Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Οργάνωσης ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ

Οι επερχόμενες βουλευτικές εκλογές και τα καθήκοντα των κομμουνιστών

Όπως όλα δείχνουν μπήκαμε για τα καλά στην προεκλογική περίοδο. Οι δηλώσεις Καραμανλή και κορυφαίων στελεχών της ΝΔ για εξάντληση της τετραετίας δεν ακυρώνουν τη γενική εντύπωση για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες το Φθινόπωρο, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται η εξάντληση της τετραετίας. Σ’ αυτό συνηγορούν κύκλοι της οικονομικής ολιγαρχίας που θεωρούν βλαβερή για τις οικονομικές τους υποθέσεις μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Εκτός απ’ αυτό, η σημερινή κυβέρνηση αδυνατεί πλέον να προχωρήσει στην υλοποίηση των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών σε βάρος του εργαζόμενου λαού. Χρειάζεται μια κυβέρνηση εκλογικά αναβαπτισμένη, μια φρέσκια «λαϊκή εντολή» τους είναι αναγκαία για να συνεχίσουν την αντιλαϊκή επίθεση και να εφαρμόσουν το αντιδραστικό πρόγραμμα αλλαγών που προαναγγέλθηκε από τον ΟΑΣΑ, την ΕΕ και το κεφάλαιο και οι πολιτικοί διαχειριστές του κεφαλαίου οφείλουν να εφαρμόσουν στην πράξη.

Βέβαια από την άλλη μεριά, υπάρχουν και οι δυσκολίες από το γεγονός ότι οι εκλογικοί συσχετισμοί, όπως αποτυπώνονται στις δημοσκοπήσεις, δείχνουν ότι η ΝΔ δεν θα διαθέτει, λόγω του υπάρχοντος εκλογικού νόμου, άνετη πλειοψηφία σε βουλευτικές έδρες στη νέα βουλή. Οι ταλαντεύσεις της κυβέρνησης για το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών οφείλονται ακριβώς σ’ αυτό και φυσικό είναι να προβληματίζεται για την πιο κατάλληλη χρονική στιγμή προσφυγής στις κάλπες.

 

Ανεξάρτητα πάντως από το πότε θα γίνουν οι εκλογές, οι εργαζόμενοι τίποτα το θετικό δεν έχουν να περιμένουν απ΄ αυτές. Όλα εξαρτώνται από τη δική τους πάλη.


Ολόκληρο το αστικό πολιτικό σύστημα, όλα τα αστικά κόμματα και κυρίως τα δύο μεγάλα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ομοφωνούν στην εφαρμογή του αντιδραστικού προγράμματος αλλαγών σε βάρος του λαού και δεν υπάρχουν ούτε στο ελάχιστο περιθώρια διαφοροποιήσεων στην πολιτική τους. Οι ηγεσίες τους έχουν πλήρη συνείδηση περί αυτού και το μόνο που μένει είναι να επιδίδονται σε μια θεατρινίστικη αντιπαράθεση άνευ ουσίας. Εν μέσω σκανδαλολογίας, οι βασικοί εκπρόσωποι του κεφαλαίου προχωρούν κοκορομαχώντας στις εκλογές. Προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν το λαό, να κρύψουν τις αντιλαϊκές τους προθέσεις και σχεδιασμούς. Πάντοτε μέσα από τις εκλογές τα κόμματα της αστικής τάξης προσπαθούν να διαμορφώσουν και να περάσουν στις λαϊκές μάζες την καταλληλότερη δυνατή πολιτική εκπροσώπησης των συμφερόντων του κεφαλαίου και με βάση αυτή διεκδικούν και παίρνουν τη στήριξη της ολιγαρχίας η οποία επιλέγει και προωθεί την πιο συμφέρουσα για αυτήν πρόταση διαχείρισης των υποθέσεων της.

Στις επερχόμενες εκλογές τέτοιο πρόβλημα δεν φαίνεται να υπάρχει. Παρά τα κενά και τις ολιγωρίες που έδειξε η κυβέρνηση της ΝΔ στην πρακτική εξυπηρέτησης του κεφαλαίου και την αδυναμία της να καταστείλει και να εκμηδενίσει την εργατική και λαϊκή αντίσταση, έδωσε αρκετά εχέγγυα, έτσι που να μην τίθεται επί του παρόντος θέμα επιλογής του καλύτερου διαχειριστή. Η ΝΔ παίρνει το χρίσμα και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα κερδίσει και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αλλά αυτό δεν καθιστά ασήμαντη την προεκλογική μάχη για την αστική τάξη. Μέσα από αυτή συγκεκριμενοποιούνται τα άλυτα ζητήματα της επίθεσης του κεφαλαίου ενάντια στους εργαζόμενους και γίνεται προσπάθεια ώστε να κατακτηθεί από τα βασικά τουλάχιστον αστικά κόμματα μια συνεκτική εθνική πολιτική που θα εφαρμοστεί από την οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές, σε κλίμα συναίνεσης. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αυτό ακριβώς κάνουν σ' αυτή την προεκλογική περίοδο. Θέλουν να περάσουν στο λαό την αντίληψη περί αναγκαιότητας των αντιδραστικών τους μεταρρυθμίσεων, θέλουν να τον πείσουν να μην αντισταθεί στις αντιδραστικές αλλαγές που θα εφαρμόσουν μετεκλογικά στα ζητήματα της παιδείας, της υγείας, με βασική προτεραιότητα την κατεδάφιση της κοινωνικής ασφάλισης ή καλύτερα ότι έχει απομείνει ακόμα απ’ αυτή.


Οι εκλογές όμως δεν είναι άνευ σημασίας ούτε για την εργατική τάξη και τα κόμματα της και κυρίως για το επαναστατικό της κόμμα, αν υπήρχε τέτοιο.

