέλεσμα όχι μόνο πλουτισμού από το επιχειρησιακό κέρδος, αλλά και της ‘μαύρης’ αγοράς, εγκληματικών πράξεων σφετερισμού του κοινωνικού προϊόντος, που επιδίωκε τη νόμιμη λειτουργία του ως κεφάλαιο στην παραγωγή, δηλαδή την ιδιωτικοποίηση των μέσων παραγωγής και μίσθωσης ξένης εργασίας, την παλινόρθωση του καπιταλισμού…».
Υπήρξε δηλαδή σε μία χώρα, στην Σ.Ε., αταξική-ακρατική κοινωνία, διότι έτσι προσδιόριζαν οι κλασικοί την κομμουνιστική κοινωνία, η οποία, σύμφωνα με τον Λ.Α., πισωγύρισε, επειδή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κυρίως μετά το 20ο Συνέδριο: «…Η λύση αναζητήθηκε στη διεύρυνση της αγοράς, στον ‘σοσιαλισμό με αγορά’.»
Πόσες αντιφάσεις σε μία πρόταση: αν στην Σ.Ε. υπήρχαν κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής, τότε ποιες κοινωνικές δυνάμεις ενδιαφέρονταν για τον «σοσιαλισμό με αγορά»; Ποιες κοινωνικές δυνάμεις ενδιαφέρονταν για το πισωγύρισμα, αφού λογικά δεν θα έπρεπε να υπάρχουν τέτοιες δυνάμεις σε αυτή τη φάση της κοινωνικής ανάπτυξης της Σ.Ε.;
Μέσα σε ένα άρθρο, το οποίο κινείται στη βάση των αναλύσεων και αποφάσεων του ΚΚΕ, με τις οποίες διαπαιδαγωγήθηκε ο Λ.Α., συγκεντρώνεται τεράστιος όγκος αντιεπιστημονικών, αντιμαρξιστικών-αντιλενινιστικών ισχυρισμών, που η ανάγνωσή τους και μόνο πρέπει να προκαλεί άφθονο γέλιο στους αστούς διανοούμενους.
Το πιο τραγικό όμως δεν είναι αυτό. Το πιο τραγικό είναι πως πολλοί άνθρωποι, νεολαίοι, εργαζόμενοι και άλλοι, διαπαιδαγωγούνται με αυτό τον τρόπο, με αντιεπιστημονικές, αντιμαρξιστικές-αντιλενινιστικές, εν κατακλείδι αστικές, μπουρδολογίες. Ακόμα πιο τραγικό είναι το γεγονός ότι οι φορείς αυτών των απόψεων με τον τρόπο αυτό υποστηρίζουν ότι υπερασπίζουν τον σοσιαλισμό, ενώ στην πραγματικότητα τον γελοιοποιούν. Προπαγανδίζουν αυτό που ηττήθηκε και κατέρρευσε και που, στην απίθανη περίπτωση που οι φορείς αυτών των απόψεων έρθουν στα πράγματα με κυρίαρχες αυτές τις απόψεις, με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσουν το κίνημα ξανά σε ήττα.
***
Αντί για τη θεωρία ότι στη Σ.Ε. υπήρχαν κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής, οι οποίες για κάποιο μυστήριο λόγο οπισθοδρόμησαν, νομίζουμε ότι υπάρχουν καλύτερες εξηγήσεις, οι οποίες στηρίζονται στην μαρξιστική ανάλυση.
Η επανάσταση του Οκτώβρη, μια γνήσια λαϊκή, προλεταριακή επανάσταση, ήταν η νίκη της πρώτης πράξης της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης.
