[2015-06-16] Τιμάμε τον Άρη Βελουχιώτη στα 70 χρόνια από το θάνατο του (Δ. Κάβουρας)

 Τιμάμε τον Άρη Βελουχιώτη στα 70 χρόνια από το θάνατο του

«Θρυλικός ο Άρης Βελουχιώτης. Ο πρώτος που άρχισε την Αντίσταση του λαού στα βουνά κι ο τελευταίος που την έκλεισε με τον τραγικό του θάνατο. Η πρώτη ψυχή του Αγώνα, κι η τελευταία πνοή. Λίγοι το καταλάβανε όπως ο Άρης, πως οι εχθροί της Ελλάδας (ξένοι και ντόπιοι) θα μετατρέπανε τη νίκη του έθνους σε νίκη των εχθρών του. Τιμή και δόξα στο ασύγκριτο παλληκάρι. Τιμή και δόξα και στο λαό που τόνε γέννησε». Κώστας Βάρναλης

Συμπληρώνονται φέτος στις 16 Ιούνη 70 χρόνια από τον θάνατο του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ Άρη Βελουχιώτη και τον Αύγουστο 110 χρόνια από την γέννησή του.

70 χρόνια τα οποία δεν είναι αρκετά για να ξεχαστεί από το λαό, τα δίκια του οποίου υπηρέτησε ο Άρης Βελουχιώτης και για αυτό έχει καταγραφεί στη λαϊκή συνείδηση οριστικά και αμετάκλητα ως ο αυθεντικότερος εκφραστής του δίκιου του και του επαναστατικού αγώνα στη χώρα μας.

Όπως επίσης τα 70 χρόνια δεν είναι αρκετά για να πάψει να φοβίζει τους εκμεταλλευτές, τους δυνάστες του λαού, τους φασίστες και τα τσιράκια του συστήματος τα οποία συγκέντρωσαν υπογραφές για να μην τιμηθεί ο Άρης στα Τρίκαλα, όπως δεν τιμήθηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Ο Άρης Βελουχιώτης (Θανάσης Κλάρας) γεννήθηκε στη Λαμία στις 27 Αυγούστου του 1905. Ήταν το τρίτο παιδί του Δημήτρη και της Αγλαΐας Κλάρα. Στην οικογένεια υπήρχαν άλλα τρία παιδιά: Ο Περικλής, η Ευαγγελία και ο Μπάμπης. Η οικογένεια του Άρη ήταν γενικά εύπορη με ρίζες αγωνιστικές. Ο πατέρας του Δημήτρης ήταν δικηγόρος και διετέλεσε πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου της Λαμίας αλλά είχε και κτηματική περιουσία, ελαιοτριβείο και σαπουνοποιείο. Η μητέρα του Αγλαΐα προερχόταν από οικογένεια συμβολαιογράφου.

Σπούδασε στην Αβερώφειο Γεωργική Σχολή της Λάρισας. Όταν αποφοίτησε διορίστηκε στη Γεωργική Υπηρεσία και αρχικά υπηρέτησε στη Δράμα, ενώ το 1923 θα μετατεθεί στα Τρίκαλα. Γρήγορα όμως θα παραιτηθεί αφού δεν μπορούσε να ανεχθεί το καθεστώς της συναλλαγής και του ρουσφετιού που κυριαρχούσε στο δημόσιο.

Σύμφωνα με το ΚΚΕ:

«Ο Άρης  έγινε μέλος της ΟΚΝΕ το 1922 και το 1925 μέλος του ΚΚΕ. Ως στρατιώτης οδηγήθηκε στον πειθαρχικό ουλαμό Καλπακίου. Μετά την απόλυσή του ανταποκρίθηκε σε διάφορες κομματικές χρεώσεις και διώχθηκε κατά καιρούς από το αστικό κράτος και τις κυβερνήσεις του.

Την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά εξορίστηκε στη Γαύδο και φυλακίστηκε στην Αίγινα (1938). Το 1939 μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα. Υπέγραψε δήλωση μετανοίας και αποφυλακίστηκε. Στη διάρκεια της Κατοχής βρέθηκε στην Αθήνα, όπου τον Ιούλιο 1941 συνδέθηκε με την ΚΕ, η οποία τον αποκατέστησε στο Κόμμα. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους του ανέθεσε να συγκροτήσει αντάρτικο στρατό. Αυτό το καθήκον ο Άρης το έφερε σε πέρας με τον καλύτερο τρόπο. Τον Μάη 1943 με τη δημιουργία του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ ανέλαβε καπετάνιος του.

Ο Άρης Βελουχιώτης αντιτάχθηκε στη Συμφωνία της Βάρκιζας και τη χαρακτήρισε λαθεμένη. Στο διάστημα Φεβρουάριος - Απρίλιος 1945 ανέλαβε με δική του ευθύνη πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση νέου αντάρτικου στρατού, παρά την αντίθετη απόφαση του ΚΚΕ.

