Συνέντευξη με τη Γεωργία Νίκα ασφαλίστρια, μέλος του Δ.Σ. του ΠΣΑΣ

Συνέντευξη με τη Γεωργία Νίκα ασφαλίστρια, μέλος του Δ.Σ. του ΠΣΑΣ (Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Συμβούλων)


Ο χώρος της ιδιωτικής ασφάλισης βρέθηκε στο επίκεντρο των εξελίξεων τους τελευταίους μήνες, κυρίως με αφορμή το κλείσιμο της «Ασπίς – Πρόνοια», μιας από τις ηγέτιδες εταιρείες του κλάδου. Το γεγονός αυτό συνέβαλλε στην αφύπνιση και την κινητοποίηση εργαζόμενων του κλάδου. Για τα ζητήματα αυτά μιλήσαμε με την Γεωργία Νϊκα, μέλος του Δ.Σ. του ΠΣΑΣ και γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Ασφαλιστικών Συμβούλων Ιντεραμέρικαν (ΠΕΑΣΙ).



Εργατική Πολιτική: Κατ’ αρχήν, ξέροντας ότι το επάγγελμα του ασφαλιστή είναι αρκετά ιδιόμορφο, χρειάζεται να μας περιγράψεις ποιες είναι οι σχέσεις εργασίας στο επάγγελμά σας και στον κλάδο;


Γ.Νίκα.: Υπάρχουν τριών ειδών σχέσεις εργασίας στους ασφαλιστές. Κατ’ αρχήν υπάρχουν η πρακτοριακή σχέση, στην οποία δουλεύουν ασφαλιστές με σχετική ανεξαρτησία, έχουν δικό τους χώρο κλπ. και η μεσιτική στην οποία ο ασφαλιστής δεν δεσμεύεται από μία εταιρεία και απασχολεί προσωπικό, είναι δηλαδή επιχειρηματίας. Όμως, οι περισσότεροι από τους 18.000 ασφαλιστές που υπάρχουν στην Ελλάδα, δουλεύουμε στα πλαίσια αυτού που ονομάζεται Agency. Σε αυτή τη σχέση εργασίας είμαστε συνδεδεμένοι αποκλειστικά με μία εταιρεία δεν έχουμε συγκεκριμένο ωράριο, έχουμε σύμβαση έργου και αμειβόμαστε αποκλειστικά από τις προμήθειες των ασφαλιστικών συμβολαίων. Δηλαδή, δεν έχουμε μισθό, αλλά ολόκληρη η αμοιβή μας προέρχεται από τις προμήθειες των συμβολαίων που κλείνουμε. Σε περίπτωση καταγγελίας, δικαιούμαστε σαν αποζημίωση τις προμήθειες τριών χρόνων από τα συμβόλαια που έχουμε φέρει στην εταιρεία. Ωστόσο, αυτό παραβιάζεται συστηματικά, είτε γιατί η εταιρεία επικαλείται ότι υπήρχε σοβαρός λόγος για την καταγγελία της σύμβασης, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να το αποδείξει, οπότε συρόμαστε σε μακρόχρονη δικαστική διαδικασία μέχρι να δικαιωθούμε, είτε γιατί η εταιρεία φροντίζει να «σπάσει» τα συμβόλαια του ασφαλιστή που καταγγέλλει, δηλαδή να προτείνει στον πελάτη ένα καινούργιο συμβόλαιο, με αποτέλεσμα το προηγούμενο συμβόλαιο να παύει να ισχύει και να χάνει τις προμήθειες ο καταγγελμένος ασφαλιστής. Επιπλέον, η εταιρεία έχει δικαίωμα να ανακοινώσει δημόσια ότι υπήρχε «σοβαρός λόγος» απόλυσης, με αποτέλεσμα ο καταγγελμένος να μην μπορεί να βρει αλλού δουλειά. Αυτό μπορεί να λειτουργήσει και σαν εκβιασμός. Στην ουσία, έχουμε μια σχέση εργασίας με πολλές δεσμεύσεις, αλλά χωρίς δικαιώματα. Σχέση εργασίας «αλά Κούνεβα», όπως λένε οι συνάδελφοι.


