Καλλικράτης: Τοπική διοίκηση προσαρμοσμένη στα συμφέροντα των καπιταλιστών

Καλλικράτης: Τοπική διοίκηση προσαρμοσμένη στα συμφέροντα των καπιταλιστών

Οι εκλογές της 7ης Νοέμβρη πλησιάζουν και οι περισσότεροι εκλογείς δεν γνωρίζουν το νέο πλαίσιο το οποίο διαμορφώνει στην περιφερειακή διοίκηση της χώρας ο νόμος με την κωδική ονομασία "Καλλικράτης". Και είναι εντελώς δικαιολογημένη η άγνοια των πολιτών γιατί από τη μια πλευρά το αστικό πολιτικό σύστημα και το αναγκαίο συμπλήρωμα του τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν θέλει ενημερωμένους πολίτες και από την άλλη πλευρά το ίδιο το νομοσχέδιο είναι τόσο πολύπλοκο και δαιδαλώδες που προκαλεί την αποτροπή του ενδιαφερόμενου για ενδελεχή ενασχόληση. Πράγματι, τα "μαργαριτάρια" που κρύβει ο νόμος είναι τόσο καλά κρυμμένα πίσω από την νομική, συμβολαιογραφική γλώσσα ώστε μόνο εκ του αποτελέσματος, από την ίδια τη ζωή, θα συνειδητοποιήσει ο εργαζόμενος κόσμος την αντιδραστικότητα της διοικητικής μεταρρύθμισης.

Οι εκλογές της 7ης Νοέμβρη είναι οι πρώτες εκλογές στο νέο πλαίσιο του Καλλικράτη. Πέρα από τον ξεκάθαρο πολιτικό χαρακτήρα που έχουν και την αναγκαιότητα έκφρασης καταδίκης της πολιτικής της κυβέρνησης, είναι παράλληλα η καλύτερη ευκαιρία για την καταδίκη του ίδιου του Καλλικράτη. Δεν είναι άστοχο να επισημάνει κανείς ότι το ίδιο το πλαίσιο που διαμορφώνει ο Καλλικράτης είναι η καλύτερη ευκαιρία να συγκεκριμενοποιήσουν οι επαναστατικές δυνάμεις τα γενικά πολιτικά τους αιτήματα, να αποδείξουν στην εργατική τάξη ότι δεν είναι αιτήματα ουτοπικά, αλλά αιτήματα άμεσα που παλεύοντας τα το κίνημα μπορεί να αλλάξει τον συσχετισμό δύναμης και να επιβάλλει τελικά την δική του θέληση.

Στο άρθρο αυτό γίνεται προσπάθεια να αναδειχθούν τα σημαντικότερα σημεία του νέου νόμου, να φωτιστούν οι σκοτεινές πλευρές με ιδιαίτερη έμφαση στα ζητήματα της περιφέρειας μιας και αυτό είναι το καινοτόμο στοιχείο, να καταγραφεί η στάση των πολιτικών κομμάτων απέναντι στον Καλλικράτη και συμπερασματικά να σκιαγραφηθούν τα χαρακτηριστικά που πρέπει να διέπουν μια επαναστατική παρέμβαση στο πλαίσιο της περιφερειακής διοίκησης.

Ο Καλλικράτης είναι ένα πολυσέλιδο κείμενο χωρισμένο σε δέκα μέρη, ας τα πούμε κεφάλαια. Τα δυο πρώτα αναφέρονται στους δήμους, τα τρία επόμενα στην περιφέρεια και τα υπόλοιπα αναφέρονται λίγο- πολύ στην σχέση του κεντρικού κράτους με τις περιφερειακές αρχές διοίκησης. Επειδή για λόγους έκτασης δεν μπορούμε να αναφερθούμε σε όλο το κείμενο του νόμου, θα εστιάσουμε στα ζητήματα της περιφέρειας, όπως τονίσαμε και πιο πάνω, και στην σχέση της με το κεντρικό κράτος.