Η 11η Ολομέλεια της ΚΕ (Απρίλιος 1945) διέγραψε τον Άρη και τον αποκήρυξε, δίχως να δώσει την απόφαση στη δημοσιότητα.»                                                                                                     (Απόσπασμα από την απόφαση Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ για την πολιτική αποκατάσταση του Άρη Βελουχιώτη στις 16/6/2011)

Μετά την απόλυσή του από το στράτευμα ο Άρης συνέχισε τη δράση του στις γραμμές του ΚΚΕ. Διακρίθηκε στην οργάνωση αποδράσεων συναγωνιστών του. Βοήθησε να αποδράσει επανειλημμένα ο Νίκος Ζαχαριάδης, τότε ηγετικό στέλεχος της Κομμουνιστικής Νεολαίας. Πήρε το ψευδώνυμο «Μιζέριας» από τη μίζερη ζωή που ζούσε, και εξακολουθεί να ζει, ο λαός.

Το 1928 έγινε συντάκτης του «Ριζοσπάστη», αλλά συνέχισε τη δουλειά στο μαζικό κίνημα. Με την ένταξή του στο επαναστατικό κίνημα κλείνει οριστικά τον πρώτο κύκλο της ζωής του και βρίσκει ουσιαστική διέξοδο και περιεχόμενο ζωής.

Για το θέμα αυτό έχει μιλήσει ο ίδιος με επιστολή του που δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» το Σεπτέμβρη του 1931, σε απάντηση της κατηγορίας που είχαν εκτοξεύσει σε βάρος του, ότι το 1924 είχε καταδικαστεί για κλοπή.

Γράφει χαρακτηριστικά:

«Στους ληστές και δολοφόνους του εργαζόμενου λαού, σ' αυτούς που βρωμάν ανηθικότητα, σ' αυτούς που χτες ακόμα σεμνόνονταν γιατί είχαν μάρτυρες υπεράσπισης διευθυντές μπορντέλων όπως οι ίδιοι το ομολόγησαν,  δεν οφείλω καμιάν εξήγηση. Μιαν εξήγηση όμως ντόμπρη, σταράτη οφείλω στις εργαζόμενες μάζες της Ελλάδας. Καταδικάστηκα για κλοπή το 1924; Έκανα κλοπή το 1924; Ναι! Και έκανα την κλοπή και καταδικάστηκα!

Γιατί έκλεψα; Γεννημένος μέσα στο καθεστώς αυτό της ληστείας, της διαφθοράς, του πνευματικού σκότους και της διαστρέβλωσης της πνευματικής, έχοντας για σύμβουλο τον διεφθαρμένο αστικό πολιτισμό, έφτασα στο σημείο να κλέψω. Οχι αυτό μόνο. Ρωτήστε τον τόπο της καταγωγής μου: Θα μάθετε πως στα μικρά μου χρόνια χαρτόπαιζα, μεθούσα, πιστόλιζα για το τίποτε και τον τυχόντα μέσα στα καφενεία. Αυτά ως το 1924, ακόμα και το '25 σχεδόν, όταν επί τέλους άρχισα με τη βοήθεια κομμουνιστών εργατών και διανοουμένων να βλέπω όχι θολά, μα με κάποια καθαρότητα. Έφτασε λίγος καιρός να απαλλαγώ απ' την επίδραση του διεφθαρμένου αστικού πολιτισμού».


Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου τον συνέλαβε και τον φυλάκισε. Η δήλωση μετανοίας που υπέγραψε στις φυλακές της Κέρκυρας αποσκοπούσε όπως αποδείχτηκε, και ανεξάρτητα αν έγινε καθ΄ υπόδειξη ή όχι, στο να συνεχίσει απρόσκοπτα την κομματική-επαναστατική του δραστηριότητα.

Με την εισβολή των Ιταλών στη χώρα ο Άρης επιστρατεύτηκε ως απλός στρατιώτης της 10ης Πυροβολαρχίας του 3ου Συντάγματος και μετά από τη εισβολή των Γερμανών, επέστρεψε με την μονάδα του στην Αθήνα, όπου έριξε το σύνθημα «Ο πόλεμος συνεχίζεται».

Το Νοέμβρη του 1941 στέλνεται από την ΚΕ του ΚΚΕ στη Ρούμελη για να εξετάσει τις δυνατότητες ανάπτυξης του αντάρτικου κινήματος. Επιστρέφει τον Δεκέμβρη του ίδιου έτους και υποβάλλει σχετική έκθεση στο ΚΚΕ η οποία και εγκρίνεται. Το Γενάρη του 1942, βγαίνει οριστικά στο βουνό και αρχίζει τη δουλειά της συγκρότησης των ανταρτοομάδων. Η προσπάθεια αυτή στέφεται με επιτυχία και στις 7/6/1942 θα μπει στο χωριό Δομνίτσα της Ευρυτανίας με το όνομα Άρης Βελουχιώτης. Από κει και μετά, το όνομά του θα αντηχήσει σ' ολόκληρη την Ελλάδα. Είναι ο δημιουργός και ο φυσικός αρχηγός του ΕΛΑΣ.

