[2010-11-21] Απόφαση της Π.Ε της Κ.Ο. Ανασύνταξη

Απόφαση της Πολιτικής Επιτροπής της κ.ο ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ

Το αποτέλεσμα των εκλογών αποτελεί ένα σαφές μήνυμα καταδίκης της αντεργατικής πολιτικής της κυβέρνησης και του μνημονίου. Με βάση τα αποτελέσματα, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται σημαντικά αποδυναμωμένη, ενώ σοβαρές απώλειες καταγράφουν η Ν.Δ. και το ΛΑΟΣ, κόμματα του κεφαλαίου που στηρίζουν -έστω και με φραστικές διαφοροποιήσεις- την αντεργατική κυβερνητική πολιτική.

Η αποδοκιμασία των κομμάτων του δικομματισμού και του κεφαλαίου εκδηλώθηκε κυρίως με την κατακόρυφη αύξηση της αποχής και των άκυρων-λευκών ψηφοδελτίων που αποτελούν ένδειξη ότι οι λαϊκές μάζες καταγγέλλουν το αστικό κομματικό σύστημα και το θεωρούν υπεύθυνο για τα δεινά τους και τα αδιέξοδα, αλλά δεν... απεγκλωβίζονται επί της ουσίας από αυτό, ακριβώς γιατί δεν έχουν πειστεί ότι υπάρχει πραγματική εναλλακτική διέξοδος.

Μικρό συγκριτικά, αλλά σημαντικό σε απόλυτους αριθμούς, τμήμα του εκλογικού σώματος που απεγκλωβίστηκε από τα αστικά κόμματα, ενίσχυσε τις δυνάμεις της Αριστεράς και των κομμουνιστικών δυνάμεων που πρόταξαν πιο ριζοσπαστικές θέσεις, προσπάθησαν να διατυπώσουν μεταβατικό πρόγραμμα εξουσίας και πρόβαλαν -έστω και θολά- μια άλλη προοπτική.

Στο εκλογικό αποτέλεσμα αποτυπώνεται η ρήξη των συμμαχιών της αστικής τάξης, τόσο με τμήματα των μικροαστών, όσο και με τμήματα της εργατικής τάξης. Εκτιμάμε ότι παραδοσιακά μεσαία στρώματα που απειλούνται με καταστροφή και μισθωτά μεσαία στρώματα που νιώθουν τις συνέπειες της κυβερνητικής πολιτικής κράτησαν μια αμήχανη στάση στις εκλογές με την αποχή και αναζητούν μια πολιτική απάντηση στην κρίση που θα υπερασπίζεται την ταξική τους θέση. Τις ίδιες επιδιώξεις έχουν και μεσαία στρώματα που έχουν προλεταριοποιηθεί πρόσφατα και εντάσσονται πλέον στις γραμμές της εργατικής τάξης. Η ταξική θέση αυτών των στρωμάτων εξηγεί την πολιτική και εκλογική τους συμπεριφορά η οποία κινήθηκε κυρίως προς την αποχή. Τα μικροαστικά συμφέροντα επιδρούν και στα προγράμματα και την πολιτική γραμμή των σχηματισμών της Αριστεράς. Οι «ριζοσπαστικές» προτάσεις που εκπορεύονται από ένα φάσμα δυνάμεων που κινείται από το ΣΥΡΙΖΑ μέχρι και δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και συνιστούν μια απάντηση στην κρίση στα πλαίσια της αστικής κυριαρχίας εκπροσωπούν αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις. Οι μικροαστικές αντιλήψεις αυτού του τύπου επιδρούν στην εργατική τάξη και το κίνημά της και επηρέασαν και την εκλογική συμπεριφορά της εργατικής τάξης, δεδομένης της απουσίας ενός επαναστατικού εργατικού κόμματος.

