Κριτική στο βιβλίο του Κώστα Κάππου «Κριτική του Σοβιετικού Σχηματισμού» (μέρος α')

Κώστας Κάππος «Κριτική του Σοβιετικού Σχηματισμού»
από τις Εκδόσεις Αλφειός, Αθήνα 2000
 
Βιβλιοκριτική (μέρος α')

του Κώστα Μπατίκα

    Το πρόβλημα των κοινωνιών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», τι αυτές ήταν και πως και γιατί οδηγήθηκαν στην ήττα και στη διάλυση, αποτελεί ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία ένα σημαντικό προς διερεύνηση ζήτημα. Η επιστημονική απάντηση των προβλημάτων που σχετίζονται με αυτό το ζήτημα είναι ζωτικής σημασίας για το παρόν και το μέλλον του παγκόσμιου εργατικού κινήματος και απαραίτητη θεωρητικό - ιδεολογική προϋπόθεση για την επαναστατική του ανασύνταξη, την αντεπίθεση και την επιτυχή έκβαση των νέων επαναστατικών εξορμήσεων για την οικονομική και κοινωνική απελευθέρωση της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων, για την κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, για το σοσιαλισμό – κομμουνισμό.

    Το βιβλίο του Κώστα Κάππου, που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Αλφειός», μια πρόταση για συζήτηση, όπως ο ίδιος το θέλει, ασχολείται μ' αυτό το ζήτημα. Πρόκειται για μια σπουδαία συμβολή στη συζήτηση γύρω απ' αυτό το πρόβλημα, για μια σημαντική συνεισφορά στη διερεύνηση του.

    Ο Κ.Κ. παρουσιάζει μέσα από τα αναγκαία αποσπάσματα από τα έργα των κλασικών τις βασικές θέσεις του μαρξισμού - λενινισμού για τα ζητήματα της επανάστασης, της μεταβατικής περιόδου και της κομμουνιστικής κοινωνίας, με τη α' φάση της (σοσιαλισμός) και την ανώτερη (πλήρης κομμουνισμός). Μέσα από ένα πλήθος στοιχείων, απόψεων, θέσεων διάφορων συγγραφέων που ασχολήθηκαν με το ζήτημα, κρίνει τις κοινωνίες που εμφανίστηκαν μετά την Οχτωβριανή επανάσταση (ιδιαίτερα και κυρίως αυτή της Ρωσίας, της μετέπειτα Σοβιετικής Ένωσης) και καταλήγει στα συμπεράσματα του για την εμφάνιση, την πορεία και την πτώση της, τα οποία θα προσπαθήσουμε να κριτικάρουμε.

    Κατ' αρχήν, ο Κ.Κ. βρίσκεται στο έδαφος του μαρξισμού όταν διαπιστώνει ότι η μόνη υπαρκτή επανάσταση στις σύγχρονες συνθήκες είναι η προλεταριακή. «Εναλλακτική λύση στην παγκοσμιοποίηση είναι η προλεταριακή επανάσταση και ο σοσιαλισμός», γράφει (σ. 304).

    Μ' αυτό διαχωρίζεται κατηγορηματικά από τις διαστρεβλώσεις του μαρξισμού και από λαθεμένες αντιλήψεις σχετικά με το χαρακτήρα της σύγχρονης επανάστασης, που κυριαρχούν σήμερα στην Αριστερά αλλά και στην ηγεσία του ΚΚΕ. Από τα γραφόμενά του φαίνεται ότι κατανοεί σωστά το αντιμαρξιστικό περιεχόμενο της θεωρίας των σταδίων, είναι υπέρ της διαρκούς επανάστασης που την κατανοεί μαρξιστικά και λενινιστικά τόσο ως προς την πλευρά της μετεξέλιξης όσο και από διεθνή σκοπιά, (σ. 270). Τάσσεται επίσης υπέρ του προλεταριακού διεθνισμού της εργατικής τάξης και αυτό το εκφράζει σε πολλά σημεία του βιβλίου του.

    Ο Κ.Κ. ξεκαθαρίζει τη θέση του όταν γράφει: «Το εργατικό κίνημα στις σημερινές συνθήκες δεν μπορεί να θέτει ως στόχο αντι-ιμπεριαλιστικό και αντιμονοπωλιακό στάδιο. Η αντι-ιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή πάλη είτε θα καταλήξει στη νίκη της επανάστασης με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, είτε δεν θα πρόκειται για επανάσταση αλλά για μεταρρύθμιση στο πλαίσιο του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό σημαίνει, ότι η σύγχρονη επανάσταση είναι η προλεταριακή, και καμιά άλλη ενδιάμεση δεν μπορεί να υπάρξει», (σ. 272).