Η συντριβή του ιταλικού καταδιωκτικού αποσπάσματος στη Ρικά Γκιόνας, ο Γοργοπόταμος, οι μάχες του Κρικέλου, του Μικρού Χωριού και εκατοντάδες άλλες θα συνδεθούν με τ' όνομά του.

Στις 2/5/1943 με τη συγκρότηση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ θα οριστεί καπετάνιος του, μέλος της τριμελούς ηγεσίας, δίπλα στον Σαράφη, που ήταν ο στρατιωτικός αρχηγός, και τον αντιπρόσωπο του ΕΑΜ Α. Τζήμα - Σαμαρινιώτη.

Στις 22/4/1944 ο Άρης θα περάσει στην Πελοπόννησο με αποστολή να βοηθήσει στην ανάπτυξη του αντάρτικου κινήματος και στη συντριβή των εθνοπροδοτικών ταγμάτων ασφαλείας. Πετυχαίνει στην αποστολή του απόλυτα και επιστρέφει στη Ρούμελη τον Οκτώβρη του ίδιου έτους. Στις 20/10/1944 μπαίνει στη γενέτειρά του Λαμία όπου γίνεται δεκτός από χιλιάδες κόσμο και εκφωνεί την περίφημη ιστορική του ομιλία στην οποία τονίζει ότι υλοποιήθηκε η πρώτη δέσμευσης του ΕΑΜ, που είχε να κάνει με την απελευθέρωση της χώρας από τους φασίστες-κατακτητές, αλλά δεν υλοποιήθηκε η δεύτερη δέσμευση που είχε να κάνει με τους σκοπούς του ΕΑΜ, την Λαοκρατία, και με τον όρκο του ΕΛΑΣ, να γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του. Για το σκοπό αυτό άλλωστε κάλεσε σε σύσκεψη τους καπετάνιους του ΕΛΑΣ στην Λαμία ένα μήνα αργότερα, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Τον Δεκέμβρη του ΄44, πριν τη μάχη της Αθήνας, ήταν σε καταδίωξη του ΕΔΕΣ του Ζέρβα στην Ήπειρο και έτσι δεν παίρνει μέρος στη μάχη της Αθήνας η οποία κατέληξε σε ήττα των δυνάμεων του ΕΛΑΣ της Αθήνας, των μοναδικών μέχρι σήμερα ανταρτών πόλης.

Με την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας διαφωνεί, όπως διαφώνησε και με τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, αλλά υπογράφει μαζί με τον Σαράφη την διάλυση του ΕΛΑΣ. Αμέσως μετά εκφράζει δημόσια την διαφωνία του και σηκώνει ψηλά τη σημαία της επανάστασης για να γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του.

Για την πράξη του αυτή διαγράφτηκε από το ΚΚΕ με απόφαση της 11ης ολομέλειας της ΚΕ τον Απρίλη του 1945, απόφαση η οποία δεν δημοσιεύτηκε τότε, παρά μόνο δημοσιοποιήθηκε στις 12 Ιούνη του ΄45 στο Ριζοσπάστη, με δήλωση του Ζαχαριάδη, ο οποίος, Ριζοσπάστης, λέγεται ότι έφτασε στα χέρια του Άρη στις 15 Ιούνη. Στις 16 Ιούνη, την ημέρα που ο Άρης βρέθηκε νεκρός, δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη η απόφαση της διαγραφής του.

Τότε, μετά την Βάρκιζα, ο Άρης σχεδίασε και ετοίμασε την ιδρυτική διακήρυξη μιας νέας οργάνωσης, του ΜΕΑ (Μέτωπο Εθνικής Ανεξαρτησίας), και νέου στρατού, του ΕΛΑΣ-Ν (ΕΛΑΣ-Νέος). Για τα σχέδια αυτά δεν υπήρχαν και δεν δημιουργήθηκαν συνθήκες για να τα υλοποιήσει. Οι ελπίδες που έτρεφε για την αλλαγή της κατάστασης με την έλευση του Ζαχαριάδη στην Ελλάδα από το Νταχάου όπου κρατούνταν, διαψεύστηκαν οικτρά.

Και απ’ το «ούτε νερό, ούτε ψωμί στον Άρη», εντολή που δόθηκε σε όλες τις κομματικές οργανώσεις και τα οργανωμένα μέλη του κόμματος, εκτοξεύτηκαν ακόμα περισσότερες κατηγορίες για τον «δειλό, φοβισμένο, προδότη Άρη»!

Ο Άρης με τους μαυροσκούφηδες που τον ακολουθούσαν παγιδεύτηκε από ομάδες της Εθνοφυλακής και κεφαλοκυνηγούς, στο φαράγγι του Φάγκου στη Μεσούντα της Άρτας στις 15/6/1945. Στις 16 του Ιούνη ο Άρης βρέθηκε νεκρός και μαζί του και ο Τζαβέλας.