Η συμμετοχή της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ στις εκλογές εκτιμάμε ότι είχε θετικά αποτελέσματα, στη διάδοση της πολιτικής μας πρότασης και στον προσανατολισμό αγωνιστών σε αυτήν την κατεύθυνση. Συμμαχήσαμε με ταλαντευόμενες και ασταθείς δυνάμεις και αυτό αποτυπώνεται στις διαφορές που υπήρχαν στις διακηρύξεις των συνδυασμών στις περιφερειακές εκλογές. Τα αποτελέσματα των ψηφοδελτίων στα οποία συμμετείχαμε είναι οπωσδήποτε θετικά. Για τη συγκρότηση όμως μιας μαζικής επαναστατικής Αριστεράς, υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος για να διανυθεί. Αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε από τη μάχη αυτών των εκλογών, είναι οι θέσεις των συνδυασμών που συμμετείχαμε και οι οποίες αποτελούν ένα σημαντικό κεκτημένο το οποίο χρειάζεται φυσικά εμβάθυνση. Είναι επίσης σημαντικό, ότι τα αποτελέσματα των συνδυασμών αυτών σε σχέση και σύγκριση με τα αποτελέσματα του ψηφοδελτίου Αλαβάνου αναβάλουν -ίσως και οριστικά- τα σενάρια συνεργασίας δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς με τάσεις του -υπό διάλυση- ΣΥΡΙΖΑ και αποτρέπουν προς το παρόν τις φυγόκεντρες τάσεις στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Το επόμενο διάστημα θα έχουμε όξυνση της ταξικής πάλης. Από την πλευρά της αστικής τάξης θα ενταθεί η επίθεση. Οι κεφαλαιοκράτες προσπαθούν να απαντήσουν στην κρίση με δύο τρόπους: αντλώντας κέρδη από το δανεισμό κρατών και πιέζοντας τις κυβερνήσεις για να πάρουν μέτρα ώστε να εξασφαλιστούν αυτά τα κέρδη και συμπιέζοντας την αξία και την τιμή πώλησης της εργατικής δύναμης. Στην Ελλάδα αυτό εκφράζεται με μια σειρά μέτρα όπως: αύξηση της φορολογίας για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, μείωση μισθών στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και απολύσεις συμβασιούχων, συμπίεση των κοινωνικών δαπανών (π.χ. Υγεία – συγχωνεύσεις μονάδων), υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών και διάλυση των κλαδικών συμβάσεων, μείωση των εργοδοτικών εισφορών για την ασφάλιση, μείωση της φορολογίας για τα κέρδη των καπιταλιστών.

Γίνεται ωστόσο φανερό ότι οι στόχοι του μνημονίου είναι εκτός πραγματικότητας, πυροδοτώντας τις αντιθέσεις μεταξύ ΔΝΤ και ΕΕ για τον χειρισμό της ορατής πλέον χρεοκοπίας της Ελλάδας. Για τους Γερμανούς τίθενται πολύπλοκα προβλήματα, εφόσον ότι ισχύει για την Ελλάδα, θα ισχύσει στον ίδιο βαθμό και για όσες χώρες θα ακολουθήσουν (ήδη η Ιρλανδία, σίγουρα η Πορτογαλία, πιθανότατα η Ισπανία και πιθανόν και άλλοι). Η προσπάθειά τους είναι να βγάλουν τα μέγιστα από παντού και να ρισκάρουν για περιορισμένες απώλειες. Θέλουν από τη μια να βγάζουν κέρδος από το Μηχανισμό Στήριξης μέσω των υπέρογκων επιτοκίων, ενώ από την άλλη να προβλέπεται ότι σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του χρέους μίας χώρας θα μοιράζονται οι απώλειες σε όλους τους κατόχους των κρατικών ομολόγων της. Αυτή είναι η επιδίωξη από την πρόβλεψη της «ελεγχόμενης χρεοκοπίας», που ήδη πέρασε στην ΕΕ η Γερμανική κυβέρνηση και η Ελλάδα θα είναι η πρώτη χώρα που θα εφαρμοστεί. Όλα δείχνουν ότι «λογιστικά», αυτή η χρεοκοπία είναι θέμα των επόμενων μηνών.