    Η τοποθέτηση αυτή είναι από μαρξιστική άποψη καθαρή και απόλυτα σωστή. Πράγματι, αν ο χαρακτήρας της επανάστασης καθορίζεται από τα προβλήματα που μπαίνουν μπροστά της για λύση, τότε η ορθότητα αυτής της διατύπωσης δεν μπορεί στα σοβαρά να αμφισβητηθεί. Το μόνο μη σοσιαλιστικό πρόβλημα στην Ελλάδα σήμερα π.χ. είναι ο πλήρης διαχωρισμός κράτους - εκκλησίας. Και αυτό πάντως το πρόβλημα που ουσιαστικά είναι ένα αστικδημοκρατικό και όφειλε να λυθεί από την αστική τάξη. απ* ότι φαίνεται δεν πρόκειται να λυθεί πλήρως και οριστικά παρά μόνο με τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης.

    Όλα τα άλλα σύγχρονα προβλήματα σχετίζονται άμεσα με την αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας και μπορούν να λυθούν μόνο με την άρση αυτής της αντίθεσης δηλ. με τη σοσιαλιστική επανάσταση. Το πρόβλημα της εξάρτησης, που παρουσιάστηκε άλλοτε ως αστικοδημοκρατικό και δικαιολόγησε την προβολή ενδιάμεσων τύπων επανάστασης, δεν ήταν τέτοιο στην Ελλάδα του 20ού αιώνα και στις αντίστοιχου τύπου χώρες. (Αστικοδημοκρατικό ήταν το πρόβλημα της εξάρτησης στις αποικιοκρατούμενες χώρες). Η εξάρτηση στην Ελλάδα δεν επιβλήθηκε ποτέ απέξω και με τη βία, ήταν πάντα και εξ αρχής εσωτερική ανάγκη του ελληνικού καπιταλισμού και θα εκλείψει μαζί με την αστική τάξη και τον καπιταλισμό.

    Η υστέρηση του υποκειμενικού παράγοντα, που επίσης χρησιμοποιήθηκε κατά καιρούς, για να δικαιολογήσει την προβολή ενδιάμεσων τύπων επανάστασης, ήταν μια απλοϊκή αντιμαρξιστική σύλληψη και οδήγησε σε ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα. Αντί να συμβάλλει στη συνειδητοποίηση των μαζών, όπως νόμιζαν οι εμπνευστές της, και στην ωρίμανση των συνθηκών για τη σοσιαλιστική επανάσταση, δρούσε στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση και αντί να πλησιάζει απομάκρυνε τις μάζες από τη συνειδητοποίηση της πραγματικής κατάστασης, αντί να ενδυναμώνει αδυνάτιζε τα κινήματα και τα κόμματα - φορείς αυτής της αντίληψης.

    Δεν πρόκειται καθόλου για περιττό φόρτο σε ένα βιβλίο που στόχο του έχει να διερευνήσει τις κοινωνίες που προέκυψαν από τον Οχτώβρη του ' 17, όπως θα νόμιζε κανείς. Ο συγγραφέας πολύ σωστά κάνει και υπενθυμίζει πράγματα που όφειλαν να είναι αυτονόητα για τους μαρξιστές, αλλά δυστυχώς δεν είναι. Μια απλή ανάγνωση των προγραμμάτων των Κ.Κ. της τελευταίας τουλάχιστον 50ετίας αρκεί, για να μας πείσει. Εξάλλου ο χαρακτήρας της σύγχρονης επανάστασης είναι ένα από τα πολύ σοβαρά ζητήματα στη σημερινή Αριστερά και όσο επικρατεί σύγχυση σ' αυτό, καμιά αναγέννηση του επαναστατικού Κομμουνισμού δεν πρόκειται να υπάρξει, η Αριστερά θα κατατρίβεται και θα σπαταλιέται στα μικρομερεμέτια στο πλαίσιο του συστήματος.

    Ο Κ.Κ. αφιερώνει μερικές σελίδες του βιβλίου του στο πρόβλημα του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού, παραθέτει στοιχεία που αποδείχνουν την ισχύ του νόμου στις σύγχρονες συνθήκες και χρησιμοποιώντας κείμενα από το έργο του Λένιν επαναδιατυπώνει τη λενινιστική θέση ότι «η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να νικήσει σε μια χώρα όχι όμως και ο σοσιαλισμός» (σ. 273). Αυτή η λενινιστική αλήθεια έχει στις μέρες μας τεράστια σημασία για το κομμουνιστικό κίνημα, καθώς επί δεκαετίες εγκαταλείφθηκε και μαζί της ξεχάστηκε και διαστρεβλώθηκε βάναυσα ο μαρξισμός σχετικά με τα ζητήματα της μεταβατικής περιόδου και του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Από τότε που ο Στάλιν , το Νοέμβρη του 1924, πρόβαλε για πρώτη φορά τη θέση ότι ο σοσιαλισμός μπορεί να νικήσει σε μια χώρα, για πάνω από 8 δεκαετίες τα στελέχη του κινήματος διαπαιδαγωγούνταν σε αντίθεση με όσα είχαν πει σχετικά οι Μαρξ - Ένγκελς και Λένιν.