Οι κεφαλοκυνηγοί και οι άντρες της Εθνοφυλακής δεν μπορούσαν να κρατηθούν από τη χαρά τους όταν βρέθηκαν μπροστά στο νεκρό Άρη και αφού τον κατακρεούργησαν για να μην μπορεί πλέον να σηκωθεί και να μην αποτελεί απειλή για αυτούς, μετέφεραν τα κομμένα κεφάλια των αγωνιστών, του Άρη και του Τζαβέλα, στα γύρω χωριά όπου έπιναν και χόρευαν γύρω τους, και κατόπιν στην πλατεία Ρήγα Φεραίου στα Τρίκαλα, όπου τα κρέμασαν σε φανοστάτη για να τα βλέπει ο λαός και να τρομάζει, και γύρω τους έστησαν πάλι χορό.

Αυτός ήταν ο τραγικός επίλογος του μεγάλου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα τον οποίο έγραψε με το αίμα του ο πρωταγωνιστής και οργανωτής του.   

Τα οράματα που φώτιζαν το δρόμο του Άρη, το δρόμο του αγώνα του και της θυσίας του, δεν έγιναν ακόμα πραγματικότητα. Μια Ελλάδα της λευτεριάς, και της δουλειάς, εθνικά ανεξάρτητη, με κυρίαρχο τον ελληνικό λαό, απαλλαγμένο από κάθε εκμετάλλευση, παραμένει ακόμα το όραμά μας, 70 χρόνια μετά τον τιμημένο θάνατο του Άρη Βελουχιώτη.

Μετά την απελευθέρωση από τη φασιστική κατοχή ο λαός μας καταδικάστηκε σε νέα  δεσμά εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό, σε καταπίεση κι εκμετάλλευση από την αστική τάξη και τους ξένους προστάτες της. Μετά τους Γερμανούς ήρθαν οι Άγγλοι και μετά οι Αμερικάνοι και σήμερα η Ε.Ε., το ΝΑΤΟ και ξανά οι Γερμανοί. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της ήττας του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος το ΄45.

Οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου και του αστικού κράτους δεν τιμούν τον Άρη σε αυτήν την επέτειο του θανάτου του, αλλά μακαρίζουν την τύχη τους, γιατί ο Άρης είναι νεκρός, γιατί ο ανυπότακτος νικήθηκε από τις δυνάμεις της ήττας και της υποταγής. Το ΕΑΜ ήταν πολύ δυνατό και μαζικό κατά την απελευθέρωση και δεν ήταν εύκολο για την αστική τάξη και τους Άγγλους να το υποτάξουν. Αλλά η ηγεσία του κινήματος βάδισε σταθερά προς την υποταγή κι έτσι η αστική εξουσία ξαναστήθηκε στα πόδια της και με το αίμα των αγωνιστών έγραψε τις νέες «λαμπρές σελίδες» της ιστορίας του ελληνικού καπιταλισμού!

Αυτοί θέλουν σαν νικητές να φτιάξουν την ιστορία στα μέτρα τους. Να βαφτίσουν τον Άρη «εθνικό ήρωα», όταν στριμώχνονται, που πολέμησε τον κατακτητή για να αναστηθούν τα «εθνικά ιδεώδη» του «έθνους»  της αστικής τάξης.

Όμως ο Άρης πολέμησε πρωτοπόρος στις γραμμές του έθνους της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού. Εμείς τιμάμε τον Άρη για αυτό που πραγματικά ήταν.

Ο Άρης ήταν άξιο παιδί του εργατικού κινήματος και εκπρόσωπος της προλεταριακής επαναστατικής ιδεολογίας. Μόνο το εργατικό κίνημα είχε τη δύναμη να αντισταθεί στον φασίστα κατακτητή. Μόνο το ΚΚΕ αποτελούσε τότε υπαρκτή πολιτική δύναμη και πρωτοστάτησε για την ίδρυση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Δικό του αποκλειστικά έργο ήταν το ξεκίνημα και η άνδρωση της Εθνικής Αντίστασης. Και μόνο ένας γνήσιος κομμουνιστής σαν τον Άρη μπορούσε με αυταπάρνηση να μπει μπροστά σε αυτόν τον αγώνα!

Η αστική τάξη  μετά την εισβολή των Γερμανών λούφαξε κι ένα μέρος της συνεργάστηκε με τον κατακτητή. Ο βασιλιάς και η κυβέρνηση μεταφέρθηκαν στο Κάιρο, τα αστικά κόμματα διαλύθηκαν. Μόνο το ΚΚΕ στάθηκε δίπλα στον ελληνικό λαό. Μόνο η γραμμή του ΚΚΕ, η γραμμή του αγώνα για εθνική απελευθέρωση, έκφραζε τις διαθέσεις του λαού, συσπείρωνε την πλειοψηφία του ενάντια στον φασίστα κατακτητή και πρόσφερε σημαντικότατη βοήθεια στην παγκόσμια πάλη των λαών ενάντια στο φασισμό.