Ειδικότερα το τρίτο κεφάλαιο του νόμου αναφέρεται στον δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης, την περιφέρεια, είναι δε χωρισμένο σε δέκα υποκεφάλαια και περιλαμβάνει τα άρθρα 113- 203 του νόμου. Τα υποκεφάλαια αυτά περιλαμβάνουν και ορίζουν τις αρχές και τα όργανα της περιφέρειας, την εκλογική διαδικασία, το σύστημα διακυβέρνησης, την καταστατική θέση των οργάνων, τις αρμοδιότητες της περιφέρειας και τέλος τις επιχειρήσεις- νομικά πρόσωπα της περιφέρειας.

Όργανα της περιφέρειας είναι ο περιφερειάρχης, οι αντιπεριφερειάρχες, το περιφερειακό συμβούλιο, η οικονομική και η εκτελεστική επιτροπή. Οι εκλογές γίνονται κάθε 5 χρόνια και επιτυχών συνδυασμός θεωρείται αυτός που πλειοψήφησε με ποσοστό τουλάχιστον μεγαλύτερο του πενήντα τοις εκατό (50+1) του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων και επιλαχόντες συνδυασμοί, όσοι έλαβαν έστω και μία έδρα όπως ορίζει ο νόμος.

Υποψήφιοι μπορούν να είναι Έλληνες πολίτες, με εξαίρεση διευθυντικά στελέχη ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ του Δημοσίου και γενικώς διευθυντές νομικών προσώπων που συναλλάσσονται με τις αρχές της περιφερειακής διοίκησης. Βέβαια για να είναι κανείς υποψήφιος πρέπει οπωσδήποτε να καταβάλει το παράβολο των 150 ευρώ για την κάλυψη σχετικών εξόδων, μέτρο που αποτελεί ουσιαστικό κώλυμα εκλογιμότητας για την εργατική τάξη. Για να μην αναφερθούμε στην διαδικασία συγκρότησης ψηφοδελτίων και συνδυασμών που σίγουρα μόνο τα πολιτικά κόμματα που χρηματοδοτούνται από τον κρατικό κορβανά μπορούν να τα βγάλουν με ευκολία πέρα.

Οι αρμοδιότητες του περιφερειάρχη, ανάμεσα σε άλλες, είναι να εκδίδει όλες τις πράξεις μη κανονιστικού χαρακτήρα, να εκτελεί αποφάσεις του περιφερειακού συμβουλίου, της εκτελεστικής και οικονομικής επιτροπής, να διατάζει την είσπραξη των εσόδων της περιφέρειας και να αποφασίζει για την διάθεση των πιστώσεων του προϋπολογισμού, να υπογράφει τις συμβάσεις που συνάπτει η περιφέρεια, να αποφασίζει σε περίπτωση άμεσου κινδύνου για θέματα που ανήκουν στην αρμοδιότητα της οικονομικής επιτροπής, να απολογείται για τα πεπραγμένα της περιφέρειας ενώπιον της βουλής κ.ά. Με μια λέξη είναι μονοπρόσωπο όργανο με αυξημένες και πολύ σοβαρές αρμοδιότητες.

Οι αρμοδιότητες του περιφερειακού συμβουλίου, το οποίο επανδρώνεται, σημειωτέον, κατά τα 3/5 του από τον συνδυασμό του περιφερειάρχη, είναι παρεπόμενες των αρμοδιοτήτων του περιφερειάρχη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η έγκριση επιχειρησιακού προγράμματος της περιφέρειας, του προϋπολογισμού. Επιβάλλει τέλη, εισφορές, είναι αρμόδιο για απαλλοτρίωση ακινήτων, για την σύναψη δανείων κ.ά. Επιγραμματικά, είναι όργανο στην υπηρεσία του περιφερειάρχη.

Η εκτελεστική επιτροπή φανερώνει τον ρόλο της μόνο από την σύνθεση της. Αποτελείται από τον περιφερειάρχη ως πρόεδρο και τους αντιπεριφερειάρχες. Τα σχόλια περιττεύουν.