Από την άλλη το ΔΝΤ, ως κατεξοχήν εκπρόσωπος των απανταχού ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων, παρεμβαίνει για να εμποδίσει ή να αναβάλλει την χρεοκοπία καθώς και την αναδιάρθρωση του χρέους, προκειμένου να μην υποστούν απώλειες οι ιδιώτες δανειστές ή μέχρι να τις υποστούν να έχουν ρεφάρει με νέες κερδοφόρες επενδύσεις από το ξεπούλημα της υπό επιτήρηση χώρας. Και στην περίπτωσή μας, το ΔΝΤ επιχειρεί να καθυστερήσει την αναδιάρθρωση του χρέους με συνεχείς αναθεωρήσεις του Μνημονίου και παρουσιάζοντας ως «καρότο» την επιμήκυνση αποπληρωμής του ποσού του δανείου, που θα επιμηκύνει αντίστοιχα την επιτήρηση και την παραπέρα εκμετάλλευσή της από τους δανειστές. Ήδη με αφορμή την αποτυχία επίτευξης των στόχων, η Τρόικα έχει προετοιμάσει νέο πακέτο όρων που περιλαμβάνουν την δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών (περιλαμβάνει άμεσες ιδιωτικοποιήσεις, κλεισίματα ή συγχωνεύσεις Δημοσίων οργανισμών {ΟΕΚ, ΟΑΕΔ κλπ}, απολύσεις υπαλλήλων), την αύξηση των φόρων στην εργατική τάξη και στα φτωχά λαϊκά στρώματα και τη μείωση των πραγματικών μισθών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Επίσης, ήδη αρχίζει η πίεση για την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, ξεκινώντας από τις ΔΕΚΟ και τους φυσικούς πόρους και πολύ σύντομα την ακίνητη περιουσία.

Συνεπώς λόγω της σύγκρουσης των συμφερόντων τους, το ΔΝΤ και η Γερμανική κυβέρνηση συγκρούονται ήδη μεταξύ τους σχετικά με την αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας. Παραμένουν όμως συνέταιροι όσον αφορά την υλοποίηση του Μνημονίου και στα νέα μνημόνια που θα ισχύσουν για τις χώρες της ΕΕ που θα ακολουθήσουν. Από την άλλη πλευρά, η Ελληνική κυβέρνηση συμπαρατάσσεται με το ΔΝΤ, ακριβώς γιατί υπερασπίζεται τα συμφέροντα του ελληνικού χρηματιστικού κεφαλαίου, αφού οι ελληνικές τράπεζες κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος των κρατικών ομολόγων. Δεν έχει γι’ αυτό κανένα ενδοιασμό να καταδικάσει σε φτώχεια και υπερεκμετάλλευση την εργατική τάξη, να προλεταριοποιήσει μαζικά μικροαστούς, να καταστρέψει μέρος των μικρών καπιταλιστών και να ξεπουλήσει δημόσια περιουσία.

Η παραπέρα κλιμάκωση της επίθεσης στα εργατικά δικαιώματα, θα καταστήσει ακόμα πιο φανερή την αδυναμία των ρεφορμιστικών δυνάμεων να απαντήσουν από την σκοπιά των εργατικών συμφερόντων. Σε αυτές τις συνθήκες η επαναστατική πρόταση, όπως εκφράζεται σήμερα με τον στόχο της εργατικής κυβέρνησης και με το πρόγραμμα που στοχεύει σε μια μεγάλης κλίμακας απαλλοτρίωση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας, μπορεί να βρει γόνιμο έδαφος. Ως κ.ο ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ επιδιώκουμε τον προσανατολισμό του εργατικού κινήματος στην υλοποίηση αυτού του προγράμματος. Στοχεύουμε στο σπάσιμο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας με την πραγματοποίηση σοσιαλιστικής επανάστασης στον ελληνικό αδύναμο κρίκο του.