Μόνο οι κομμουνιστές είχαν τη δύναμη και τη γραμμή, μόνο αυτοί δεν πρόδωσαν τον ελληνικό λαό, αλλά τον οδήγησαν στην αντιφασιστική νίκη. Κι ο Άρης ήταν μπροστά, γιατί πρώτα από όλα ήταν κομμουνιστής!

Δυστυχώς η ηγεσία του ΚΚΕ δεν στάθηκε στο ύψος των επαναστατικών καθηκόντων και  οδήγησε το κίνημα στην ήττα. Δεν υλοποίησε τη μόνη γραμμή που θα οδηγούσε τη χώρα στην εθνική ανεξαρτησία και το λαό στην πολιτική και κοινωνική απελευθέρωση, τη γραμμή της άμεσης μετεξέλιξης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα σε πάλη για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά.  Ήταν μόλις ένα βήμα πριν από τον επαναστατικό στόχο κι έκανε πίσω. Επέτρεψε το πισωγύρισμα στην αστική εξουσία κι έτσι άνοιξε το δρόμο για την εξόντωση   των αγωνιστών.

Η ηγεσία του ΚΚΕ, τυφλωμένη από τη μικροαστική της αντίληψη και τη μενσεβίκικη πολιτική της κατεύθυνση, δεν έβλεπε άλλο δρόμο μετά την εκδίωξη του κατακτητή από το δρόμο του συμβιβασμού με την αστική τάξη, στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας. Για αυτό δεν κατάλαβε πως ο οποιασδήποτε συμβιβασμός εκείνη τη στιγμή ήταν υποταγή, αφού είχε τεθεί το ζήτημα της εξουσίας. Υλοποίησε τη γραμμή του συμβιβασμού με την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές προστάτες της, σύρθηκε ως τη συμφωνία της Βάρκιζας, δέχθηκε την διάλυση του ΕΛΑΣ και την παράδοση των όπλων, δηλαδή την πλήρη υποταγή στον ταξικό αντίπαλο.

Πρόδωσε την εργατική τάξη και το λαό, γιατί υλοποίησε μικροαστική συμβιβαστική γραμμή κι όχι επαναστατική. Και για αυτό οδηγήθηκε στο επαίσχυντο λάθος, την παράδοση των όπλων, που ήταν η έναρξη της εξολόθρευσης των αγωνιστών.

Και μόνο ο Άρης από την ηγεσία του κινήματος αντιτάχθηκε στο λάθος, κατάλαβε, έστω κι αργά, την προδοσία, προσπάθησε να την αποτρέψει και τελικά αρνήθηκε να υποταχθεί. Διαγράφτηκε από το ΚΚΕ τον Απρίλη του ΄45 για παραβίαση της συμφωνίας της Βάρκιζας, γιατί δε θέλησε να υποταχθεί στον ταξικό εχθρό και να προδώσει το λαό. Αυτή η διαγραφή ήταν για αυτόν ο μεγαλύτερος έπαινος! Και η πολιτική αποκατάστασή του 66 χρόνια μετά, επικύρωσε αυτόν τον έπαινο.

Σύμφωνα με απόφαση του ΚΚΕ, στο οποίο ανήκε οργανωτικά ο Άρης μέχρι την διαγραφή του τον Απρίλη του 1945, που περιγράφεται στο «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, περίοδος 1949-1968»:

«…H Πανελλαδική Συνδιάσκεψη (σ.σ 16 Ιούλη 2011) αποφασίζει την επίσημη πολιτική αποκατάσταση του Άρη Βελουχιώτη. Θεωρεί ότι είχε δίκιο ως προς την εκτίμηση που έκανε για τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Παράλληλα η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη σημειώνει ότι η διαφωνία του Άρη με τη Συμφωνία της Βάρκιζας δε δικαιώνει τη στάση του απέναντι στη συλλογική θέση του Κόμματος και την παραβίαση από αυτόν της κομματικής πειθαρχίας, καθώς και την αξιοποίηση από τον Άρη της φήμης και του σεβασμού που είχε κατακτήσει την προηγούμενη περίοδο ως καπετάνιος του ΕΛΑΣ και στέλεχος του ΚΚΕ. Η στάση του αυτή, που αποτέλεσε ρήξη με τη θεμελιώδη αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, δεν καθιστά δυνατή τη μετά θάνατο αποκατάσταση και της κομματικής του ιδιότητας».