Η επανάσταση αφαίρεσε την εξουσία από τους τσιφλικάδες και τους καπιταλιστές, τσάκισε και διέλυσε το αστικό κράτος, εγκαθίδρυσε τη δικτατορία του προλεταριάτου, απαλλοτρίωσε τους απαλλοτριωτές, κατήργησε την ιδιωτική ιδιοκτησία στα βασικά μέσα παραγωγής και τα παρέδωσε στην ιδιοκτησία του εργατικού κράτους, του κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου. Για όλα αυτά η Οκτωβριανή επανάσταση, ήταν μια γνήσια σοσιαλιστική επανάσταση στην πρώτη της πράξη, και δεν ήταν μια ιστορική απόκλιση-ανωμαλία λόγω της καθυστέρησης της Ρωσίας, ούτε μια ιδιόμορφη αστικοδημοκρατική επανάσταση. Έβαλε σε εφαρμογή τα μεταβατικά μέτρα που είχε επεξεργαστεί ο Μαρξ στη βάση της εμπειρίας της Παρισινής Κομμούνας και είχε επαναφέρει και επικαιροποιήσει ο Λένιν, μετά από την αποσιώπηση δεκαετιών από τις ηγεσίες της Β’ Διεθνούς. Εγκαινίασε έτσι τη μεταβατική περίοδο των επαναστατικών μετασχηματισμών των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, τη μεταβατική περίοδο από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό.
Με τον αέρα της νίκης και την επαναστατική στρατηγική του μπολσεβίκικου κόμματος η εργατική τάξη της Ρωσίας σε συμμαχία –υπό την ηγεμονία της– με τη φτωχολογιά του χωριού κατάφερε να συντρίψει την αντίσταση των εκμεταλλευτριών τάξεων, να νικήσει και να εκδιώξει τους ιμπεριαλιστές εισβολείς και να περιφρουρήσει την επανάστασή της.
Αλλά η βοήθεια που περίμεναν οι μπολσεβίκοι και οι εργάτες της Ρωσίας από μια νικηφόρα έκβαση της προλεταριακής επανάστασης στη Δύση δεν ήρθε. Οι προλεταριακές επαναστάσεις στην Κεντρική Ευρώπη ηττήθηκαν. Η επανάσταση στη Γερμανία παρεκτράπηκε σε μεταρρυθμίσεις στα πλαίσια του συστήματος και ηττήθηκε με ευθύνη των προδοτικών ηγεσιών της Σοσιαλδημοκρατίας της Β’ Διεθνούς. Λόγω της ελλιπούς συγκρότησης και ανεπάρκειας τους οι επαναστάτες του Σπάρτακου δεν μπόρεσαν να αποκρούσουν την αντεπαναστατική δράση της Σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας, να αποτρέψουν την ήττα της επανάστασης και να οδηγήσουν το γερμανικό προλεταριάτο στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας του. Έτσι το προλεταριάτο της Ρωσίας έμεινε μόνο του στους πρωτόγνωρους δρόμους της επαναστατικής μετάβασης στη νέα κοινωνία και μάλιστα σε συνθήκες άκρως δυσμενείς λόγω της πολιτικής και πολιτιστικής καθυστέρησης των πλατιών εργατικών και λαϊκών μαζών. Σε συνθήκες όπου το έτσι κι αλλιώς χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων σε σχέση με τις πιο ανεπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού είχε υποχωρήσει ακόμα περισσότερο κατά τη διάρκεια της επανάστασης και των ιμπεριαλιστικών επιδρομών και η ερήμωση και η πείνα απειλούσε θανάσιμα την επανάσταση, το λαό και τη χώρα.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες η επανάσταση αναγκάστηκε να κάνει σημαντικές υποχωρήσεις από τις αρχές της για να σωθεί. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει προσωρινά τις αρχές της Κομμούνας (αιρετότητα, ανακλητότητα, πληρωμή με το μέσο μισθό του εργάτη) κατά την ανάδειξη των αντιπροσωπευτικών οργάνων του κράτους και της διεύθυνσης της παραγωγής και της οικονομίας. Αναγκάστηκε να κάνει παραχωρήσεις στο ξένο κεφάλαιο και στους εγχώριους καπιταλιστές με τη ΝΕΠ, προκειμένου να ανοικοδομήσει την κατεστραμμένη οικονομία και να σώσει το λαό από την πείνα. Οι υποχωρήσεις αυτές, που ήταν εντελώς αναγκαίες για την κατάσταση που βρέθηκε η Οκτωβριανή Επανάσταση, δεν αποτελούν φυσικά νομοτέλεια για κάθε προλεταριακή επανάσταση, και δεν αποτελούν την αιτία για την τελική έκβαση της υπόθεσης της μετάβασης στη Σοβιετική Ένωση. Εκείνο που έπαιξε καταλυτικό ρόλο δεν ήταν οι αναγκαίες υποχωρήσεις αυτές καθ’ αυτές, αλλά η μονιμοποίηση τους και η θεώρηση τους ως κανονική νομοτέλεια της προλεταριακής επανάστασης από τις ηγεσίες του ΚΚΣΕ μετά το Λένιν.