Ε.Π.: Υπάρχει συλλογική σύμβαση εργασίας που να σας καλύπτει;


Γ.Ν.: Δεν υπάρχει συλλογική σύμβαση με καμία μορφή. Υπογράφουμε σύμβαση έργου με την εταιρεία στην οποία εργαζόμαστε, η οποία ρυθμίζει το ύψος των προμηθειών. Η σύμβαση καθορίζεται μονομερώς από την εταιρεία, αλλά υπάρχουν αντιστάσεις. Έγινε π.χ. προσπάθεια στην εταιρεία μου να αλλάξει η σύμβαση και οι εργαζόμενοι αντιδράσαμε με αποτέλεσμα η εταιρεία να υποχωρήσει και να κρατήσει την παλιά σύμβαση για τους παλιότερους ασφαλιστές. Όμως με βάση τις νέες συμβάσεις οι προμήθειες αλλάζουν μονομερώς από την εταιρεία.


Ε.Π.: Με βάση την κατάσταση αυτή, τι διεκδικείτε από τις εταιρείες;


Γ.Ν.: Ζήτημα που έχει σηκωθεί το τελευταίο διάστημα, είναι το ζήτημα της εφ’ άπαξ αποζημίωσης του ασφαλιστή όταν λύνεται η συνεργασία με την εταιρεία είτε λόγω συνταξιοδότησης, είτε λόγω καταγγελίας είτε γιατί την καταγγέλλει ο ασφαλιστής. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ψηφίστηκε νόμος με βάση τον οποίον οι ασφαλιστές δικαιούνταν τις προμήθειες από τα συμβόλαια εφ’ όρου ζωής. Το 1996 ο νόμος άλλαξε κι έγινε αυτό που ισχύει τώρα. Όταν ο ασφαλιστής φεύγει, το πελατολόγιο που έχει δημιουργήσει μόνος του μένει στην εταιρεία και συνεχίζει να βγάζει κέρδος γι’ αυτήν. Εμείς λέμε ότι ο πελάτης ανήκει στον εαυτό του, το συμβόλαιο στην εταιρεία και οι προμήθειες στον ασφαλιστή. Γι’ αυτό σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να δίνεται μια εφ’ άπαξ αποζημίωση του μέσου όρου των προμηθειών των 5 τελευταίων ετών επί 5.


Ε.Π.: Πόσο ασφαλείς είναι οι ασφαλισμένοι στις εταιρείες του κλάδου;


Γ.Ν.: Οι ασφαλιστικές εταιρείες βγάζουν το κέρδος τους κυρίως από το 1ο έτος του συμβολαίου. Γι’ αυτό οι εταιρείες έχουν συμφέρον να σπάνε τα συμβόλαια και δεν θέλουν σταθερή ασφάλιση. Με βάση στοιχεία του 1999, τα ασφαλιστικά συμβόλαια είχανε διατηρησιμότητα τα 6 έτη κατά μέσο όρο, χρόνος που είναι πολύ χαμηλός. Οι εταιρείες ανακυκλώνουν τα συμβόλαια, δηλαδή τα αντικαθιστούν με καινούργια και πιέζουν τους ασφαλιστές να κινούνται σε αυτήν την κατεύθυνση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεγάλη εταιρεία του χώρου, έδιωξε ένα μεγάλο κομμάτι του δικτύου των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών της γιατί δεν δέχονταν να πιέσουν τους πελάτες τους να αλλάξουν τα παλιά τους συμβόλαια που είχανε καλούς όρους για τους πελάτες, αλλά η εταιρεία τα θεωρούσε πλέον ασύμφορα. Για παράδειγμα στα προγράμματα ιατρικής περίθαλψης τα παλιά συμβόλαια προβλέπανε κάλυψη της όποιας θεραπείας αποφασιζότανε από το γιατρό ή το νοσοκομείο που περιέθαλπε τον πελάτη. Στα νέα συμβόλαια πρέπει η νοσηλεία να εγκριθεί από γιατρούς της εταιρείας, αλλιώς η εταιρεία δεν πληρώνει το κόστος.