Η εργατική τάξη πρέπει να προτάξει τα αιτήματα και τις ανάγκες της και με αγωνιστικό τρόπο να διεκδικήσει λύσεις. Οι κομμουνιστές οφείλουν να αξιοποιούν και τις κοινοβουλευτικές εκλογές όπως και τις όποιες αιρετές θέσεις κατακτήσουν στους αστικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς για να προβάλλουν τα προβλήματα της εργατικής τάξης, για να καταδείξουν τη δική τους προοπτική που είναι αντιθετική με τα συμφέροντα του κεφαλαίου και τη σαπισμένη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η μάχη των εκλογών οφείλει να αποτελεί συμπλήρωμα των εξωκοινοβουλευτικών μαζικών αγώνων, να συγχωνεύεται μ’ αυτούς και κατά την προεκλογική περίοδο έτσι ώστε να ενδυναμώνεται η εργατική τάξη για να μπορεί να αντιπαλεύει αποτελεσματικά την πολιτική των κομμάτων του κεφαλαίου. Μόνο σε μια τέτοια περίπτωση έχει σημασία ο δείκτης πολιτικής ωριμότητας των μαζών που καταδεικνύεται από τα αποτελέσματα των εκλογών. Για να μπορούν τα εργατικά όργανα και τα πολιτικά επιτελεία της τάξης να προσαρμόζουν την πολιτική τους στη βάση των πραγματικών συσχετισμών, ώστε να οργανώσουν καλύτερα την εργατική και λαϊκή πάλη, αποφεύγοντας τυχοδιωκτισμούς αλλά και φυγομαχίες και εγκατάλειψη της διεκδίκησης ώριμων στόχων στο όνομα των δήθεν αρνητικών συσχετισμών.


Στην παρούσα εκλογική μάχη πολλά θα μπορούσαν να γίνουν αν υπήρχε μια επαναστατική, κομμουνιστική παρέμβαση στις εκλογές. Βασικός στόχος αυτής της παρέμβασης θα έπρεπε να ήταν να ενδυναμωθεί η εργατική τάξη και το κίνημα της και να ετοιμαστεί κατάλληλα ώστε να αποκρούσει την αντιλαϊκή επίθεση που έχει ετοιμαστεί από τα αστικά επιτελεία και προορίζεται να προωθηθεί στην πράξη μετεκλογικά.

Μια τέτοια εκλογική παρέμβαση δε θα γινόταν στο κενό αλλά θα μπορούσε να αξιοποιήσει τη θετική πείρα της λαϊκής αντίστασης των τελευταίων χρόνων.

Οι μεγάλοι αγώνες της τελευταίας χρονιάς δυσκόλεψαν τους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς του κεφαλαίου, έβαλαν φρένο στην αντεργατική επίθεση της κυβέρνησης του, καθυστέρησαν τους σχεδιασμούς και τις διακηρυγμένες αντιδραστικές της μεταρρυθμίσεις, κυρίως στην επιδίωξη της για ιδιωτικά πανεπιστήμια και την αντιδραστική αναθεώρηση άρθρων του συντάγματος. Έδωσαν το ελπιδοφόρο μήνυμα ότι μπορεί να αποκρουσθεί και να ματαιωθεί η προσχεδιασμένη αποδόμηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων και η αποσάθρωση όλων των κοινωνικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων που έχουν απομείνει, να αντιμετωπισθεί η αντιδραστική μανία των κυβερνώντων και του κεφαλαίου.

Στη βάση της εμπειρίας αυτών των αγώνων μια επαναστατική παρέμβαση στις εκλογές όφειλε να κάνει ότι μπορεί ώστε να μη σιγήσουν οι αγώνες την προεκλογική περίοδο, όφειλε να εξηγήσει τις αιτίες για την πραγματική κατάσταση των εργαζομένων, να συντρίψει τα αστικά επιχειρήματα ότι δήθεν δεν αντέχει η οικονομία και να προβάλλει τη μοναδική εναλλακτική λύση υπέρ των εργαζομένων, την ανάγκη ανατροπής του καπιταλισμού και εγκαθίδρυσης της εργατικής δημοκρατίας.


Όφειλε να εξηγήσει:


- Γιατί, ενώ ανθίζει η κερδοφορία του κεφαλαίου, την ίδια στιγμή περισσεύει η ανέχεια και η φτώχεια για τις λαϊκές μάζες, χειροτερεύει δραματικά η θέση της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων και το βιοτικό επίπεδο βρίσκεται σε τροχιά διαρκούς πτώσης όχι μόνο σχετικής αλλά και απόλυτης;

- Γιατί η ανεργία βρίσκεται στα ύψη και η ανασφάλεια διευρύνεται;

- Γιατί στους τόπους δουλείας βασιλεύει το απόλυτο κουμάντο, το απόλυτο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη – καπιταλιστή, το 8ωρο τείνει να γίνει παρελθόν στην πράξη και η εργοδοτική τρομοκρατία διογκώνεται, έτοιμη να πετάξει εκτός παραγωγής και εκτός μεροκάματου τον κάθε αντιστεκόμενο;

- Γιατί έχουμε απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων και ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας, που εξουθενώνουν τους εργαζόμενους, εντατικοποιούν την εργασία, χειροτερεύουν τις συνθήκες δουλειάς και αποδιαρθρώνουν τις κοινωνικές σχέσεις των εργαζόμενων;

- Γιατί η αύξηση της παραγωγικότητας, από ευλογία που θα μπορούσε να ήταν για τους εργαζόμενους υπό άλλες συνθήκες, μετατρέπεται σε κατάρα και τους μόνους που ευεργετεί είναι οι καπιταλιστές, και τα αποτελέσματα της όποιας ανάπτυξης τα καρπώνεται αποκλειστικά μια μικρή προνομιούχα μειοψηφία σε βάρος της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας;

- Γιατί αποδομείται και διαλύεται η κοινωνική ασφάλιση, χειροτερεύουν οι υπηρεσίες υγείας, υποβαθμίζεται και εμπορευματοποιείται η δημόσια παιδεία;

- Γιατί καταστρέφεται το περιβάλλον και διαρκώς υποβαθμίζεται η ποιότητα ζωής στις πόλεις;

- Γιατί διογκώνονται οι ιδεολογικοί και κυρίως οι κατασταλτικοί μηχανισμοί, εντείνεται η κατασταλτική τρομοκρατία, περισσεύουν οι χαφιεδοκάμερες, οι συλλήψεις, οι φυλακίσεις, οι τρομοκρατικές δικαστικές καταδίκες και οι κτηνώδεις επεμβάσεις των ΜΑΤ και των άλλων κατασταλτικών μηχανισμών;