Η διαφαινόμενη όξυνση της ταξικής πάλης επιταχύνει τις διεργασίες αναδιάταξης στο αστικό κομματικό σκηνικό. Η αστική τάξη αναζητεί την καλύτερη δυνατή πολιτική έκφραση του δικού της μετώπου, το οποίο είναι πολύ πιθανό να εκδηλωθεί με σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας το επόμενο διάστημα.

Η πολιτική μας πρόταση για πολιτικό μέτωπο με στόχο εργατική κυβέρνηση που θα εφαρμόσει το πρόγραμμα εργατικής απάντησης στην κρίση, περνάει κατ’ αρχήν μέσα από τη συνέχιση της λειτουργίας των συνδυασμών που συγκροτήθηκαν για τις περιφερειακές εκλογές. Ο προγραμματικός χαρακτήρας των κινήσεων αυτών δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένος, αλλά αποτελεί διακύβευμα της πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στους κομμουνιστές και τους αντικαπιταλιστές. Σαν κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ θα υπερασπιστούμε το προγραμματικό κεκτημένο των κινήσεων, όπου αυτό είναι επαρκές και θα επιμείνουμε στην εμβάθυνση του.

Θέτουμε επίσης σαν άμεσα πρακτικά καθήκοντα: Να συνεδριάσουν και να συζητήσουν οι κινήσεις και να εκδώσουν ανακοινώσεις. Να παρθούν μέτρα ούτως ώστε οι εκλεγμένοι περιφερειακοί σύμβουλοι στην πρώτη κιόλας συνεδρίαση του περιφερειακού οργάνου να θέσουν το σύνολο των προβλημάτων των Νομών που εκπροσωπούν, συγκεκριμένα και στην κατεύθυνση που περιγράφεται απ’ τις διακηρύξεις τους. Να εκδοθούν άμεσα προκηρύξεις των συνδυασμών, κυρίως εκεί που έχουν εκλεγεί Σύμβουλοι, όπου να παρουσιάζονται στους εργαζόμενους και στα λαϊκά στρώματα τα προβλήματα που θα τεθούν απ’ την πλευρά μας στη πρώτη κιόλας συνεδρίαση του Περιφερειακού οργάνου. Να ξαναβγούμε μαζικά μ’ αυτό το υλικό στα χωριά, στις πόλεις, στους εργασιακούς χώρους. Να προσπαθήσουμε να εκδηλωθούν αγωνιστικές διεκδικήσεις-λαϊκές παρεμβάσεις, στις συνεδριάσεις των περιφερειακών οργάνων στο πλαίσιο των προβλημάτων που εμείς θα θέτουμε, προσπαθώντας παράλληλα να γίνεται αυτό σε συμμαχία με άλλες δυνάμεις (π.χ Λαϊκή Συσπείρωση), συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση προϋποθέσεων για τη συγκρότηση πολιτικού μετώπου με στόχο την εργατική κυβέρνηση.

Παράλληλα, εξακολουθούμε να απευθυνόμαστε στις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς καλώντας τις να υιοθετήσουν την πρότασή μας. Επιδιώκουμε τη συζήτηση με τις δυνάμεις αυτές σε όλα τα επίπεδα, τόσο σε επίπεδο βάσης, όσο και σε επίπεδο κορυφής.

Στην ίδια κατεύθυνση πρέπει να αξιοποιηθεί και η πανεργατική απεργία της 15ης Δεκέμβρη. Θέτουμε τα βασικά στοιχεία του προγράμματος μας στην κρίση της εργατικής τάξης και παλεύουμε για να υιοθετηθούν από τις εργατικές οργανώσεις.


Αθήνα, Νοέμβρης 2010

η Π.Ε της κ.ο ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