Παρ’ όλες τις υποχωρήσεις η εργατική τάξη της Ρωσίας και το μπολσεβίκικο κόμμα σε συνθήκες σκληρής ταξικής πάλης κατόρθωσαν να ανοικοδομήσουν την κατεστραμμένη οικονομία. Βασισμένοι στα εθνικοποιημένα μέσα παραγωγής και τον κεντρικό σχεδιασμό του προλεταριακού κράτους πέτυχαν εντυπωσιακά αποτελέσματα και έφτασαν στο σημείο να παραδώσουν τελικά σχεδόν όλα τα μέσα παραγωγής στο εργατικό κράτος και να υλοποιήσουν την τελική συνεταιριστικοποίηση της μικρής παραγωγής, και πρώτα και κύρια την κολεκτιβοποίηση της αγροτικής οικονομίας.
Αυτή ήταν μια σημαντική στιγμή στην πορεία της μεταβατικής περιόδου και απαιτούσε αυξημένες θεωρητικές, ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές προσπάθειες για να αφομοιωθεί σωστά και να πραγματοποιηθεί μια ποιοτικά νέα προώθηση της επανάστασης και της πορείας προς την τελική νίκη. Το προλεταριάτο κατέκτησε τότε μια στέρεη βάση, η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής έκανε τεράστια βήματα προς τα εμπρός, ολοκληρώθηκε η παράδοση στο κράτος σχεδόν όλων των μέσων παραγωγής μαζί με την κολεκτιβοποίηση της αγροτικής οικονομίας, απέκτησε πλέον σημαντικές εμπειρίες στον κεντρικό σχεδιασμό της παραγωγής και της οικονομίας. Πάνω σ’ αυτή τη στέρεη βάση θα μπορούσε να οργανωθεί η τιτάνια προσπάθεια για την κάλυψη της τεράστιας ακόμη απόστασης ως την πλήρη κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, ως την κατάκτηση της κοινοκτημοσύνης των παραγωγών. Προς αυτή την κατεύθυνση η επαναφορά όλων των επαναστατικών αρχών, η επαναθεμελίωση όλων των αρχών του κράτους τύπου Κομμούνας (αιρετότητα, ανακλητότητα, πληρωμή με το μέσο μισθό του εργάτη) και η τελειοποίηση έτσι της δικτατορίας του προλεταριάτου που θα εξασφάλιζε και το αναγκαίο για το σοσιαλισμό επίπεδο κοινωνικού πλούτου, αποτελούσε μια από τις αναγκαίες προϋποθέσεις. Η άλλη προϋπόθεση ήταν η ένταση των προβληματισμών για τους δρόμους προς τη νίκη της παγκόσμιας επανάστασης, απαιτούσε πολύπλευρη ενίσχυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς ώστε να συμβάλλει στις διαδικασίες ανάπτυξης της παγκόσμιας επανάστασης και στην κατάκτηση της παγκόσμιας δικτατορίας του προλεταριάτου ή τουλάχιστον στην κατάκτηση της στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, ώστε να καταστεί δυνατή η έναρξη της κατάργησης των τάξεων και της απονέκρωσης του κράτους.
Αντί γι’ αυτά, σε κείνη την κρίσιμη στιγμή για τις τύχες της επανάστασης, η ηγεσία του ΚΚΣΕ υπό το Στάλιν «είδε» και διακήρυξε μπροστά σε όλο τον κόσμο την οριστική νίκη του σοσιαλισμού-πρώτης φάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας στη Σοβιετική Ένωση.
Έτσι ούτε καν συνειδητοποιήθηκε το δίλημμα στο οποίο βρέθηκε σε κείνη τη φάση της εξέλιξης της η σοβιετική κοινωνία: ή προχωράμε μπροστά (προς το σοσιαλισμό) ή το πισωγύρισμα δεν μπορεί να αποφευχθεί. Συσκοτίστηκε η πραγματικότητα, η επαναστατική πορεία μπερδεύτηκε, η επανάσταση διακόπηκε, αφού διακηρύχτηκε καταμεσής στο δρόμο της η τελική της νίκη.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η τιτάνια προσπάθεια των λαών της Σοβιετικής Ένωσης ανέβαλε προσωρινά τη λύση στο δίλημμα που τέθηκε από τη ζωή.