    Η προβολή της σωστής μαρξιστικής και λενινιστικής θέσης αρκούσε για να καταταχτούν οι φορείς της στους εχθρούς του κινήματος, η θεωρία σταμάτησε να εξετάζει κριτικά την κοινωνία που οικοδομούνταν στη Σοβιετική Ένωση και ο σοσιαλισμός = α' φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας επιτεύχθηκε (!). Τι και αν οι κλασικοί του μαρξισμού - λενινισμού μιλώντας για το σοσιαλισμό, πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, τον θεωρούσαν ως μία κοινωνία χωρίς τάξεις, όπου το κράτος θα έχει σε μέγιστο βαθμό απονεκρωθεί, δεν θα υπάρχουν εμπορευματοχρηματικές σχέσεις, θα έχει παύσει να λειτουργεί ο νόμος της αξίας και η διανομή θα γίνεται ανάλογα με την εργασία; Η αγνόηση τους ονομάστηκε «δημιουργική ανάπτυξη» του μαρξισμού στις συγκεκριμένες συνθήκες! Και αυτή η «δημιουργική» ανάπτυξη έφτασε τόσο μακριά που ο Χρουστσόφ να μας σερβίρει ακόμα και την ανώτερη φάση του Κομμουνισμού ως μία κοινωνία με την ύπαρξη κράτους και όπου ο καθοδηγητικός ρόλος του κόμματος θα μείνει αναλλοίωτος και αναγκαίος!!!

    Ο μαρξισμός φυσικά δεν αποτελεί μια κλειστή θεωρία, δεν είναι δόγμα, είναι ανοιχτός στην παραπέρα ανάπτυξη. Παραπέρα ανάπτυξη όμως του μαρξισμού δεν σημαίνει καθόλου ότι ο καθένας μπορεί να αλλάζει τις θέσεις του κατά το δοκούν, δεν σημαίνει ότι μπορεί να κάνουμε οποιεσδήποτε αλλαγές. Αυτή η παρατήρηση ισχύει και για όσους σήμερα, στο όνομα της δημιουργικής ανάπτυξης, συμπεριφέρονται όπως π.χ. ο Στάλιν και ο Χρουστσόφ, δηλ αποσιωπούν, εγκαταλείπουν και διαστρεβλώνουν βασικές θέσεις του μαρξισμού. Η θεωρία του μαρξισμού για τη σοσιαλιστική επανάσταση, τη μεταβατική περίοδο και το σοσιαλισμό - κομμουνισμό ανήκει σε εκείνα τα αγκωνάρια του επιστημονικού σοσιαλισμού, που η εγκατάλειψη τους σημαίνει εγκατάλειψη του μαρξισμού και πέρασμα σε αστικές θέσεις.

    Ο Κ.Κ. παραθέτοντας τις αναγκαίες περικοπές από το έργο των κλασικών επανασυγκροτεί το μαρξισμό στα σχετικά ζητήματα και επαναδιατυπώνει τις θέσεις της επαναστατικής μας θεωρίας. Παραθέτουμε συνοπτικά τις βασικές θέσεις που επαναδιατυπώνει με επιτυχία ο Κ.Κ. στο βιβλίο του:

    Με τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης εγκαθιδρύεται η δικτατορία του προλεταριάτου και αρχίζει η μεταβατική περίοδος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό -κομμουνισμό. Στη μεταβατική περίοδο υπάρχει κράτος, το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου. Είναι μια περίοδος όπου παλεύει το παλιό που νικήθηκε, αλλά δεν εξαφανίστηκε και το καινούργιο, ο δημιουργούμενος κομμουνισμός. Συνυπάρχουν δηλ στοιχεία του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού και γίνεται διαπάλη για το ποιος - ποιόν θα νικήσει. Η δικτατορία του προλεταριάτου καταργεί την ιδιωτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, τα μεταβιβάζει στα χέρια του προλεταριακού κράτους που αρχικά τα διαχειρίζεται στο όνομα της κοινωνίας. Επιβάλει τον εργατικό έλεγχο στην παραγωγή, και την εργατική διαχείριση. Όλοι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στα διοικητικά και διαχειριστικά όργανα είναι αιρετοί και κάθε στιγμή ανακλητοί. Οργανώνει τη σχεδιοποίηση της οικονομίας. Το κόμμα είναι απαραίτητο και αναγκαίο ως καθοδηγητική δύναμη, δεν πρέπει όμως και δεν μπορεί να ταυτίζεται με το κράτος. Καθήκον του είναι να καθοδηγεί και όχι να υποκαθιστά.