- Γιατί γνωρίζουν άνθηση η ξενοφοβία και ο ρατσισμός που στρέφονται ενάντια στα ταξικά μας αδέρφια, τους αλλοδαπούς εργάτες, που τους κρατούν στο περιθώριο και σε μια ιδιότυπη ομηρία με περιορισμένα ή ανύπαρκτα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα για να μπορεί το κεφάλαιο να τους αξιοποιεί στην επίθεση του ενάντια σε ολόκληρη την εργατική τάξη και να αυξάνει την εκμετάλλευση όλων μαζί;

- Γιατί συνεχίζονται τα εγκλήματα του ιμπεριαλισμού, οι πόλεμοι και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σε βάρος των λαών του κόσμου, και η ελληνική άρχουσα τάξη όχι μόνο συμμετέχει στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς (ΝΑΤΟ, ΕΕ κλπ) αλλά και δίνει την άμεση στήριξη της και συμμετέχει στους ιμπεριαλιστικούς τυχοδιωκτισμούς;


Όλα αυτά θα έπρεπε να βρίσκονται στο κέντρο μιας πραγματικά επαναστατικής παρέμβασης στις εκλογές. Πρόκειται για τα ζωτικά προβλήματα της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού και η Αριστερά όφειλε να εξηγήσει τις αιτίες τους, να δείξει τον πραγματικό ένοχο που είναι ο καπιταλισμός. Να εξηγήσει ότι όσοι υπηρετούν αυτό το σύστημα δεν μπορούν και δεν θέλουν να κάνουν τίποτα υπέρ των εργαζομένων. Να δείξει με πειστικά επιχειρήματα ότι ο παροξυσμός των αντιθέσεων αυτού του συστήματος το οδήγησε στα όριά του και δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα πλέον στην ανθρωπότητα, ότι έγινε επικίνδυνο και πρέπει να ανατραπεί πριν προλάβει να μας παρασύρει στην πλήρη βαρβαρότητα, ότι ο σύγχρονος καπιταλισμός – στη χώρα μας και παγκόσμια – βρίσκεται σε βαθιά και αθεράπευτη κρίση, ότι είναι το σύστημα της σήψης και της παρακμής. Η κρίση του καπιταλισμού έχει διευρυνθεί προ πολλού και αγκάλιασε πέρα από την οικονομική του βάση και όλες τις εκφάνσεις του εποικοδομήματος. Μια από τις εκφράσεις της αποτελεί και η βαθιά κρίση του κοινοβουλευτισμού που χρεοκόπησε και πρέπει να αντικατασταθεί από έναν ανώτερο τύπο πολιτικής δημοκρατίας.


Κανένας δεν μπορεί να απαλλάξει τους εργαζόμενους από τις συνέπειες των αντιθέσεων του συστήματος και τις κρίσεις του, από τα προβλήματα που γεννάει και φορτώνει στις πλάτες τους. Θα τους απαλλάξει μόνο ο δικός τους αγώνας για την ανατροπή του, ένας αγώνας της ίδιας της εργατικής τάξης, καθοδηγούμενος από το επαναστατικό της κόμμα.


Οι εργάτες, με τη νίκη της επανάστασης τους και την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, θα ανατρέψουν την αστική τάξη και θα τσακίσουν το κράτος της, θα βάλουν στη θέση της χρεοκοπημένης πια αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, την εργατική δημοκρατία. Η δημοκρατία αυτή έχει τη βάση της στις εργατικές και λαϊκές συνελεύσεις που εκλέγουν τους αντιπρόσωπους τους στα εργοστασιακά, στα τοπικά και περιφερειακά συμβούλια και στο πανεθνικό συνέδριο των συμβουλίων, που είναι το ανώτατο όργανο της δημοκρατίας και αντικαθιστά το αστικό κοινοβούλιο που πλέον κατάντησε παρωδία δημοκρατίας καθώς το μόνο που παρέχει στους εργαζόμενους είναι το δικαίωμα να εκλέγουν κάθε 4 χρόνια εκείνους που θα ψηφίσουν νόμους και θα παίρνουν μέτρα ενάντια τους, στην υπηρεσία της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Στην εργατική δημοκρατία όλοι οι εκπρόσωποι είναι αιρετοί, κάθε στιγμή ανακλητοί και πληρώνονται με το μέσο μισθό του εργάτη. Στη θέση της αστικής γραφειοκρατίας βάζει υπεύθυνους υπαλλήλους, αιρετούς και ανακλητούς. Τη θέση της αστικής δικαιοσύνης παίρνουν οι αιρετοί και ανακλητοί λαϊκοί δικαστές και τη θέση των κατασταλτικών μηχανισμών του αστικού κράτους (αστυνομία – στρατός) που διαλύθηκαν, παίρνει η λαϊκή πολιτοφυλακή που αποτελείται από εθελοντές.

Αυτή είναι η δημοκρατία της λαϊκής πλειοψηφίας, ανώτερος τύπος δημοκρατίας σε σχέση με τον αστικό κοινοβουλευτισμό. Αυτή τη δημοκρατία ονόμασαν οι κλασσικοί του μαρξισμού δικτατορία του προλεταριάτου. Είναι η ανώτατη και τελευταία μορφή πολιτικής δημοκρατίας, η μόνη που μπορεί να απονεκρωθεί. Και θα απονεκρωθεί ύστερα από μια αναγκαία μεταβατική περίοδο επαναστατικών μετασχηματισμών, όταν οι άνθρωποι θα έχουν συνηθίσει να διοικούν και να διευθύνουν και επομένως κανείς πλέον δεν διοικεί και διευθύνει, όταν ωριμάσουν οι παγκόσμιες προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο, με την παγκόσμια νίκη της εργατικής δημοκρατίας. Τότε η εργατική δημοκρατία θα απονεκρωθεί και θα παραχωρήσει τη θέση της στην αυτοδιοίκηση των παραγωγών στην πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας (σοσιαλισμός). Τότε η πολιτική δημοκρατία, το πολιτικό κράτος, η πολιτική, μαζί με τα συνδικάτα, τα κόμματα και κάθε πολιτική εκπροσώπηση θα μπουν οριστικά στο μουσείο της ιστορίας και η κομμουνιστική απελευθέρωση θα ξανοιχθεί μπροστά στην ανθρωπότητα.