Η νίκη της Κινεζικής Επανάστασης από τη μια, και από την άλλη –ανεξάρτητα από το πως επιτεύχθηκε– η νίκη και η κατάργηση της αστικής εξουσίας και της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στις χώρες των Λαϊκών Δημοκρατιών στην Ευρώπη έθετε νέα προβλήματα στο κομμουνιστικό κίνημα, επικαιροποιούσε τον διεθνή χαρακτήρα της επανάστασης, μπορούσε να ανοίξει νέους δρόμους για την πορεία της. Ωστόσο, το πεδίο ήταν ήδη ναρκοθετημένο, ο επαναστατικός ορίζοντας του κινήματος ήταν ήδη ακρωτηριασμένος, η επαναστατική στόχευση έφτανε μόλις ως το πέρασμα των μέσων παραγωγής στο εργατικό κράτος και τη συνεταιριστικοποίηση της μικρής ιδιοκτησίας. Η σταδιοποίηση της επανάστασης έγινε γενικό καθεστώς στο κίνημα, και αυτό ισοδυναμούσε με την ουσιαστική εγκατάλειψη της, με παραίτηση από το στόχο να οδηγηθεί ως την πλήρη και τελική της νίκη, αφού επικράτησε η πεποίθηση ότι ο σοσιαλισμός (πρώτη φάση του κομμουνισμού) για τον οποίο παλεύουμε είναι αυτό που υπήρχε ήδη στη Σοβιετική Ένωση.
Για μια ακόμη φορά ξεχνιέται και αποσιωπάται ο Μαρξ και ο Ένγκελς, διαστρεβλώνεται ασύστολα ο Λένιν. Για την κατάκτηση αυτού του «σοσιαλισμού», ενός σοσιαλισμού καουτσκικής έμπνευσης, δεν προαπαιτείται φυσικά η παγκόσμια επανάσταση, η κατάργηση των τάξεων, η απονέκρωση του κράτους, η κοινοκτημοσύνη, η κατάργηση των εμπορευματικών σχέσεων, και όλα όσα είχαν πει σχετικά οι κλασσικοί του μαρξισμού. Οι διαδικασίες απονέκρωσης του κράτους, κατάργησης των τάξεων κ.λ.π. παραπέμπονται σε ένα ακαθόριστο πλέον κομμουνιστικό μέλλον. Η παγκόσμια δικτατορία του προλεταριάτου πετιέται στα αζήτητα, η πλήρης κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και η επίτευξη της κοινοκτημοσύνης των παραγωγών δεν αποτελεί πλέον στόχο για κατάκτηση, καθώς έχει ήδη «επιτευχθεί» με την κρατικοποίηση και τη συνεταιριστικοποίηση.
Ταυτόχρονα, η ηγεσία του ΚΚΣΕ διαβρώθηκε και αλώθηκε από τα διοικητικά και διευθυντικά στελέχη, η δικτατορία του προλεταριάτου είχε μετατραπεί σε πλήρη δικτατορία των διοικητικών και διευθυντικών στρωμάτων. Καμιά μερίδα της σοβιετικής ηγεσίας δεν ενδιαφέρονταν και δεν υπεράσπιζε πλέον τη σοσιαλιστική προοπτική της εργατικής τάξης και σταδιακά μετατρέπονταν σε δυνάστες της.
Τα συμφέροντα των ανεξέλεγκτων πλέον διοικητικών και διευθυντικών στρωμάτων έκφρασε και η διακήρυξη περί οριστικής νίκης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση το 1936. Τα στρώματα αυτά από την άποψη των συμφερόντων τους δεν ενδιαφέρονταν για το προχώρημα της επανάστασης. Τους αρκούσε αυτό που ήδη υπήρχε. Η επαναφορά των αρχών του κράτους τύπου Κομμούνας θα κατέστρεφε την κατακτηθείσα θέση τους, και κάθε προχώρημα της επανάστασης θα σήμαινε και την κατάργηση τους. Γι’ αυτό ακριβώς αντί για κράτος τύπου Κομμούνας προχώρησαν στην κοινοβουλευτικοποίηση της σοβιετικής δημοκρατίας για να αποτρέψουν κάθε υπόλειμμα ελέγχου, στην εγκατάλειψη των αρχών επαναστατικής συγκρότησης του Κόκκινου Στρατού για να εξουδετερώσουν κάθε κίνδυνο από μια ένοπλα συγκροτημένη δύναμη της εργατικής τάξης, στην ουσιαστική εγκατάλειψη της παγκόσμιας επανάστασης που επισημοποιήθηκε μερικά χρόνια αργότερα με την διάλυση της Γ’ Διεθνούς.