    Οι εμπορευματοχρηματικές σχέσεις δεν μπορεί ακόμα να καταργηθούν, ο νόμος της αξίας δρα ακόμη, έστω και με περιορισμούς που του επιβάλει ο σχεδιασμός της οικονομίας. Η μεταβατική περίοδος δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός. Η δημοκρατία της μεταβατικής περιόδου δηλ. η δημοκρατία των σοβιέτ δεν είναι η σοσιαλιστική δημοκρατία, υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα τους.

    Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού απαιτεί τη συνειδητοποίηση των πλατιών μαζών των εργαζομένων, είναι μια συνειδητή διαδικασία και δεν εξαρτάται μόνο από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.

    Στο σοσιαλισμό, το κράτος έχει ήδη σε μεγάλο βαθμό απονεκρωθεί, οι τάξεις έχουν καταργηθεί. Πρόκειται για μία αταξική κοινωνία όπου οι εμπορευματοχρηματικές σχέσεις και ο νόμος της αξίας έχουν καταργηθεί και η διανομή γίνεται ανάλογα με την προσφερόμενη εργασία.

    Οι διατυπώσεις στο βιβλίο του Κ.Κ. συμφωνούν απολύτως με τις θέσεις των κλασικών, είναι οι μαρξιστικολενινιστικές θέσεις που κακοποιήθηκαν επί δεκαετίες ολόκληρες και συνεχίζουν να κακοποιούνται από πολλούς, που κατά τα άλλα ορκίζονται στο μαρξισμό – λενινισμό.

    Ο συγγραφέας διαφορίζεται πλήρως από όλες τις αντιμαρξιστικές δοξασίες που σερβίρονται ως μαρξισμός, ξελογαριάζεται με όλους εκείνους που στο όνομα του μαρξισμού και του λενινισμού συγχέουν και ταυτίζουν τη μεταβατική περίοδο με το σοσιαλισμό, με εκείνους που δεν αναγνωρίζουν καμιά μεταβατική περίοδο και θεωρούν ότι ο σοσιαλισμός προκύπτει αμέσως μετά τη νίκη της επανάστασης, με τους άλλους που θεωρούν μεταβατική περίοδο το διάστημα από τη νίκη της επανάστασης, ως τη στιγμή που όλα τα μέσα παραγωγής θα περιέλθουν στα χέρια του προλεταριακού κράτους.
Η ανασυγκρότηση των μαρξιστικών θέσεων είναι πολύ χρήσιμη για τον κάθε αναγνώστη, που του δίνεται η δυνατότητα να τις γνωρίσει και να σιγουρευτεί γι' αυτές ανατρέχοντας ο ίδιος στα σχετικά έργα των κλασικών. Ότι κι' αν κάνουν οι «κριτικοί» του βιβλίου του Κ.Κ. προκειμένου να τον διαψεύσουν και να παρουσιάσουν τις στρεβλωμένες αντιλήψεις τους ως μαρξισμό είναι αδύνατο να το καταφέρουν. Ο αναγνώστης αποκτάει μέσα απ' το βιβλίο του Κ.Κ. τη δυνατότητα και τα ερεθίσματα να ανατρέξει στις πηγές, να τις αντιπαραθέσει με τις απόψεις που κυκλοφορούν σχετικά στις σημερινές συνθήκες, να αποκτήσει ιδίαν αντίληψη.

    Ο Κ.Κ. δεν σταματάει στην επαναδιατύπωση των σχετικών μαρξιστικών θέσεων. Επιχειρεί να δώσει απάντηση για το τι ήταν αυτές οι κοινωνίες. Μάλιστα, εκμυστηρεύεται με αφοπλιστική ειλικρίνεια στους αναγνώστες του, ότι όταν άρχισε την έρευνα του, ήταν της γνώμης ότι στη Σοβιετική Ένωση οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός. Ο προσεκτικός αναγνώστης δεν θα αμφιβάλει καθόλου για την ειλικρίνεια του συγγραφέα καθώς σε πολλές διατυπώσεις του βιβλίου υπάρχουν υπολείμματα της αρχικής του αντίληψης. Μέσα από ένα πλούσιο υλικό, που παραθέτει, καταλήγει στη δική του κρίση για τις κοινωνίες του «υπαρκτού» σοσιαλισμού, που πολύ συνοπτικά είναι οι ακόλουθες.
Με τη νίκη της Οχτωβριανής σοσιαλιστικής επανάστασης, που όπως φαίνεται από το σύνολο των διατυπώσεων του βιβλίου, τη θεωρεί, και σωστά, ως το μεγαλύτερο κοσμοϊστορικό γεγονός του 20ού αιώνα, στη Ρωσία εγκαθιδρύθηκε η δικτατορία του προλεταριάτου. Με την επανάσταση του 1917 γράφει ο Κ.Κ. «η εξουσία της αστικής τάξης ανατράπηκε,... καταργήθηκε η ιδιωτική ιδιοκτησία, καθιερώθηκε ο εργατικός έλεγχος, θεσπίστηκε ο εξοπλισμός των εργατών και αγροτών...» (σ. 145).