Η οικονομική επιτροπή αποτελείται από τον περιφερειάρχη ως πρόεδρο και από 6 έως 10 μέλη ακόμη, ανάλογα με τον πληθυσμό της περιφέρειας, Τα μέλη αυτά, εκλέγονται από το περιφερειακό συμβούλιο με συγκεκριμένη διαδικασία και αναλογία. Στις αρμοδιότητες της συγκαταλέγονται η κατάρτιση σχεδίου προϋπολογισμού της περιφέρειας, η κατάρτιση διαγωνισμών, η μελέτη ανάγκης σύναψης δανείων κ.ά.

Οι περιφερειάρχες, αντιπεριφερειάρχες και οι πρόεδροι των περιφερειακών συμβουλίων δικαιούνται αντιμισθίας, η οποία καταβάλλεται από την περιφέρεια. Η αντιμισθία του περιφερειάρχη ισούται με τις κάθε είδους αποδοχές, έξοδα παράστασης και προσαυξήσεις του Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, ποσό καθόλου ευκαταφρόνητο. Η αντιμισθία του αντιπεριφερειάρχη και του προέδρου του περιφερειακού συμβουλίου ισούται με το 75% της αντιμισθίας του περιφερειάρχη.

Οι αρμοδιότητες των περιφερειών κατανέμονται σε επιμέρους τομείς. Κατά σειρά έχουν ως εξής: Προγραμματισμού και ανάπτυξης, γεωργίας- κτηνοτροφίας- αλιείας, φυσικών πόρων- ενέργειας- βιομηχανίας, απασχόλησης- εμπορίου- τουρισμού, μεταφορών- επικοινωνιών, έργων- χωροταξίας- περιβάλλοντος, υγείας, παιδείας- πολιτισμού- αθλητισμού και τέλος πολιτικής προστασίας και διοικητικής μέριμνας. Αυτό είναι ίσως το αντιπροσωπευτικότερο κομμάτι του νόμου όπου η νομική γλώσσα εξωραΐζει την μετατροπή της περιφερειακής αυτοδιοίκησης σε επιχειρηματική δραστηριότητα. Όλες οι παραπάνω αρμοδιότητες, είναι αρμοδιότητες ενός κράτους. Μεταβιβάζονται οι αρμοδιότητες αυτές στην περιφέρεια μέσω προεδρικών διαταγμάτων που στην πράξη εξειδικεύουν τον νόμο, που είναι γενικός και αφηρημένος στην διατύπωση του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η υγεία: οι περιφέρειες θα έχουν αρμοδιότητα να χορηγήσουν άδειες λειτουργίας νοσοκομειακών μονάδων σε ιδιώτες.

Οι ρυθμίσεις για τις αρμοδιότητες των περιφερειών συμπληρώνονται με τις διατάξεις για τα νομικά πρόσωπα που η περιφέρεια μπορεί να ιδρύει ή να συμμετέχει. Οι περιφέρειες μπορούν να συστήνουν επιχειρήσεις με την μορφή ανώνυμης εταιρίας στις οποίες θα έχουν την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου. Μέτοχοι μπορεί να είναι (που θα είναι σίγουρα δηλαδή) τράπεζες και άλλα πιστωτικά ιδρύματα. Η δραστηριότητα των επιχειρήσεων θα εξυπηρετεί "την προώθηση της επιχειρηματικής, οικονομικής και γενικότερα βιώσιμης ανάπτυξης της περιφέρειας". Με τι όμορφα λόγια περιγράφουν την υπαγωγή της εργασίας, της υγείας, της παιδείας, των δημοσίων έργων και του περιβάλλοντος στο κεφάλαιο!!!

Ολόκληρη η δραστηριότητα της περιφέρειας ελέγχεται μέσω της αυτοτελούς υπηρεσίας εποπτείας Ο.Τ.Α. και ο προϊστάμενός της φέρει τον τίτλο του ελεγκτή νομιμότητας. Η αρχή αυτή προβαίνει σε έλεγχο νομιμότητας των πράξεων της περιφέρειας, ενώ ο ελεγκτής νομιμότητας έχει δικαίωμα να προβαίνει αυτεπαγγέλτως σε ακύρωση οποιασδήποτε απόφασης συλλογικού οργάνου του δήμου ή της περιφέρειας εκτός από τις επιχειρήσεις στις οποίες οι δήμοι και οι περιφέρειες δεν κατέχουν την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου. Είναι ο τοποτηρητής του κεντρικού κράτους και της κυβέρνησης στην περιφέρεια.