Αν υπήρχε επαναστατικό κόμμα, αν υπήρχε δικτατορία του προλεταριάτου θα ήταν αδύνατο στους ανοιχτούς εκπροσώπους της αστικής τάξης να σφετεριστούν την ηγεσία του ΚΚ και να διαβρώσουν τους μηχανισμούς του προλεταριακού κράτους, Αυτά είχαν παραμεριστεί ήδη σε μια πολύχρονη πάλη ώσπου η γραφειοκρατία να συνειδητοποιήσει ότι μπορεί να μετατραπεί σε αστική τάξη. Γι’ αυτό ακριβώς και η πτώση των ιστορικών κατακτήσεων έγινε χωρίς ουσιαστική αντίσταση.
Ο Οκτώβρης τελικά ηττήθηκε, αλλά η εμπειρία από την ένδοξη πορεία του είναι πολύτιμη.
Οι κοινωνίες που εγκαινίασε δεν έφτασαν στο σοσιαλισμό. Πουθενά στον πλανήτη δεν επιτεύχθηκε ακόμη αυτή η φάση της ανθρώπινης κοινωνικής εξέλιξης.
Η σοβιετική κοινωνία δεν ήταν πλέον καπιταλιστική αλλά ούτε είχε φτάσει στις σοσιαλιστικές-κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής. Δεν ήταν φυσικά ούτε κρατικός καπιταλισμός, ούτε κρατικός σοσιαλισμός, ούτε ασιατικός τρόπος παραγωγής, ούτε κάποιος ανέκδοτος κοινωνικο-οικονομικός σχηματισμός ή έκφραση κάποιου δήθεν πρώιμου σοσιαλισμού.
Η σοβιετική κοινωνία ήταν μια κλασσική κοινωνία μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.
Είχε μεταβατικές σχέσεις παραγωγής, μια μεταβατική κοινωνική ταξική διάθρωση και αρχικά ένα μεταβατικό εποικοδόμημα, ένα κράτος τύπου Κομμούνας έστω και σε τροποποιημένη μορφή.
Η βασική μεταβατική παραγωγική σχέση, η παραδομένη στα χέρια του κράτους ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, άντεξε μέχρι την τελική διάλυση της σοβιετικής κοινωνίας.
Αυτό ήταν σε γενικές γραμμές η Ε.Σ.Σ.Δ.
***
Μια εξήγηση όπως η παραπάνω, η οποία κατανοεί το βασικό, ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, που είναι μια ακρατική-αταξική κοινωνία και κατώτερο στάδιο του ολοκληρωμένου κομμουνισμού, υπάρχει μια περίοδος μετάβασης και μια μεταβατική κοινωνία, στην οποία αντιστοιχεί το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου, θα βοηθούσε πολλαπλώς το εργατικό κίνημα και τις κομμουνιστικές δυνάμεις μέσα σ’ αυτό:
- Θα βοηθούσε στην καλύτερη κατανόηση του τι γινόταν στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση και θα προστάτευε τα κόμματα με αναφορά στην εργατική τάξη, όπως το ΚΚΕ και οι ηγέτες του, από το να κάνουν δηλώσεις όπως η εξής:
«Οι ιδέες της περεστρόικα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αναδιοργάνωσης του σοσιαλισμού και συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη της σύγχρονης θεωρίας του σοσιαλισμού, ο σοσιαλισμός δεν ήταν ποτέ πιο ελκυστικός». (Αλέκα Παπαρήγα, Γ. Γ. Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, Πράβντα, 25 Ιούνη 1991).