Στη δικτατορία του προλεταριάτου τα μέσα παραγωγής που αποσπάστηκαν από τους καπιταλιστές σφετεριστές τους μεταφέρονται στα χέρια του εργατικού κράτους, που οργανώνει την κοινωνική παραγωγή στη βάση ενός δημοκρατικού κεντρικού σχεδίου και εφαρμόζει στη διεύθυνση τους τις ίδιες αρχές όπως και στην πολιτική διοίκήση (αιρετότητα – ανακλητότητα – εργατικός μισθός). Σε όσες παραγωγικές και οικονομικές μονάδες παραμένουν αρχικά ακόμη στα χέρια ιδιωτών επιβάλλεται ο εργατικός έλεγχος. Η εργατική δημοκρατία θα ενισχύσει προνομιακά τη συνένωση της μικρής αστικής και αγροτικής ιδιοκτησίας σε συνεταιρισμούς.

Βασική της αρχή θα είναι η καλύτερη δυνατή ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Στις συνθήκες της εργατικής δημοκρατίας θα είναι δυνατό να ικανοποιηθούν σχετικά εύκολα αιτήματα και διεκδικήσεις που σήμερα καταγγέλλονται ως μαξιμαλιστικά (π.χ. 1400 ευρώ βασικός μισθός κ.α.) και θα αποδειχτεί η σαθρότητα των αστικών επιχειρημάτων ότι δεν αντέχει δήθεν η οικονομία, θα αποκαλυφθεί η πραγματικότητα, ότι εκείνο που δεν αντέχει είναι η απρόσκοπτη κερδοφορία του κεφαλαίου.

Τα μέσα κι ο πλούτος για την ικανοποίηση των αναγκών υπάρχουν και βρίσκονται σήμερα :

-- στα κέρδη των καπιταλιστών. Όχι μόνο αρκούν για να καλύψουν τις λαϊκές ανάγκες αλλά και θα μπορούν πολλαπλάσια απ’ ότι σήμερα ποσά να επενδυθούν για την παραπέρα διεύρυνση της παραγωγής και την αύξησης του κοινωνικού πλούτου. Όχι άνευ σημασίας είναι και το κομμάτι εκείνο που χάνεται με την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων που προκαλούν οι κρίσεις του καπιταλισμού και οι αντιφάσεις αυτού του συστήματος.

-- στα τεράστια ποσά που κατασπαταλιούνται στη διατήρηση των υπέρογκων γραφειοκρατικών μηχανισμών του αστικού κράτους (στρατός, αστυνομία, υπαλληλική γραφειοκρατία, αστική δικαιοσύνη). Οι νεοφιλελεύθερες κορώνες περί φτηνού κράτους είναι σκέτη δημαγωγία καθώς κάθε μείωση στον κοινωνικό τομέα πρέπει να οπωσδήποτε να αντικατασταθεί από αύξηση των δαπανών στον ιδεολογικό και κατασταλτικό τομέα του αστικού κράτους προκειμένου να διαφυλαχτεί η αστική κυριαρχία και η καπιταλιστική ιδιοκτησία. Όσο οι βάσεις του αστικού κράτους μένουν ανέπαφες, το «φθηνότερο κράτος» είναι ανέφικτο και απραγματοποίητο. Το μόνο πραγματικά φτηνό κράτος είναι το κράτος των εργατών.

-- στην εκκλησιαστική περιουσία. Με το χωρισμό εκκλησίας - κράτους και τη δήμευση της ακίνητης και κινητής εκκλησιαστικής περιουσίας, αυτή θα αποδοθεί στο λαό. Η κοινωνία θα απαλλαγή επιπλέον από το τεράστιο κόστος της πληρωμής μιας ολόκληρης στρατιάς επαγγελματιών ιερωμένων, θα τους εντάξει στην κοινωνική παραγωγή όπου θα συνεισφέρουν χρήσιμο κοινωνικό έργο και όσους θέλουν να αφοσιωθούν στο Θεό, θα τους απαλλάξει από την κοσμική δέσμευση της κρατικής υπαλληλίας και θα τους δώσει το ελεύθερο να το κάνουν, ζώντας από τις ελεημοσύνες των πιστών όπως οι πρώτοι Χριστιανοί.


Η επαναστατική Αριστερά στην εκλογική της παρέμβαση όφειλε όχι μόνο να εξηγήσει τις αιτίες των προβλημάτων και να καταγγείλει τον καπιταλισμό, αλλά και να προβάλλει και την επαναστατική προοπτική, να δείξει τη διέξοδο από τη σημερινή κατάσταση, κάνοντας αυτήν την προοπτική, όχι μόνο προπαγανδιστικά κατανοητή στις λαϊκές μάζες, αλλά και συμπυκνώνοντάς την σε πρακτικά αιτήματα του κινήματος στο σήμερα.

Η επαναστατική Αριστερά όφειλε όχι μόνο να κάνει ζύμωση και προπαγάνδα, αλλά και να παλεύει πρακτικά και να δείχνει με ενωτικό τρόπο πως πρέπει να οργανωθεί η πάλη των εργαζομένων και πως μπορεί να προωθηθεί το ενιαίο μέτωπο των εργαζομένων στη βάση των προβλημάτων τους ενάντια στον καπιταλισμό.

Μια τέτοια Αριστερά δεν έκανε ακόμα την εμφάνισή της στην προεκλογική περίοδο.