Το ζήτημα που τίθεται είναι, η  απειθαρχία του Άρη στην απόφαση κάποιων στελεχών της ηγεσίας, πράξη η οποία βαφτίζεται «συλλογική θέση του Κόμματος». Η ΚΕ του ΚΚΕ δεν συγκλήθηκε καν για να θέσει το ανεκτό πλαίσιο μιας τέτοιας συμφωνίας, ούτε για να επικυρώσει τη συμφωνία της Βάρκιζας. Και όταν συγκλήθηκε και συνεδρίασε η 11η ολομέλειά της, στις 5-10 Απρίλη του ’45 στην Αθήνα, δεν ασχολήθηκε καθόλου με την Βάρκιζα (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ 1940-45, τόμος 5ος, Σελίδα 1910 και Βασίλης Μπαρτζιώτας "60 χρόνια κομμουνιστής"). Αποφάσισε όμως την διαγραφή του Άρη, παρόλο που αυτός δεν παραβίασε κάποια συγκεκριμένη απόφαση, συγκεκριμένου καθοδηγητικού οργάνου, δηλαδή της ΚΕ, ή του Συνεδρίου.

Δεν τέθηκε απ τον πολιτικό φορέα του οποίου ο Άρης ήταν μέλος, το ζήτημα του αν η συμφωνία της Βάρκιζας, την οποία το ΚΚΕ παραδέχεται εκ των υστέρων σαν λάθος, και της διαγραφής του Άρη ως φυσικό επακόλουθο της παραβίασής της, παραβίαζε τις αρχές των κομμουνιστών, οι οποίες συμπυκνώνονται στο πρόγραμμα και στη λειτουργία του κόμματός τους και μόνο σε αυτή τη βάση μπορεί να υπάρξει και να λειτουργήσει ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός.

Το μόνο ζήτημα που τίθεται από την ηγεσία του ΚΚΕ είναι αν υποτάχθηκε ο Άρης, όχι στην απόφαση συνολικά του κόμματος, των οργάνων και των οργανώσεών του, αλλά στην απόφαση κάποιων στελεχών της ηγεσίας του ΚΚΕ, απόφαση η οποία παραβίασε αρχές και θα έπρεπε αυτή, η ηγεσία και η ΚΕ που διέγραψε τον Άρη, να διαγραφεί, έστω και ετεροχρονισμένα.

Οι αρχές που παραβιάστηκαν τότε ήταν: οι αποφάσεις της 6ης ολομέλειας το 1934 και της  γραμμής που έδινε το γράμμα του Ζαχαριάδη με την κήρυξη του πολέμου εκ μέρους της φασιστικής Ιταλίας στην Ελλάδα-γραμμή πιστή στο πνεύμα των αποφάσεων της ολομέλειας και της πολιτικής της 3ης ΚΔ- και του όρκου του ΕΛΑΣ, η παράδοση του κινήματος και των όπλων, η παράδοση της εξουσίας απ’ τους κομμουνιστές και κατ επέκταση την εργατική τάξη και τον εργαζόμενο λαό, στην αντίδραση, στην αστική τάξη, στους δοσίλογους, στους συνεργάτες των Γερμανών, στους φυγόμαχους και στους Άγγλους!

Και αυτό σε μια κατάσταση όπου, σύμφωνα με το «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ»:

«…Τότε δεν υπήρχε ακόμα αστική κυβέρνηση στην Ελλάδα και γενικά ο κρατικός μηχανισμός ήταν σμπαραλιασμένος»!

Τι άλλη παραβίαση αρχών έπρεπε να υπάρξει για να αντιδράσει ο Άρης;

Απ’ αυτή τη στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ βγαίνει το συμπέρασμα, για την πλατιά εργατική και λαϊκή βάση, ότι, οι κομμουνιστές τιμωρούν το σωστό, επιβραβεύουν το λάθος και απαιτούν τυφλή υποταγή, πράγμα που δεν συνάδει με τις αρχές των κομμουνιστών.

Η απόρριψη της κομματικής του αποκατάστασης δηλώνει την πρόθεσή του ΚΚΕ, να παραμείνουν οι κομμουνιστές και η εργατική τάξη ακόμα και σήμερα πιστοί στη συμφωνία της Βάρκιζας, και το συμβιβασμό με την ντόπια και ξένη αστική τάξη.

Ο Άρης αρχικά ταλαντεύτηκε και παρόλο που διαφωνούσε, υπέγραψε την παράδοση των όπλων και τη διάλυση του ΕΛΑΣ. Πολύ γρήγορα όμως σήκωσε ξανά ψηλά τη σημαία της επανάστασης, άρθηκε στο ύψος των περιστάσεων και άρχισε να οργανώνει ξανά το αντάρτικο. Αυτή ήταν στάση έντιμου επαναστάτη κομμουνιστή, αυτή τη στάση έπρεπε να κρατήσει και την κράτησε μέχρι το τέλος, μέχρι το θάνατό του. Αυτή ακριβώς η στάση του καταδικάζεται απ’ την ηγεσία του ΚΚΕ, γι’ αυτό ακριβώς το λόγο δεν αποκαθίσταται κομματικά.