Η περεστρόικα και οι ηγέτες της δεν επανέφεραν τις αρχές του κράτους-κομμούνας αλλά προωθούσαν τα συμφέροντα των γραφειοκρατικών και διευθυντικών ηγεσιών που μπορούσαν πια, μετά από δεκαετίες συνεχών συγκρούσεων, να αποτελειώσουν το τελευταίο ίχνος της επανάστασης, την κρατική ιδιοκτησία: με ηγέτη τον Γκορμπατσόφ αυτά τα στρώματα μέσω της περεστρόικα έγιναν από διευθυντές και στελέχη του κρατικού και κομματικού μηχανισμού ιδιοκτήτες-καπιταλιστές.
- Θα βοηθούσε την εργατική τάξη να έχει προοπτική την επανάσταση και τη δημιουργία της δικής της εξουσίας, της δικτατορίας του προλεταριάτου, αντί να βαλτώνει μέσα στον κινηματισμό (μορφή ρεφορμισμού στην πραγματικότητα, που εξοβελίζει τον τελικό στόχο της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου), ή να βαυκαλίζεται με το όραμα κάποιου σοσιαλισμού που, όταν έρθει, θα λύσει όλα τα προβλήματα. Η πρώτη αντίληψη έχει κυριαρχήσει συνολικά στο κίνημα, και οι ιδιαίτεροι πολιτικοί της φορείς ανήκουν στο χώρο της νέας αριστεράς, αλλά σ’ αυτήν καταλήγει τελικά και το ΚΚΕ. Η δεύτερη είναι η ιδιαίτερη αντίληψη της ηγεσίας του ΚΚΕ που ευαγγελίζεται τον σοσιαλισμό, όπως οι χιλιαστές τη Δευτέρα Παρουσία, και αισθάνεται έτσι και πιο επαναστατική από τους κινηματιστές της νέας αριστεράς. Βέβαια αυτό καθόλου δεν ενοχλεί την αστική τάξη. Τα όμορφα λόγια για τον σοσιαλισμό, από τη στιγμή που δεν μετατρέπονται σε απτό πρόγραμμα και δράση για την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση της εξουσίας της εργατικής τάξης στο σήμερα, δεν απειλούν καθόλου την αστική εξουσία, όπως ο φόβος της τιμωρίας του Θεού επί των αδίκων στη Δευτέρα Παρουσία δεν αποθαρρύνει τους εγκληματίες. Και αφού δεν μπορεί να φέρει τον «σοσιαλισμό», η ηγεσία του ΚΚΕ, θέλοντας και μη, ξεπέφτει και αυτήν στον κινηματισμό.
Η πιο μεγάλη αδυναμία των δυνάμεων εργατικής αναφοράς είναι ακριβώς η εξαφάνιση της δικτατορίας του προλεταριάτου από τα προγράμματα και τη δράση τους. Και πώς να μην εξαφανιστεί αφού ταυτίζεται, στην καλύτερη των περιπτώσεων, με μια μικρή σύντομη περίοδο, έως ότου περάσει στα χέρια του εργατικού κράτους η μεγάλη και συγκεντρωμένη βιομηχανική παραγωγή και το εμπόριο και να ολοκληρωθεί η συνεταιριστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής. Δεν την αντιλαμβάνονται ως εκείνη τη μορφή κράτους που αντιστοιχεί σε μια μεγάλη μεταβατική περίοδο επαναστατικού μετασχηματισμού της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και της μετατροπής της σε κοινή ιδιοκτησία των ενωμένων ισότιμων παραγωγών, και μάλιστα σε παγκόσμια κλίμακα. Ως το κράτος που βασίζεται στις αρχές της αιρετότητας, ανακλητότητας, της πλήρους δημοσιότητας, της πληρωμής των κρατικών λειτουργών με βάση το μέσο μισθό εργάτη. Ως το μόνο κράτος που μπορεί να απονεκρωθεί. Για τους κομμουνιστές, το εργατικό κράτος δεν «καταργείται», απονεκρώνεται. Εξαφανίζεται λοιπόν το βασικό: ότι η περίοδος μετάβασης στην οποία αντιστοιχεί το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου είναι κοινωνική αναγκαιότητα. Και ότι τελικά η πάλη για την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, ως τη μόνη δίοδο προς το σοσιαλισμό, είναι η κρίσιμη διαφορά που διαχωρίζει τους κομμουνιστές από τους ρεφορμιστές και τους αναρχικούς.