Η κύρια πηγή χρηματοδότησης των περιφερειών προέρχεται α. από τον φόρο εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων σε ποσοστό 2,40% επί των συνολικών ετήσιων εισπράξεων του φόρου αυτού και β. από τον Φ.Π.Α. σε ποσοστό 4% επί των συνολικών ετήσιων εισπράξεων του φόρου αυτού. Η άντληση του ποσού γίνεται μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Μάλιστα προβλέπεται ότι σε περίπτωση αύξησης των εξόδων των περιφερειών λόγω μεταφοράς αρμοδιοτήτων από το κράτος στις περιφέρειες, προβλέπεται η αύξηση των παραπάνω φόρων. Σε απλά ελληνικά οι κύριοι χρηματοδότες είναι οι ίδιοι οι πολίτες, η εργαζόμενη πλειοψηφία. Επιπλέον, είναι φανερό ότι η μεταφορά κρατικών λειτουργιών στις περιφέρειες δεν μπορεί να στηριχτεί με αυτές τις πηγές χρηματοδότησης, με μαθηματικά βέβαιο αποτέλεσμα τις περικοπές στις κοινωνικές παροχές π.χ. στην υγεία ή την εκπαίδευση.

Δεύτερη βασική πηγή χρηματοδότησης θα είναι τα δάνεια που μπορούν να συνάψουν οι περιφέρειες με τις τράπεζες. Δεν αποκλείεται λόγω της γενικότερης οικονομικής κατάστασης να μετατραπεί η δανειοδότηση των περιφερειών σε πρώτη πηγή χρηματοδότησης κάτι που θα έχει σαν λογική συνέπεια την βύθιση τους στα χρέη.

Συμπερασματικά θα λέγαμε πως ο Καλλικράτης καταργεί κάθε έννοια αυτοδιοίκησης μέσω μιας διπλής κίνησης. Από την μια μεταβιβάζει αυξημένες αρμοδιότητες στις περιφέρειες και από την άλλη ελέγχει ασφυκτικά οποιαδήποτε παρέκκλιση από την κεντρική εξουσία. Αυτό το κάνει είτε με τους τοποτηρητές του κεντρικού κράτους στην περιφέρεια, είτε με την ουσιαστική κατάργηση και παραγκώνιση των συλλογικών οργάνων της περιφέρειας δημιουργώντας ένα μονοπρόσωπο υπερόργανο, τον περιφερειάρχη. Από κάθε άποψη: συμμετοχής, εκλογής, ελέγχου, ο Καλλικράτης επιβάλλει ένα εντελώς αντιδημοκρατικό πλαίσιο. Ένα πλαίσιο όμως που μετατρέπει την περιφέρεια σε βορά του κεφαλαίου, σε μια ατελείωτη επιχειρηματική δραστηριότητα, σε ένα ατελείωτο φαγοπότι.

Η στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης

Γενικά, όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης καταδίκασαν τον Καλλικράτη. Αποκαλυπτική είναι όμως η επιχειρηματολογία τους. Η Νέα Δημοκρατία προβάλλει σαν κύριο επιχείρημα την έλλειψη χρηματοδότησης της μεταρρύθμισης και σαν δεύτερο την επιβολή του νόμου χωρίς διαβούλευση και συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών. Είναι στάση που ουσιαστικά στηρίζει την μεταρρύθμιση. Όσο και αν προκαλεί εντύπωση, και ο Συνασπισμός επικαλείται τα ίδια επιχειρήματα με λίγη προσθήκη απλής αναλογικής και δημοκρατικής συμμετοχής. Απουσιάζει από την επιχειρηματολογία του η λογική ότι πρεσβεύει έναν διαφορετικό τρόπο οργάνωσης της τοπικής αυτοδιοίκησης. Πιο προωθημένες θέσεις εκφράζει το ΚΚΕ. Αρχικά κάνει λόγο για κρατική τοπική διοίκηση και όχι αυτοδιοίκηση. Αναδεικνύει την υπαγωγή των περιφερειών στο κεφάλαιο καθώς και το αντιδημοκρατικό πλαίσιο που διαμορφώνεται. Παρόλα αυτά, απουσιάζει και από την πρόταση του ΚΚΕ μια - νύξη έστω - για διαφορετικού τύπου οργάνωση σε τοπικό επίπεδο.