Το ΚΚΕ καλεί τους ψηφοφόρους να γυρίσουν την πλάτη στα κόμματα της ολιγαρχίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και να δείξουν σε αυτό την εκλογική τους προτίμηση. Έτσι με ενισχυμένο το ΚΚΕ θα δυναμώσει η φωνή των εργαζόμενων, όπως ισχυρίζεται. Τι θα έκανε όμως το ΚΚΕ αν καλούνταν να δώσει λύση στα προβλήματα; Αυτό δεν μας το λέει. Προβάλλοντας το αυτονόητο, ότι δεν υπάρχει στις επερχόμενες εκλογές τέτοιο ενδεχόμενο, νομίζει ότι ξεμπέρδεψε και με το μεγάλο ζήτημα, ποια προοπτική προτείνει στην εργατική τάξη.

Κι όταν απαντά προβάλλει την προοπτική της λαϊκής εξουσίας και οικονομίας. Αλλά καμία λαϊκή εξουσία και καμία λαϊκή οικονομία, εφ’ όσον αυτές διακηρύσσονται και προτείνονται να εφαρμοστούν στο πλαίσιο του συστήματος, δεν προσφέρει πραγματική διέξοδο στους εργαζόμενους από τα σημερινά αδιέξοδα του καπιταλισμού.

Πραγματική λαϊκή εξουσία δεν μπορεί να υπάρξει πριν την ανατροπή της αστικής τάξης και το τσάκισμα του αστικού κράτους. Λαϊκή οικονομία δεν μπορεί να υπάρξει πριν την απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών, χωρίς τη δήμευση της μεγάλης καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και την αφαίρεση των βασικών μέσων παραγωγής από τους σφετεριστές καπιταλιστές.

Πραγματικά λαϊκή είναι μόνο η εξουσία της εργατικής τάξης με τη στήριξη της μικρής αγροτιάς, είναι δηλαδή η δικτατορία του προλεταριάτου, η οποία οργανώνει την οικονομία στη βάση του κεντρικού κρατικού σχεδιασμού και της κρατικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και προωθεί τους επαναστατικούς μετασχηματισμούς όλων των κοινωνικών σχέσεων στη μεταβατική περίοδο από τον καπιταλισμό προς το σοσιαλισμό – πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, και αποτελεί το κράτος αυτής της μεταβατικής περιόδου, ένα κράτος που είναι το μόνο που μπορεί να απονεκρωθεί και να παραχωρήσει τη θέση του στην αυτοδιοίκηση των παραγωγών, στην αταξική και ακρατική κοινωνία, η πρώτη βαθμίδα της οποίας είναι ο σοσιαλισμός – πρώτη φάση του κομμουνισμού.

Το ΚΚΕ όμως, αποφεύγει συνήθως σε προεκλογικές περιόδους, έστω και μια φραστική αναφορά στη δικτατορία του προλεταριάτου, για ψηφοθηρικούς λόγους, για να μην τρομάξει τους μικροαστούς και ελπίζοντας να τσιμπήσει κάποιους ψήφους και από τα θεωρούμενα από την ηγεσία του σύμμαχα αστικά στρώματα. Η βαθύτερη βέβαια αιτία, βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν κατανοεί επιστημονικά – μαρξιστικά τη δικτατορία του προλεταριάτου, όπως δεν έχει καμία επιστημονική – μαρξιστική κατανόηση ούτε για το σοσιαλισμό – πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Αποτέλεσμα είναι να εμφανίζεται με μια μπερδεμένη στρατηγική, η προοπτική του να αποτελεί ένα πραγματικό κομφούζιο και να μην μπορεί να επιδράσει απελευθερωτικά στις εργαζόμενες λαϊκές μάζες. Άδικα παραπονείται ενίοτε ότι δεν το καταλαβαίνουν οι μάζες και δεν συμβάλλουν σε μια ισχυρή άνοδο του εκλογικού του ποσοστού. Ανερυθρίαστα αποδίδει την ευθύνη στις μάζες όταν τους λέει ότι «εσείς ευθύνεστε γιατί ψηφίζετε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ».

Αλλά δεν είναι μόνο η απουσία εναλλακτικής προοπτικής που χαρακτηρίζει το ΚΚΕ. Δεν μπορεί να εμφανίσει μια τέτοια προοπτική προεκλογικά γιατί δεν τη διαθέτει και δεν την προβάλλει στους καθημερινούς αγώνες της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων. Μόνιμα βρίσκεται στον αστερισμό του γνωστού «ρεφορμισμός στην πράξη, σοσιαλισμός στα λόγια» και ενίοτε, όπως την τελευταία δεκαετία, κυριαρχεί στη δράση του ένας ιδιότυπος σεχταρισμός που όχι μόνο στην ενωτική δράση δεν συμβάλλει, αλλά και την ανοιχτή διάσπαση των αγώνων και της ίδιας της εργατικής τάξης προωθεί.


Ο ΣΥΝ καλεί επίσης τους ψηφοφόρους να προτιμήσουν τη δική του κάλπη, για να υπάρξει και στην επόμενη βουλή η «αναζωογονητική» ανάσα της εκσυγχρονιστικής Αριστεράς. Αλλά οι εργαζόμενοι γνωρίζουν από την ίδια τους την πείρα ότι είναι ουτοπικές οι καλοκάγαθες προτάσεις για μια άλλη πολιτική στα πλαίσια του συστήματος που θα βάλουν τον άνθρωπο πάνω από τα κέρδη. Μπορεί να μην γνωρίζουν ότι ο άνθρωπος μπαίνει πάνω από τα κέρδη, μόνο εφ’ όσον καταργηθεί το καπιταλιστικό κέρδος, αλλά δεν συγκινούνται από παρόμοιες δακρύβρεχτες διατυπώσεις. Προτιμούν να δώσουν την ψήφο τους σε γνήσιους εκσυγχρονιστές του καπιταλισμού και αφήνουν τον ΣΥΝ να ψαρέψει ψήφους στα μικροαστικά στρώματα κυρίως της διανόησης.

Για όλα αυτά, τα πλατιά στρώματα των εργαζομένων δεν συγκινούνται από αυτήν την Αριστερά και τα διάφορα αντιμονοπωλιακά – αντιιμπεριαλιστικά – δημοκρατικά ή τα αντι-νεοφιλελεύθερα μέτωπα. Ούτε και τα διάφορα ριζοσπαστικά μέτωπα μπορούν να αποτελέσουν πόλο συσπείρωσης, εφ’ όσον αυτά κινούνται στις ράγες της παλιάς σκουριασμένης αντίληψης.