Η επίκληση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού από την πλευρά της ηγεσίας του ΚΚΕ, αποτελεί φύλλο συκής, διότι δεν πρόκειται για τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό του Μαρξ και του Λένιν, αλλά για το γραφειοκρατικό συγκεντρωτισμό ενός, εργατικού μεν, αλλά αστικής επιρροής κόμματος, μη επαναστατικού όπως αποδείχτηκε.

Διότι δημοκρατικό συγκεντρωτισμό μπορεί να έχει μόνο ένα επαναστατικό κόμμα νέου τύπου, το οποίο αποτελείται από επαγγελματίες επαναστάτες, από τα πιο συνειδητά στοιχεία της τάξης, τα οποία συγκροτούνται για την επανάσταση και την εργατική εξουσία, τη μοναδική πόρτα που οδηγεί στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό. 

Και ενώ η απόφαση της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ, το 1934, ήταν σαφής και έλεγε ότι:

«η επικείμενη επανάσταση των εργατών-αγροτών στην Ελλάδα θα έχει αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα με τάσεις γρήγορης μετατροπής σε προλεταριακή-σοσιαλιστική επανάσταση», η κατεύθυνση αυτή στην πράξη εφαρμόστηκε με τη μέθοδο των σταδίων, πρώτα δημοκρατία και μετά σοσιαλισμός.»

Αντί της διαρκούς επανάστασης του Μαρξ και του Λένιν και της μετεξέλιξης της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, που συνδέθηκε με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, και της «γρήγορης μετατροπής της σε προλεταριακή-σοσιαλιστική επανάσταση», είχαμε τη θεωρία των σταδίων, την παραπομπή της σοσιαλιστικής επανάστασης στις ελληνικές καλένδες και την ιστορική ήττα του κινήματος. Αντί να γίνει πράξη η απόφαση της 6ης Ολομέλειας και η γραμμή που έδινε το γράμμα του Ζαχαριάδη, η διακήρυξη που έλεγε ότι «έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό  και επιστέγασμα του αγώνα του θα είναι μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ιμπεριαλιστική εξάρτηση, με ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό», αλλά και ο όρκος των Ανταρτών του ΕΛΑΣ που έλεγε ότι δεν θα παραδώσουν τα όπλα πριν ο λαός γίνει νοικοκύρης στον τόπο του, η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ παρέδωσαν τα όπλα και την εξουσία στην αστική τάξη και στους πολιτικούς της εκπροσώπους, οι περισσότεροι των οποίων ήταν φυγόμαχοι και απουσίαζαν στο εξωτερικό.

Ευθύνες για την εξέλιξη αυτή έχει και ο ίδιος ο Ζαχαριάδης ο οποίος στάθηκε ασυνεπής στην γραμμή που ο ίδιος είχε χαράξει με το ιστορικό γράμμα του.

Με την έλευσή του στην Ελλάδα από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου που ήταν φυλακισμένος, ζήτησε την εφαρμογή της συμφωνίας της Βάρκιζας. Και μόλις το 1949, μετά τη συνάντηση που είχε με τον Στάλιν, μαζί με τον Παρτσαλίδη, ο οποίος τους είπε ότι «δεν έπρεπε να παραδώσετε τα όπλα» (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ 1940-45, τόμος 5ος, εκδόσεις «ΑΥΛΟΣ» και Π. Βενάρδος «Η συμφωνία της Βάρκιζας» εκδόσεις ΠΟΝΤΙΚΙ 1995) άρχισε να αλλάζει στάση απέναντι στη συμφωνία της Βάρκιζας.

Η αλλαγή στάσης του Ζαχαριάδη και του ΚΚΕ εκφράστηκε επίσημα μετά την ήττα του ΔΣΕ, το 1950, στην 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, όπου διαπιστώθηκε ότι «…η γραμμή στην κατοχή ήταν βασικά λαθεμένη». Μέχρι τότε, με βάση τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ (Ιούνης του 1945 η οποία δημοσιοποίησε και δημοσίευσε στον Ριζοσπάστη την διαγραφή του Άρη), στην οποία συμμετείχε και ο Ζαχαριάδης, «…η γραμμή στην περίοδο της κατοχής ήταν βασικά σωστή…».

Ποια ήταν όμως η λαθεμένη, και ποια η σωστή γραμμή, από την άποψη του Μαρξισμού, που εξυπηρετούσε τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα;

Με την κήρυξη του πολέμου από την φασιστική Ιταλία στην Ελλάδα το ΚΚΕ πήρε τη σωστή θέση απέναντι στον πόλεμο με το γράμμα του Ζαχαριάδη, ο οποίος κάλεσε το λαό να δώσει όλες του τις δυνάμεις στον πόλεμο ενάντια στο φασισμό. Η απόδειξη της ορθότητας αυτής της γραμμής είναι το ίδιο το αντιστασιακό κίνημα που αναπτύχθηκε πάνω σε αυτή τη γραμμή, η μαζικότητα του και η κυριαρχία του ΚΚΕ σε αυτό σαν αποτέλεσμα της σωστής εφαρμογής της πολιτικής του ενιαίου μετώπου. Όλοι όσοι προσπαθούν να μειώσουν αυτή την πολιτική και να την διαστρεβλώσουν, κάνουν πως δεν βλέπουν την ατράνταχτη απόδειξη της ορθότητάς της και χρησιμοποιούν αυθαίρετα την ήττα στην οποία οδηγήθηκε το κίνημα σαν απόδειξη της δήθεν αλήθειας που περιέχει η κριτικής τους.