    Λόγιο της πολιτιστικής καθυστέρησης και των ειδικών συνθηκών της τότε Ρωσίας η δικτατορία του προλεταριάτου ασκήθηκε εκεί όχι από την ίδια την εργατική τάξη αλλά μέσω της πρωτοπορίας της, μέσω του κόμματος. Αναφέρει γι' αυτό τη θέση του Λένιν, των άλλων μπολσεβίκων αλλά και του Τρότσκι, που είχαν επίγνωση ότι λόγω των συνθηκών η δικτατορία εκεί δεν μπορούσε παρά να ασκείται μέσω της συνειδητής πρωτοπορίας. Ακριβώς λόγω της πολιτιστικής καθυστέρησης στη Σοβιετική Ρωσία «την εξουσία την ασκούσε το κόμμα και όχι το προλεταριάτο» (σ. 56).

    Με τη νίκη της επανάστασης καθιερώθηκε ο εργατικός έλεγχος της παραγωγής και η εργατική διαχείριση. «Αρχικά...τα μέσα παραγωγής που εθνικοποιήθηκαν, τα διηύθυναν συλλογικά όργανα εκλεγμένα από τους εργάτες και κάθε στιγμή ανακλητά. Στα μέσα παραγωγής που παρέμειναν ακόμα στην ιδιωτική ιδιοκτησία επιβλήθηκε εργατικός έλεγχος από αιρετές και κάθε στιγμή ανακλητές επιτροπές, οι αποφάσεις των οποίων ήταν δεσμευτικές για τις διευθύνσεις» (σ. 58). Πράγματι, ο Κ.Κ. έχει δίκιο.
Η νικηφόρα επανάσταση καθιέρωσε μια σειρά από επαναστατικά μεταβατικά μέτρα, αναγκαία και απαραίτητα στην προσπάθεια οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, μέτρα, που τα είχε επεξεργαστεί θεωρητικά ο Μαρξ αναλύοντας και αξιολογώντας το έργο της Παρισινής Κομμούνας, και τα είχε επαν-ανακαλύψει και επαναδιατυπώσει ο Λένιν, με βάση τις νέες εμπειρίες των επαναστάσεων του 1905 και του 1917 στη Ρωσία, ύστερα από μία μακρόχρονη αγνόηση και εγκατάλειψη τους από τους ηγέτες και τα κόμματα της Β' Διεθνούς.

    Ωστόσο, στη Σοβιετική Ρωσία υπήρξαν και μια σειρά παρεκκλίσεις και αποκλίσεις από τα μέτρα της Κομμούνας και από το κράτος τύπου Κομμούνας. Ο Κ.Κ. σημειώνει ότι «υπήρξαν βασικές παρεκκλίσεις από τις αρχές που είχε καθιερώσει η Κομμούνα του Παρισιού π.χ. δεν καθιερώθηκε το αιρετό και ανακλητό των δημοσίων υπαλλήλων κ.λ.π.» (σ. 147).