Μόνο μια Αριστερά που θα προωθεί παντού το ενιαίο μέτωπο των εργαζομένων, την κοινή δράση χωρίς διαχωρισμούς στη βάση των προβλημάτων ενάντια στον καπιταλισμό, θα έχει σαφή αντίληψη και θα εκλαϊκεύει συγκεκριμένα την απελευθερωτική προοπτική, μόνο αυτή η Αριστερά είναι σε θέση να συσπειρώσει και εκλογικά πλατύτερες εργατικές μάζες.

Μια τέτοια Αριστερά ήταν απούσα όλο το προηγούμενο διάστημα και δεν είναι δυνατόν να εμφανιστεί ως δια μαγείας στην προεκλογική περίοδο και για την προεκλογική περίοδο. Απουσίαζε εκείνη η Αριστερά που θα στήριζε αποφασιστικά και αποτελεσματικά τους αγώνες και θα πρόβαλλε μια χειροπιαστή νικηφόρα προοπτική, ένα πρόγραμμα ζυμωμένο μέσα στους καθημερινούς αγώνες με τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες, που θα πρόσφερε όραμα και εναλλακτική επαναστατική προοπτική και θα συνέβαλε έτσι μέσα στην καθημερινή πάλη στη συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών, στην ενδυνάμωση της αντίστασης και προετοιμασία της για την ανατροπή. Τέτοια Αριστερά δεν υπήρξε και η υπάρχουσα, όχι μόνο τη συνειδητοποίηση δεν προωθούσε, αλλά μάλλον τη σύγχυση και τη συσκότιση σκόρπιζε.


Όλα αυτά δεν ισχύουν μόνο για την κοινοβουλευτική, αλλά και για την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.

Η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά έπαιξε ως ένα βαθμό θετικό ρόλο στις αγωνιστικές κινητοποιήσεις, δείχνοντας ταυτόχρονα τις αδυναμίες και τα όρια της. Δημιουργήθηκαν προσδοκίες ότι θα ήταν δυνατό να σχηματίσει ένα ευρύ ψηφοδέλτιο με το οποίο θα έδινε τη μάχη των εκλογών. Με ενωμένες τις δυνάμεις της και ένα στοιχειωδώς σοβαρό πρόγραμμα θα είχε τη δυνατότητα στις δοσμένες συνθήκες να σηματοδοτήσει κάτι αποσπώντας ένα λίγο ως πολύ πολλαπλάσιο εκλογικό ποσοστό από αυτό που καταγράφουν τα επιμέρους εξωκοινοβουλευτικά ψηφοδέλτια.

Σε μια τέτοια προοπτική και εφ’ όσον υπήρχε συμφωνία σε επαναστατική προγραμματική βάση, η κομμουνιστική οργάνωση ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ δήλωσε στη συνδιάσκεψή της την ετοιμότητα να συμμετάσχει.

Όμως κάτι τέτοιο δεν στάθηκε δυνατό. Η πανσπερμία αντιλήψεων, η έλλειψη στρατηγικών απαντήσεων, οι μικρομεγαλισμοί και οι ηγεμονισμοί, καθώς και ο πολιτικός βολονταρισμός χωρίς σαφή ταξική αναφορά δεν επέτρεψαν κάτι τέτοιο. Είναι κι αυτό ένα ακόμη δείγμα της βαθιάς κρίσης των διάφορων οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, μια έμπρακτη απόδειξη ότι οι οργανώσεις αυτές δεν είναι σε θέση να αποκτήσουν αξιόλογη σύνδεση με την εργατική τάξη και τα πραγματικά προβλήματα των εργαζόμενων. Παραμένουν είτε ξεκομμένες από το εργατικό κίνημα, είτε μορφώματα της μικροαστικής δημοκρατίας, αριστερά συμπληρώματα της αστικής επιρροής ή και εκφράσεις συντεχνιακών διανοουμενίστικων επιμέρους συμφερόντων.

Όπως φαίνεται λοιπόν, θα υπάρξουν και πάλι 3-4 ή και παραπάνω ψηφοδέλτια της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.


Τι θα μπορούσε να γίνει στις συνθήκες που διαμορφώθηκαν;

Έχουμε βέβαια πλήρη επίγνωση ότι η προεκλογική περίοδος δεν ενδείκνυται για βήματα στη συγκρότηση μιας ενωτικής επαναστατικής Αριστεράς, καθώς μια τέτοια προσπάθεια φαντάζει θνησιγενής και εκ προοιμίου αναξιόπιστη στα μάτια των αγωνιστών. Παρ’ όλ’ αυτά, όσοι έχουν αναφορά στην εργατική τάξη, το κίνημα της και την επαναστατική της προοπτική θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε μια επαναστατική –και γι αυτό ενωτική- βάση και να συγκροτήσουν ένα ψηφοδέλτιο εντελώς διαφορετικό από όλα τα μέχρι σήμερα ψηφοδέλτια της Αριστεράς. Ένα ψηφοδέλτιο που δεν θα θυμίζει μια ακόμα Αριστερά, αλλά θα είναι, έστω εν σπέρματι, πραγματικά η άλλη Αριστερά. Η Αριστερά με πραγματικά επαναστατική φυσιογνωμία και ενωτική επαναστατική πρακτική.

Το γεγονός ότι η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά κατόρθωσε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο μαζικό κίνημα – κύρια στο φοιτητικό και ευρύτερο εκπαιδευτικό κίνημα – δεν έχει αφήσει αδιάφορη την αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό. Προσπάθειά της είναι η αποδυνάμωση των δυνάμεων που αρχίζουν να παίζουν διακριτό ρόλο στο κίνημα και ταυτόχρονα ο μετριασμός των δυνατοτήτων παρέμβασής τους σε αυτό.


Παίρνοντας υπ’ όψη τα παραπάνω, η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ αναλαμβάνει πολιτική πρωτοβουλία και καταθέτει πρόταση για την ενωτική παρέμβαση της επαναστατικής Αριστεράς στους αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας και στην εκλογική διαδικασία.