Ε.Π.: Το κλείσιμο της «Ασπίς – Πρόνοια» που ήταν από τις μεγάλες εταιρείες του κλάδου τι συνέπειες είχε στους ασφαλισμένους και τους εργαζόμενους;


Γ.Ν.: Το κεντρικό ζήτημα για τους ασφαλισμένους είναι να λειτουργήσουν τα συμβόλαια. Οι ασφαλιστές δεν διαχειρίζονται τα αποθεματικά. Τα αποθεματικά της εταιρείας τα φάγανε άλλοι. Ο Ψωμιάδης (Σ.Σ.: διευθύνων σύμβουλος της Ασπίς) δεν φτώχυνε με το κλείσιμο της εταιρείας. Συνεχίζει την ίδια δραστηριότητα μέσα από άλλες εταιρείες. Στην Ασπίδα για χρόνια δεν τηρούσαν αποθεματικά. Είχανε τεράστια κέρδη, διατηρούσαν τα προνόμια των στελεχών, αλλά τα αποθεματικά μειώνονταν. Δεν μπορεί να είσαι κάθε χρόνο στους πρώτους της αγοράς να ελέγχεις το ένα τρίτο της ασφαλιστικής αγοράς με ένα εκατομμύριο πελάτες και να μην έχεις αποθεματικά. Και το ερώτημα είναι τι είδους έλεγχοι γίνονταν από το υπουργείο εμπορίου και πως επέτρεπαν να λειτουργεί η εταιρεία αυτή τρώγοντας τα λεφτά των ασφαλισμένων. Είναι υποχρέωση του κράτους με βάση το νόμο 400/70 να προστατέψει τους πελάτες και να λειτουργήσουν άμεσα τα συμβόλαια ζωής με τους ίδιους όρους και συμφωνίες και να τα αναλάβουν άλλες εταιρείες της αγοράς, με την εγγύηση του κράτους.


Ε.Π.: Πως επιδρά η κρίση στον κλάδο και τι συνέπειες έχει στις σχέσεις με τους εργαζόμενους;


Γ.Ν.: Λόγω της κρίσης δημιουργούνται προβλήματα και προκύπτουν συγκρούσεις. Πολλοί συνάδελφοι δείχνουν επαγγελματική συνείδηση κατανοώντας ότι δουλεύουν για τον πελάτη και όχι για την εταιρεία και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μπαίνει ζήτημα οργάνωσης και διεκδίκησης. Σπάει η παλιά λογική ότι φτιάχνω σαν ασφαλιστής ένα πελατολόγιο που είναι η ζωή μου και η σύνταξή μου και θεωρώ τον εαυτό μου επιχειρηματία. Με βάση αυτήν τη λογική που κυριαρχούσε παλιότερα, δεν διεκδικούσαμε τίποτα και δεν οργανωνόμασταν. Με το κλείσιμο της ΑΣΠΙΣ όμως πολλοί συνάδελφοι αισθάνθηκαν ότι τελικά δεν είναι τίποτα. Οι υπάλληλοι της εταιρείας πήραν τις αποζημιώσεις τους, ενώ στους ασφαλιστές χρωστάνε προμήθειες 6 μηνών. Τους ασφαλιστές τους τάιζαν λίγο παραπάνω τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα αυτό αλλάζει.