    Και όχι μόνο αυτό, αλλά οι συνθήκες ανάγκασαν στην πορεία τους μπολσεβίκους, να κάνουν σημαντικές υποχωρήσεις και να πάρουν πίσω πολλά από τα αρχικά μέτρα που καθιέρωσε η Οχτωβριανή επανάσταση. Ο Κ.Κ. γράφει: «Το χάος που επικράτησε και οι τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισε η σοβιετική εξουσία λόγω του εμφυλίου πολέμου και της ιμπεριαλιστικής επέμβασης, οδήγησαν στην εγκατάλειψη των επαναστατικών μέτρων στη διεύθυνση και τον έλεγχο της παραγωγής. Έτσι, ήδη το 1918, εγκαταλείφθηκαν οι εκλεγμένες διοικήσεις και τη θέση τους πήραν οι μονοπρόσωπες διοικήσεις» (σ. 58). Αναφέρει και άλλες υποχωρήσεις, με πιο χαρακτηριστική αυτή της ΝΕΠ. (Νέα Οικονομική Πολιτική). Ο Κ.Κ. δεν αποδίδει μομφή στους μπολσεβίκους γι' αυτές τις υποχωρήσεις, τις εξηγεί με βάση τη δύσκολη κατάσταση και τις συνθήκες στις οποίες βρέθηκε η νικηφόρα επανάσταση. Αναφέρει τις θέσεις του Λένιν γι' αυτές τις υποχωρήσεις που, τις θεωρούσε εντελώς αναγκαίες για τη σωτηρία της επανάστασης, και συγκρίνει αυτές τις λενινιστικές θέσεις και αρχές με τις θέσεις και την πρακτική των επιγόνων.
Ο Λένιν ονόμαζε τις υποχωρήσεις με το όνομα τους, σημειώνει ο Κ.Κ., εξηγούσε την αναγκαιότητα τους και δεν του ήρθε ποτέ στο μυαλό να τις χαρακτηρίσει σοσιαλιστικές. «Ο Λένιν... ποτέ δεν ονόμαζε τις υποχωρήσεις μαρξισμό, έδειχνε το χαρακτήρα τους μπροστά στην εργατική τάξη, που έπρεπε να γνωρίζει, ότι επρόκειτο για υποχωρήσεις και όχι για εφαρμογή κάποιων δήθεν μαρξιστικών αρχών. Αυτή η λενινιστική παράδοση διακόπηκε μετά το θάνατο του. Οι υποχωρήσεις, που ήταν αναγκαίες, δεν ονομάζονταν πλέον με το όνομα τους αλλά θεωρούνταν κάτι το κανονικό, και σιγά - σιγά θεωρήθηκαν «εφαρμογή του μαρξισμού» στις συνθήκες της Ρωσίας.. .Όλες οι περί του αντιθέτου απόψεις θεωρούνταν τροτσκιστικές και απορρίπτονταν ως αντι-μαρξιστικές» (σ. 59)

    Με βάση αυτή την αντίληψη, όπως σημειώνει ο Κ.Κ., «Οδηγηθήκαμε στην πράξη σε μια αντιμαρξιστική και αντιλενινιστική πρακτική» (σ. 60).

    Αποτέλεσμα ήταν, σύμφωνα με το συγγραφέα, να θεωρούνται «οι μονοπρόσωπες διοικήσεις γνήσιος μαρξισμός και λενινισμός, οι εμπορευματοχρηματικές σχέσεις αναπόσπαστο στοιχείο του σοσιαλισμού και πολλά άλλα» (σ. 59). Να παραβιάζονται οι αρχές της αιρετότητας και ανακλητότητας και αυτό να θεωρείται κανονικό στοιχείο της μεταβατικής περιόδου αλλά και του σοσιαλισμού!

    Γράφει ο Κ.Κ. «Τα μέλη των σοβιέτ έπαψαν βαθμιαία να είναι αιρετά και ανακλητά, και φτάσαμε σε ένα σημείο όπου το κόμμα υποδείκνυε ποιοι θα εκλεγούν, και αυτό στην πράξη σήμαινε κατάργηση της αιρετότητας, σήμαινε ουσιαστικά διορισμό. Οι εκλογές έχασαν κάθε σημασία και κάθε αντιπαράθεση απόψεων εκμηδενίστηκε» (σ. 60).
Ο συγγραφέας έχει απόλυτα δίκαιο. Σε όλη τη γραμμή υπήρξε μια σταδιακή εγκατάλειψη του μαρξισμού. Μήπως την ίδια τύχη δεν είχε η μαρξιστική και λενινιστική αντίληψη ότι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού είναι μια διεθνής διαδικασία και ότι η επίτευξη της αταξικής κοινωνίας (του σοσιαλισμού, α' φάσης του κομμουνισμού) προϋποθέτει τη νίκη και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου στις βασικές τουλάχιστον χώρες του καπιταλισμού;