Σε αυτήν την κατεύθυνση επιδιώκουμε το προγραμματικό πλαίσιο να είναι όσο το δυνατόν πιο πλήρες. Εξάλλου, μόνο αυτό το στοιχείο μπορεί να είναι η ειδοποιός διάφορά από τα άλλα ψηφοδέλτια της Αριστεράς και μόνο σε μια τέτοια βάση αξίζει τον κόπο να δοθεί η εκλογική μάχη, γιατί θα καταδεικνύεται, σε εμβρυακή έστω μορφή, η επαναστατική Αριστερά του μέλλοντος, η επαναστατική Αριστερά που είναι παρούσα σε όλες τις μάχες και πρωτοπορώντας στους αγώνες στηρίζει την εργατική και λαϊκή πάλη.


Εξηγούμαστε, ότι δεν θεωρούμε καθόλου ότι πάντα ένα ψηφοδέλτιο της Αριστεράς πρέπει να συγκροτείται σε αυτήν την βάση. Η πραγματικότητα μπορεί να αναδείξει περιπτώσεις στις οποίες να είναι αναγκαίο η επαναστατική Αριστερά να πρέπει να συμμαχήσει με τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις και να συγκροτήσει ενωτικό ψηφοδέλτιο, ακόμα και στη βάση ενός μοναδικού συνθήματος.

 

Η πρότασή μας για τη συγκρότηση ψηφοδελτίου της επαναστατικής Αριστεράς, έχει να κάνει με τα προβλήματα και την επίθεση που δέχεται και θα δεχτεί η εργατική τάξη, την ανάγκη επαναστατικής ανασυγκρότησης του κινήματος της και της επαναστατικής κομμουνιστικής της πρωτοπορίας.


Αυτό που λείπει σήμερα και θα είχε σημασία να παρουσιαστεί, είναι ένα ψηφοδέλτιο που θα σηματοδοτεί πως πρέπει να είναι η επαναστατική Αριστερά, ποιο πρέπει να είναι το πρόγραμμά της και μέσα από ποια πρακτική το προωθεί. Δεν πρόκειται για κάποιο ξεκομμένο ιδεολογικό ζήτημα, αλλά για ένα ζήτημα άκρως πολιτικό και πρακτικό και πέρα για πέρα επίκαιρο.

Δηλώνουμε λοιπόν την πρόθεσή μας να συμμετάσχουμε στη συγκρότηση ενός ψηφοδελτίου της επαναστατικής Αριστεράς με όποιες δυνάμεις συμφωνήσουν και δεσμευτούν σε μια από κοινού πάλη, όχι μόνο προεκλογικά, αλλά και μετεκλογικά. Με όσους συμφωνήσουν και δεσμευτούν ότι η συνένωσή τους σε κοινό ψηφοδέλτιο δεν θα είναι μιας χρήσης, αλλά θα συνεχιστεί και μετεκλογικά μέσα στους καθημερινούς εργατικούς και λαϊκούς αγώνες. Με όσους συγκατανεύσουν να αρχίσει αμέσως μετά τις εκλογές ένας αναλυτικός οργανωτικός διάλογος για τα μεγάλα προβλήματα της ταξικής πάλης και της επανάστασης.


Στόχος της δικής μας οργάνωσης είναι να προωθηθεί και μέσω μιας τέτοιας διαδικασίας η ενότητα των κομμουνιστών στη βάση του επιστημονικού σοσιαλισμού, να κατακτηθεί μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική και τακτική και να εμπεδωθεί μια ενωτική επαναστατική τακτική παρέμβασης στο εργατικό κίνημα, ικανή να προωθεί τη συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης και να την προετοιμάζει για την επαναστατική ανατροπή που θα είναι έργο μοναδικά δικό της ή δεν θα υπάρξει.


Για τη συγκρότηση του ενωτικού ψηφοδελτίου της επαναστατικής Αριστεράς προτείνουμε την παρακάτω συγκεκριμένη βάση συμφωνίας:


1. Οι δυνάμεις που απαρτίζουν το ψηφοδέλτιο της επαναστατικής Αριστεράς αποφασίζουν να παλέψουν ώστε στην πορεία προς τις εκλογές να αποκαλυφθούν οι θεατρινισμοί των αστικών κομμάτων και τα αντιλαϊκά τους σχέδια, να προβληθούν τα ζωτικά προβλήματα των εργαζόμενων. Δεσμεύονται να δράσουν προεκλογικά, αλλά κυρίως και μετεκλογικά, με όλες τους τις δυνάμεις σε ενιαιομετωπική λογική για να προωθήσουν το ενιαίο μέτωπο και την κοινή δράση όλων των εργαζόμενων στη βάση των προβλημάτων τους ενάντια στον καπιταλισμό. Στη βάση αυτή θα πάρουν όλα τα μέτρα ώστε να ισχυροποιηθεί το κίνημα για τη διεκδίκηση των αιτημάτων του. Θα μοχθήσουν ώστε να ματαιωθεί η αντεργατική επίθεση του κεφαλαίου από οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει από τις εκλογές.


2. Συμφωνούν να ανοίξουν μέτωπο ενάντια στην αστική τάξη και κάθε αστική επιρροή μέσα στο εργατικό και μαζικό λαϊκό κίνημα. Δεσμεύονται να δώσουν με συνέπεια τη μάχη προεκλογικά και μετεκλογικά με όλες τους τις δυνάμεις, για την οργάνωση μιας επαναστατικής παρέμβασης στο υπάρχον συνδικαλιστικό και μαζικό λαϊκό κίνημα. Δεσμεύονται να προσανατολίσουν ολόκληρο το δυναμικό τους σε αυτήν την κατεύθυνση απελευθερώνοντάς το από τους ομόκεντρους κύκλους και την άγονη αντιπαράθεση στις διάφορες συσπειρώσεις – κινήσεις. Μοναδικό περιεχόμενο των όποιων συσπειρώσεων – κινήσεων να αποτελεί η αποτελεσματικότερη παρέμβαση στο συνδικαλιστικό κίνημα:


  • Για την ανατροπή των συσχετισμών σε αυτό, για την εκδίωξη της αστικής συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και κάθε αστικής επιρροής από όλα τα όργανα του κινήματος σε πρωτοβάθμιο, δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο.