Νέο πεδίο κερδοφορίας η εκπαίδευση ασφαλιστικών διαμεσολαβητών


Ε.Π.: Εδώ και μερικά χρόνια πιστοποιούνται υπάλληλοι και στις ασφαλιστικές εταιρείες και στις τράπεζες για παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών. Τι σημαίνει αυτή η εξέλιξη;


Γ.Ν.: Πράγματι, πλέον και οι υπάλληλοι στις ασφαλιστικές εταιρείες μπορούν να δίνουν προϊόντα, όπως και οι τραπεζοϋπάλληλοι. Και αυτό συμβαίνει παρά το ότι δεν μπορεί να ασκείται το επάγγελμα του ασφαλιστικού συμβούλου από υπαλλήλους ασφαλιστικών εταιρειών με βάση το νόμο. Ωστόσο, οι εταιρείες επιλέγουν να δουλεύουν με αυτόν τον τρόπο, για να μειώνουν τις προμήθειες που πρέπει να δίνουν στους ασφαλιστές και να διευρύνουν τα κέρδη τους. Για τον ίδιο λόγο αυτό συμβαίνει και σε τράπεζες, οι οποίες ανήκουν στον ίδιο όμιλο με ασφαλιστικές εταιρείες (π.χ. Εθνική Τράπεζα – Εθνική Ασφαλιστική). Οι συνέπειες από αυτήν την εξέλιξη είναι κακές για όλους, εκτός από τις εταιρείες. Οι υπάλληλοι σε ασφαλιστικές εταιρείες και τράπεζες φορτώνονται επιπλέον εργασία με ελάχιστη επιπλέον αμοιβή, οι ασφαλιστές χάνουν τις προμήθειες και η ποιότητα των υπηρεσιών προς τους πελάτες χειροτερεύει. Αλλιώς μπορεί να εξυπηρετήσει τον ασφαλισμένο ένας ασφαλιστής που ξέρει το αντικείμενο και αλλιώς ένας υπάλληλος που η ενασχόληση του με την προώθηση ασφαλιστικών προϊόντων είναι αγγαρεία και που στο κάτω – κάτω δεν είναι δουλειά του να εξυπηρετήσει τον πελάτη που τράκαρε με το αυτοκίνητο ή αντιμετωπίζει ένα οποιοδήποτε πρόβλημα.


Ε.Π.: Πως ξεκίνησε αυτή η διαδικασία με τις πιστοποιήσεις;


Γ.Ν.: Υπήρχε σχετική ντιρεκτίβα της Ε.Ε. από το 2002 για την πιστοποίηση ασφαλιστικών συμβούλων, η οποία εφαρμόστηκε στην Ελλάδα το 2004. Με αυτήν έγινε υποχρεωτική η πιστοποίηση για να μπορεί κάποιος να ασκεί το επάγγελμα του ασφαλιστικού συμβούλου και ταυτόχρονα έγινε υποχρεωτική η εκπαίδευση στο αντικείμενο, η οποία ορίστηκε σε 100 ώρες. Στη συνέχεια ενώ παρέμεινε η υποχρεωτικότητα της πιστοποίησης, καταργήθηκε αυτή της εκπαίδευσης. Και αυτό γιατί με δεδομένο το άρθρο 16 του Συντάγματος, κάθε υποχρεωτική εκπαίδευση παρέχεται από το κράτος κι επομένως θα ήταν υποχρεωμένο το κράτος να φτιάξει δημόσια κέντρα εκπαίδευσης κλπ. Τώρα, η εκπαίδευση θα πέσει στα χέρια των ίδιων των εταιρειών, οι οποίες θα διεκδικήσουν και τα σχετικά κονδύλια από το ΄Δ κοινοτικό πλαίσιο στήριξης. Στο εξωτερικό όλες οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν και ένα κολέγιο για να εκπαιδεύουν τους ασφαλιστές τους. Εδώ στο φαγοπότι προσπαθούν να μπουν και τα σωματεία. Ήδη ο ΠΣΑΣ προσπαθεί να αλλάξει το καταστατικό για να στήσει μη κερδοσκοπική εταιρεία για να διεκδικήσει κομμάτι από την πίτα και κατά περίεργο τρόπο όλα τα σωματεία του χώρου προσπαθούν να φτιάξουν και μια ομοσπονδία. Ήδη πρόσφατα φτιάχτηκαν 2 και ετοιμάζεται και Τρίτη.