    Θα χρειαστεί πολλή ακόμα δουλειά από τους σύγχρονους μαρξιστές για να χτυπηθεί, να εξαλειφθεί, να ηττηθεί η αντιμαρξιστική και αντιλενινιστική αντίληψη γύρω απ' αυτά τα ζητήματα, μια αντίληψη που διαπότισε, διαπαιδαγώγησε για ολόκληρες δεκαετίες τα στελέχη του κομμουνιστικού κινήματος και οδήγησε στην ήττα, τη διάλυση και την περιθωριοποίηση όχι μόνο τις μεταβατικές κοινωνίες αλλά και το ίδιο το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα. Κανένα άξιο λόγο νέο επαναστατικό κίνημα δεν μπορεί να οικοδομηθεί στη βάση των σκουριασμένων αστικών δοξασιών, στη βάση της στρέβλωσης του μαρξισμού και του λενινισμού. Όλοι αυτοί που δεν καταλαβαίνουν τη μεγαλοπρέπεια της Οχτωβριανής επανάστασης και το έτσι κι αλλιώς κοσμοϊστορικό της έργο, όλοι αυτοί που δεν κατανοούν, ότι η επανάσταση αυτή, και οι πρώτες προσπάθειες μετάβασης της ανθρωπότητας στην ανώτερη κοινωνία χωρίς τάξεις και εκμετάλλευση αποτελούν τη μεγαλύτερη ως τώρα ιστορική κατάκτηση της παγκόσμιας εργατικής τάξης, τίποτα δεν μπορούν να προσφέρουν στο σημερινό εργατικό κίνημα. Είναι ικανοί να ξαναεμφυτεύσουν το σπέρμα της ήττας και όχι της νίκης. Ο Οχτώβρης (ο πραγματικός και χωρίς φτιασιδώματα) αποτελεί από μόνος του το φάρο για τη σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημα της και δεν χρειάζεται τις φαντασιώσεις του μικροαστού και του γραφειοκράτη για να εκπέμψει το φως του. Η υπεράσπιση του δεν προϋποθέτει τη μυθοποίηση του, οι κατακτήσεις του από μόνες τους είναι ελκυστικές. Καμιά ψεύτικη «δικαίωση» του δεν είναι συμβατή με τα διδάγματα του. Όλοι, όσοι νομίζουν, ότι φτάσαμε μετά το 1917 στο σοσιαλισμό δεν υπερασπίζονται αλλά δυσφημούν τις κατακτήσεις του Οχτώβρη. Ο Οχτώβρης απόδειξε ότι η εργατική τάξη μπορεί να νικήσει, διακήρυξε σ' όλο τον κόσμο ότι στόχος του είναι η αταξική κοινωνία, προδιέγραψε και εν πολλοίς εφάρμοσε στην πράξη τους δρόμους και τα μέτρα που οδηγούν σ* αυτή. Από την εμπειρία του μπορούμε να μάθουμε πάρα πολλά από όσα χρειαζόμαστε για τις νέες μας εξορμήσεις. Και είναι τόσο πλούσια που δεν χρειαζόμαστε αλχημείες για να την αξιοποιήσουμε. Θα αφήσουμε αυτό το έργο στους τρομοκρατημένους μικροαστούς και στους στενοκέφαλους γραφειοκράτες που νοιώθουν την ανάγκη να πείσουν τους εαυτούς τους ότι στη Σ.Ε. και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είχαμε σοσιαλισμό. Εδώ έχουμε να κάνουμε με τον ίδιο στενό ορίζοντα της σοβιετικής γραφειοκρατίας που το 1936 διακήρυξε πομπώδικα μπροστά σ' όλο τον κόσμο ότι «φτάσαμε στο σοσιαλισμό, πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας».
Νομίζουμε ότι σ' αυτή την τεράστια δουλειά που πρέπει να γίνει, το βιβλίο του Κ. Κάππου αποτελεί αξιόλογη συμβολή.

    Και αυτό παρά τα σημαντικά λάθη που κάνει, όπως θα δείξουμε παρακάτω, σχετικά με το χαρακτηρισμό της σοβιετικής κοινωνίας. Ο Κ.Κ., κατανοεί και παρουσιάζει σωστά τη μαρξιστικολενινιστική έννοια της επανάστασης, της μεταβατικής περιόδου, του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, παραθέτει πλούσιο υλικό, κάνει σημαντικές παρατηρήσεις στην εξέταση της σοβιετικής κοινωνίας, διατυπώνει πλήθος συμπερασμάτων στην αξιολόγηση της πορείας της.

    Ας έρθουμε τώρα στα αδύνατα σημεία του βιβλίου και τις λαθεμένες, κατά τη γνώμη μας, προσεγγίσεις.

    Ο Κ.Κ. θεωρεί ότι από το 1917 ως το 1936 είχαμε στη Σοβιετική Ένωση μια μεταβατική περίοδο. Το 1936 δεν φτάσαμε στο σοσιαλισμό, όπως νόμισε η ηγεσία του ΚΚΣΕ. Αλλά προχωρήσαμε σε νέο σχηματισμό, που το ονομάζει «σοβιετικό». Ξεκαθαρίζουμε από την αρχή ότι εδώ πρόκειται για μια μεγάλη πλάνη του συγγραφέα όπως θα προσπαθήσουμε να δείξουμε στη συνέχεια. Το 1936 δεν φτάσαμε βέβαια στο σοσιαλισμό (όπως αυτόν τον κατανοούσαν οι κλασικοί του μαρξισμού) αλλά ούτε ασφαλώς σε έναν νέο οικονομικό - κοινωνικό σχηματισμό, όπως λαθεμένα υποστηρίξει ο Κ.Κ.