- Θα βοηθούσε την εργατική τάξη να μην αισθάνεται από αδιαφορία έως απέχθεια για τον σοσιαλισμό, αφού οι καλοί σύντροφοι και ηγέτες του ΚΚΕ τον έχουν ταυτίσει με ό,τι γινόταν στη Σ.Ε. επί Στάλιν, δηλαδή, με την δικτατορία μιας χούφτας γραφειοκρατών και διευθυντικών στελεχών επί της εργατικής τάξης.
Η εργατική τάξη θα μπορούσε, αν οι δυνάμεις εργατικής αναφοράς έκαναν τα στοιχειώδη για να εξοπλιστούν μαρξιστικά, να αντιλαμβάνεται τον σοσιαλισμό ως μια αταξική και ακρατική κοινωνία. Όχι ως μια μεταβατική κοινωνία (αυτή είναι η κοινωνία που αντιστοιχεί στη δικτατορία του προλεταριάτου), αλλά ως την κοινωνία που εξελίσσεται πάνω στη δική της βάση, ως ανολοκλήρωτο κομμουνισμό. Στην κοινωνία αυτή ο καθένας θα είναι εργάτης, όπως και κάθε άλλος, δεν θα υπάρχουν τάξεις και το πολιτικό κράτος θα έχει απονεκρωθεί. Αυτό που θα υπάρχει είναι ένα υπόλειμμα διαχειριστικού κράτους που θα επιβλέπει την άνιση ακόμα σ’ αυτή τη φάση της κοινωνικής εξέλιξης διανομή, καθώς η διανομή γίνεται με βάση την προσφερόμενη εργασία. Και αυτό το υπόλειμμα κράτους θα απονεκρωθεί στην ανώτερη φάση, αυτή του κομμουνισμού, όταν η κοινωνία θα μπορέσει να γράψει στη σημαία της «από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στο καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του».
***
Όπως και η αποτυχία της Παρισινής Κομμούνας δεν αποθάρρυνε τους λαούς να προχωρήσουν στις δικές τους επαναστάσεις, έτσι και η αποτυχία της πρώτης προσπάθειας οικοδόμησης εργατικού κράτους δεν θα αποθαρρύνει την παγκόσμια εργατική τάξη από το να προσπαθήσει ξανά να οικοδομήσει τη δική της εξουσία, εφαρμόζοντας αυτή τη φορά πλήρως τις αρχές της Παρισινής Κομμούνας στην οργάνωση του κράτους: αιρετότητα, ανακλητότητα, πληρωμή με τον μέσο μισθό του εργάτη, κτλ. Η δικτατορία του προλεταριάτου και η μεταβατική περίοδος επαναστατικών μετασχηματισμών που αντιστοιχεί σε αυτή, θα αποτελέσει το αναγκαίο σκαλοπάτι προς τον σοσιαλισμό, ανεξάρτητα από τα αστικά (εν τέλει) ιδεολογήματα περί σοσιαλισμού και της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης ανθρώπων που πιστεύουν ότι με αυτά τα ιδεολογήματα υπερασπίζονται την υπόθεση του σοσιαλισμού και τη Σοβιετική Ένωση.
Από το γραπτό και προφορικό πολιτικό λόγο της ηγεσίας του ΚΚΕ έχουν εξαφανιστεί οι άμεσοι στρατηγικοί στόχοι του κομμουνιστικού κινήματος: η ανατροπή της αστικής εξουσίας και της κυβέρνησής της, η προλεταριακή επανάσταση και η δικτατορία του προλεταριάτου. Οι στόχοι αυτοί έχουν αντικατασταθεί από τον τελικό σκοπό, τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό, αφού «έτσι και αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη». Η μοναδική όμως πόρτα για την είσοδο στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό είναι η προλεταριακή επανάσταση, είναι η δικτατορία του προλεταριάτου! Μπορεί η ηγεσία του ΚΚΕ, κόντρα στον Μάρξ, τον Ένγκελς και τον Λένιν, να ταυτίζει τη δικτατορία του προλεταριάτου με τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό από σύγχυση. Μπορεί, όμως, με τον τρόπο αυτό να επιχειρεί μια απόδραση-διαφυγή από επικίνδυνες έννοιες και άμεσα καθήκοντα.
Δημήτρης Κάβουρας