Η παρέμβαση των κομμουνιστών στις περιφερειακές εκλογές

Οι εκλογές για τοπική διοίκηση προσφέρουν μια ευκαιρία στους κομμουνιστές να εκλαϊκεύσουν και να εξειδικεύσουν την πρότασή τους για μια διαφορετικού τύπου κοινωνική οργάνωση. Είναι εκλογές στις οποίες εμπλέκεται ένα μεγάλο τμήμα του εκλογικού σώματος. Τα προβλήματα σε τοπικό επίπεδο είναι πιο άμεσα και αυτό προσφέρει τη δυνατότητα στους μηχανισμούς των αστικών κομμάτων να αποπολιτικοποιούν τις εκλογές στο όνομα της εξεύρεση λύσεων σε τοπικό επίπεδο.

Οι εκλογές της 7ης Νοέμβρη όμως έχουν ξεκάθαρο πολιτικό χαρακτήρα. Πράγματι, σε καμιά προηγούμενη τοπική εκλογική αναμέτρηση το ζήτημα που κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της χώρας (το δημόσιο χρέος) δεν ήταν τόσο στενά δεμένο με τα προβλήματα της τοπικής διοίκησης. Το αίτημα, για να μιλήσουμε συγκεκριμένα, της μονομερούς διαγραφής του χρέους ως κρίσιμου κρίκου, αποκτά υλική υπόσταση όταν η χρεωκοπία των δήμων και των περιφερειών είναι προ των πυλών και όταν γίνεται φανερό ότι η αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό επιδιώκει να μετακυλήσει το κόστος των κοινωνικών δαπανών στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων.

Οι στόχοι αυτοί φυσικά δεν μπορούν να υλοποιηθούν από το σημερινό αστικό κράτος, την αστική κυβέρνηση και τα τοπικά όργανα που ελέγχονται ασφυκτικά από το κεντρικό κράτος. Η υλοποίησή τους συνδέεται με την οργάνωση σε τοπικά συμβούλια σε παραγωγική βάση με αιρετούς και ανά πάσα στιγμή ανακλητούς αντιπροσώπους, που θα αμείβονται με το μέσο εργατικό μισθό.

Η Αριστερά που δεν πασχίζει να προπαγανδίζει την αναγκαιότητα μιας δημοκρατίας ανώτερου τύπου από την υπάρχουσα, ακόμη και αν ασκεί κριτική στην τελευταία, το μόνο που κάνει είναι να διαιωνίζει τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες και να απομακρύνει διαρκώς τον στρατηγικό στόχο, την κοινωνία των ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών, τον σοσιαλισμό- κομμουνισμό. Η Αριστερά που δεν τοποθετείται σε τελική ανάλυση στο κεντρικό ζήτημα της εξουσίας, στην αναγκαιότητα συγκρότησης εργατικής κυβέρνησης ως μορφώματος που θα υλοποιήσει μέτρα προς όφελος της εργατικής τάξης και της νεολαίας είναι η Αριστερά που στέκεται στην γωνία του Καλλικράτη. Η εργατική τάξη όμως έχει ανάγκη από μια Αριστερά που μέσα από την παρέμβαση της υπερασπίζεται τα συμφέροντα της εργαζόμενης πλειοψηφίας και δίνει πραγματική μάχη για την ανάδειξη οργάνων διακυβέρνησης που θα είναι στα χέρια της εργατικής τάξης και το τσάκισμα του αστικού κράτους. Μια Αριστερά δηλαδή που υπερασπίζεται το μέλλον του κινήματος της εργατικής τάξης.