    Ο Κ Κ. θεωρεί ότι από το 1917 ως το 1936 στη Σοβιετική Ένωση είχαμε μια μεταβατική περίοδο. Οι προσπάθειες όμως οικοδόμησης του σοσιαλισμού απέτυχαν και έτσι αυτή η μεταβατική περίοδος παραχώρησε το 1936 τη θέση της σε έναν καινούργιο σχηματισμό, το σοβιετικό.

    Γράφει: «...Από το 1936 και μετά...δημιουργήθηκε στη Σ.Ε. ένας νέος σχηματισμός, ο σοβιετικός, στον οποίο η κυριότητα των μέσων παραγωγής και των φυσικών πόρων ανήκε στο κράτος και κατοχή, διαχείριση ανήκε στη διευθύνουσα τάξη» (σ. 66 -67).
Μας διαβεβαιώνει, ότι «η εξέταση σε βάθος του ζητήματος οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για ένα νέο κοινωνικό σχηματισμό» (σ. 69).
Αυτός ο νέος σχηματισμός είχε κατά τον Κ.Κ. τις δικές του παραγωγικές σχέσεις, το δικό του εποικοδόμημα, τη δική του ταξική διάρθρωση και τις δικές του μορφές κοινωνικής συνείδησης. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι οι νέες παραγωγικές σχέσεις προήλθαν από την κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και το χαρακτηριστικό τους ήταν ότι τα μέσα παραγωγής ανήκαν στο κράτος, αλλά η κατοχή, διαχείριση ανήκε στη «διευθύνουσα τάξη». Οι βασικές τάξεις ήταν η «διευθύνουσα» και η «εκτελούσα», που ήταν τάξεις ανταγωνιστικές. Το εποικοδόμημα είχε διαμορφωθεί έτσι ώστε να στηρίζει τις συγκεκριμένες παραγωγικές σχέσεις.

    Οι εργαζόμενοι ήταν εντελώς αποξενωμένοι από τα μέσα παραγωγής και από τα αποτελέσματα της παραγωγής, δεν διηύθυναν την παραγωγή αλλά μόνο εκτελούσαν και είχαν μικρότερες αμοιβές από τους διευθύνοντες. Το 1936 καταργήθηκε η δικτατορία του προλεταριάτου, οι κοινωνικές επιστήμες πήραν καθαρά απολογητικό χαρακτήρα. Δεν επιτρεπόταν η δημοσίευση άρθρων, βιβλίων αντίθετων με τη γραμμή του κόμματος, και κατά συνέπεια υπήρχε ανάλογο εποικοδόμημα. Ο σοβιετικός σχηματισμός ήταν ένα ταξικό σύστημα και σ' αυτόν πέρασε αργότερα και η Κίνα.

    Στη διευθύνουσα ανήκαν όσοι είχαν στην κατοχή τους μέσα παραγωγής. Αυτή την «τάξη» στη Σ.Ε. ο Κ.Κ. την υπολογίζει σε 3, 1% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (στοιχεία του 1981). Στην εκτελούσα ανήκαν όλοι οι εργαζόμενοι που δεν είχαν στην κατοχή τους μέσα παραγωγής, δεν είχαν διευθυντική ή ενδιάμεση θέση στην παραγωγή παρά μόνο θέση εκτελεστική. Υπήρχαν και μεσαία στρώματα π.χ. η κολχόζνικη αγροτιά, που δεν ήταν ούτε διευθύνουσα ούτε εκτελούσα, καθώς και η διανόηση, που ένα μέρος της εντασσόταν στη διευθύνουσα και ένα άλλο στην εκτελούσα.

    Η αντιπαράθεση διευθύνουσας - εκτελούσας έφτασε ως την καταπίεση, και το καθεστώς ήταν καταπιεστικό και εκμεταλλευτικό καθώς υπήρχε μια μορφή εκμετάλλευσης, μιας και ένα μέρος του υπερπροϊόντος, που παρήγε η εκτελούσα τάξη, πήγαινε στη διευθύνουσα ως εισόδημα.

    Η εκτελούσα δεν αντιστάθηκε, δεν ανέπτυξε δραστηριότητα για την υπερνίκηση του σοβιετικού τρόπου παραγωγής, ανέχτηκε την αντεπανάσταση. Δεν ήταν τάξη για τον εαυτό της και δεν μπορούσε να οργανώσει την ταξική πάλη ούτε σε πολιτικό, ούτε σε οικονομικό, ούτε σε ιδεολογικό επίπεδο. Περιορίστηκε μόνο σε παθητική αντίσταση. (Βλ. αντίστοιχα κεφάλαια του βιβλίου του ΚΚ. σ. 52 -107 και 188-214).

    Η προσέγγιση του Κ.Κ. δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα της σοβιετικής κοινωνίας, είναι από μαρξιστική άποψη βαθιά λαθεμένη.