Μικρά αλλά ελπιδοφόρα βήματα στη συνδικαλιστική οργάνωση


Ε.Π.: Ποιος είναι ο συνδικαλιστικός χάρτης του κλάδου;


Γ.Ν.: Οι ασφαλιστές που δουλεύουν σαν agency, καλύπτονται από τον ΠΣΑΣ, ο οποίος έχει 2800 μέλη από τα οποία ταμειακά εντάξει είναι περίπου 400.Οι συντονιστές έχουν τον ΠΣΣΑΣ. Οι πράκτορες έχουν κάποιους συλλόγους και ομοσπονδία και οι μεσίτες το ΣΕΜΕ. Όλα αυτά τα σωματεία δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη δραστηριότητα για τα προβλήματα του κλάδου Υπάρχει και η ομοσπονδία ασφαλιστικών υπαλλήλων στην οποία είναι μέλη οι σύλλογοι υπαλλήλων των ασφαλιστικών εταιρειών και υπάρχουν και επιχειρησιακά σωματεία σε κάποιες εταιρείες: στην Εθνική Ασφαλιστική, την Αγροτική Ασφαλιστική. Πριν δύο χρόνια φτιάξαμε σωματείο και στην Ιντεραμέρικαν και προσπαθούμε να λειτουργούμε όσο πιο αμεσοδημοκρατικά γίνεται, ώστε να συμμετέχουν πραγματικά οι συνάδελφοι και να κερδίσουμε όσο περισσότερους μπορούμε στη δράση. Υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες βέβαια. Για παράδειγμα, λίγο μετά τη δημιουργία του σωματείου στην Ιντεραμέρικαν η εταιρεία κατήγγειλε τη σύμβαση με το συνάδελφο που ήταν αντιπρόεδρος.

 

Ε.Π.: Πως αντέδρασαν τα σωματεία στο κλείσιμο της «Ασπίς – Πρόνοια» και ποιες είναι γενικότερα οι διεκδικήσεις και οι δραστηριότητές τους;


Γ.Ν.: Ο ΠΣΑΣ είναι ένα γραφειοκρατικό σωματείο που κυριαρχείται από δυνάμεις με σχέσεις με την εργοδοσία. Για το θέμα της «Ασπίς» δεν έκανε σχεδόν τίποτα, μόνο ένα υπόμνημα που το έβγαλε στην ιστοσελίδα.. Οι συνάδελφοι της «Ασπίς» οργανώθηκαν μόνοι τους. Κάνανε συνέλευση, έστω και καθυστερημένα και μαζεύτηκαν 100 άτομα. Στη συνέλευση αυτή πήγε η πρόεδρος του ΠΣΑΣ που αντί να εκφράσει τη συμπαράστασή της, τους ζήτησε και ευθύνες για το κλείσιμο της εταιρείας. Στη συνέχεια, στο συλλαλητήριο που διοργάνωσαν οι συνάδελφοι της Ασπίς έξω από το υπουργείο οικονομικών, πήγαμε κάποιοι συνάδελφοι από άλλες εταιρείες να εκφράσουμε την αλληλεγγύη μας στο πρόβλημά τους και ήταν κάτι που δεν το περίμεναν και το θεώρησαν τρομερό. Και οι υπάλληλοι στάθηκαν στο πλευρό των ασφαλιστών. Κατανόησαν ότι αν κερδίσουν οι ασφαλιστές θα κερδίσουν και αυτοί. Φαίνεται ότι σιγά – σιγά κάτι αρχίζει να γεννιέται και σ’ αυτόν το χώρο. Η κρίση και οι συνέπειές της δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για αυταπάτες και ατομικές διεξόδους.