  • Για την εξασφάλιση της εργατικής δημοκρατίας στα συνδικάτα, για την προώθηση αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών, για την κυριαρχία των γενικών συνελεύσεων στις αποφάσεις για όλα τα ζητήματα της ζωής και της δράσης των συνδικάτων.

  • Για την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος στη βάση των ταξικών συμφερόντων. Για συνδικάτα ενιαία, μαχητικά, ταξικά, σχολεία της ταξικής πάλης και του σοσιαλισμού.

  • Η πάλη μας στα συνδικάτα κατευθύνεται ενάντια στις αστικές ηγεσίες και όχι ενάντια στους εργαζόμενους που τις ακολουθούν και τις ψηφίζουν. Με αυτούς παλεύουμε από κοινού και μοχθούμε να τους αποσπάσουμε από την επιρροή των αστικών ηγεσιών. Γι’ αυτό αποκρούουμε κάθε σεχταριστική πρακτική, είμαστε σταθερά ενάντια στο διαχωρισμό των εργατών, ενάντια στις διαχωριστικές πρακτικές (π.χ. χωριστές συγκεντρώσεις) που οδηγούν τους εργάτες στη σύγχυση και διασπούν τη συνοχή και τους αγώνες τους.


3. Παράλληλα και ταυτόχρονα με τα παραπάνω, αποφασίζουν να προβάλλουν τώρα, σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και μετεκλογικά και να ζυμώνουν καθημερινά μέσα στους ταξικούς αγώνες την επαναστατική προοπτική. Η επαναστατική Αριστερά δεν διακηρύσσει γενικώς την κομμουνιστική απελευθέρωση, ούτε απλά την ανατροπή και την εργατική εξουσία που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για το άνοιγμα του δρόμου για το σοσιαλισμό – κομμουνισμό, την κάνει πρακτικά αιτήματα του κινήματος στο σήμερα, την προβάλλει και την εκλαϊκεύει ώστε οι εργαζόμενοι να αποκτήσουν στην πάλη τους χειροπιαστούς απελευθερωτικούς στόχους.

Η επαναστατική Αριστερά, προπαντός δεν στέκεται αμήχανη στο ερώτημα «τι θα κάνετε αν στις εκλογές κατακτήσετε την πλειοψηφία;», ερώτημα που το απευθύνουν πολλές φορές οι αστοί δημοσιογράφοι για να τεκμηριώσουν τη δήθεν έλλειψη μιας άλλης, μιας εναλλακτικής στον καπιταλισμό προοπτικής. Όσο κι αν γνωρίζει την προφανή αλήθεια, ότι οι εκλογές δεν πρόκειται φυσικά να της δώσουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και ούτε καν μια κάπως διακριτή εκλογική δύναμη, δεν παραιτείται από το να προβάλλει τώρα την άλλη προοπτική, γιατί μόνο έτσι μπορεί βάσιμα να ελπίζει ότι κάποια μέρα το πρόγραμμά της θα γίνει υλική δύναμη στα χέρια της εργατικής τάξης και κτήμα της λαϊκής πλειοψηφίας. Και η άλλη προοπτική είναι μια και μοναδική στις σημερινές συνθήκες. Είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η εργατική δημοκρατία. Είναι η εφαρμογή στη σύγχρονη πραγματικότητα του επαναστατικού προγράμματος του μαρξισμού. Αυτήν την προοπτική, που περιγράφηκε παραπάνω, οφείλουμε να προβάλλουμε και τώρα, και σε τούτες τις εκλογές, έστω και σε πρωτόλεια και ατελή μορφή, και να συνεχίσουμε να την προβάλλουμε και μετεκλογικά μέσα στους καθημερινούς πρακτικούς αγώνες, ολοκληρώνοντας και τελειοποιώντας την.


4. Δεσμεύονται να οργανώσουν και να προωθήσουν το διάλογο για τα στρατηγικά και τακτικά, θεωρητικά και πολιτικά ζητήματα του εργατικού και του κομμουνιστικού κινήματος.


Οι προσυπογράφοντες τη συγκρότηση του ψηφοδελτίου, διατηρώντας το δικαίωμα να προπαγανδίζουν τις δικές τους ιδιαίτερες θεωρητικές – πολιτικές θέσεις, δεσμεύονται να προβάλλουν και να αναπτύσσουν τις θέσεις του ψηφοδελτίου, να τις προβάλλουν μερικά ή ολόκληρες στους καθημερινούς αγώνες τώρα και μετεκλογικά, μέσα από την ενιαιομετωπική αγωνιστική δράση του εργαζόμενου λαού και του οργανωμένου κινήματος. Εκφράζουν τη σίγουρη πεποίθηση τους ότι, όταν αυτές οι θέσεις, αυτή η εναλλακτική προοπτική γίνει κτήμα της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, τότε δε θα υπάρχει κανένα εκλογικό τερτίπι, καμία δύναμη και καμία βία, που θα μπορούσε να εμποδίσει την πραγμάτωση τους στην πράξη.


Η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ θα κάνει ότι μπορεί για να επιτευχθεί, πάνω σε μια τέτοια βάση, η συγκρότηση μιας ενωτικής παρέμβασης δυνάμεων της επαναστατικής Αριστεράς στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, καθώς και η συγκρότηση ενός ψηφοδελτίου της επαναστατικής Αριστεράς.


Αν η συγκρότηση ενός τέτοιου ψηφοδελτίου δεν καταστεί τελικά δυνατή, τότε η κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ θα οργανώσει τη δική της παρέμβαση για τις εκλογές, με την προβολή των θέσεων της, μέσα από προπαγανδιστικό υλικό, εκδηλώσεις – συζητήσεις, και θα συνεχίσει και πριν και μετά τις εκλογές την προσπάθεια της για μια ενωτική επαναστατική παρέμβαση δυνάμεων της επαναστατικής Αριστεράς – στη βάση των αρχών και των κατευθύνσεων που προαναφέρθηκαν – στο εργατικό και λαϊκό κίνημα.


 


Αθήνα, 30/6/2007