Τα γεγονότα όμως είναι σκληροτράχηλα πράγματα.

Η εργατική τάξη με το κόμμα της, βαδίζοντας με σωστή γραμμή που χαράχτηκε με το γράμμα του Ζαχαριάδη, τέθηκε επικεφαλής του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Πράγμα που, μάλλον, δεν θα μπορούσε να γίνει αν δεν υπήρχε αυτό το γράμμα. Και στην περίοδο του 1944, περίοδο κατά την οποία ο Γερμανικός φασισμός ηττήθηκε στην Σοβιετική Ένωση και ηττόταν και στην Ελλάδα και άρχισε η εκδίωξή των στρατευμάτων του από τη χώρα, βρέθηκε στον προθάλαμο της εξουσίας όταν το ζήτημα αυτό μπήκε στην άμεση ημερήσια διάταξη.

Εκείνη τη στιγμή, το 1944, η επανάσταση για την απελευθέρωση του έθνους η οποία συνδέθηκε με το κοινωνικό ζήτημα και την πολιτική διέξοδό του,  ήταν σε πλήρη εξέλιξη και ήταν ήδη εγκαθιδρυμένη στην ελεύθερη Ελλάδα αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε λαοκρατία και ο Λένιν «δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς». Ήταν μια προσωρινή κατάσταση η οποία ενσάρκωνε τη συμμαχία της εργατικής τάξης και ολόκληρης της αγροτιάς και της προοδευτικής διανόησης και η οποία μάλιστα πήρε συγκεκριμένη πολιτική έκφραση στο πρόσωπο της ΠΕΕΑ, της κυβέρνησης του βουνού.

Η κατάσταση αυτή δεν μπορούσε να μονιμοποιηθεί και έπρεπε να μετατραπεί σε εξουσία της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς, δηλαδή έπρεπε να μετατραπεί σε δικτατορία του προλεταριάτου, ή να πισωγυρίσει, πράγμα που τελικά έγινε.

Η αστικοδημοκρατική επανάσταση για την οποία μιλούσαν οι αποφάσεις του ΚΚΕ, και η οποία ταυτίστηκε με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, είχε «τελειώσει», είχε πραγματωθεί με έναν πρωτότυπο τρόπο, με τη «δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς» και την ίδρυση της ΠΕΕΑ στην ελεύθερη Ελλάδα.

Το βασικό, αν όχι το μοναδικό, ζήτημα που ήταν να λυθεί στη φάση της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, ήταν το ζήτημα της βασιλείας το οποίο λύθηκε με την ίδρυση της κυβέρνησης του βουνού, χωρίς βασιλιά και εμπεδώθηκε από το κίνημα και τραγουδήθηκε από το λαό: τόχουμε γράψει βαθειά μες την καρδιά μας, λαοκρατία και όχι βασιλιά!

Δεν χρειαζόταν να έρθει στην πολιτική εξουσία κάποια άλλη κοινωνικο-πολιτική συμμαχία, πέραν της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς, για να επικυρώσει αυτή την πραγματικότητα. Η υλοποίηση όσων αστικοδημοκρατικών μεταρρυθμίσεων δεν πρόλαβαν να υλοποιηθούν σε εκείνη τη φάση (χωρισμός εκκλησίας-κράτους, μοίρασμα της εναπομένουσας μισοφεουδαρχικής περιουσίας και των τσιφλικιών, των βακουφιών, γενικευμένο πανελλαδικά δικαίωμα ψήφου σε άνδρες και γυναίκες από 18 χρονών και πάνω κλπ) αποτελούσε πλέον καθήκον της εργατικής εξουσίας.

Για να γίνει αυτό χρειαζόταν μια επαναστατική προλεταριακή δύναμη που θα πρόβαλε τα αιτήματα και συμφέροντα της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς και δεν θα τα υπέτασσε στα μικροαστικά και τα αστικά συμφέροντα. Τέτοια δύναμη δεν υπήρχε. Αποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε. Εάν υπήρχε, θα έπρεπε να μετατρέψει άμεσα την ΠΕΕΑ, από μια «μεταβατική στιγμή», σε μια μεταβατική κυβέρνηση μέχρι την πλήρη απελευθέρωση και να φροντίσει για τη δημιουργία-ανάδειξη των εργατικών οργάνων τα οποία, μαζί με τα λαϊκά όργανα και τη λαϊκή αυτοδιοίκηση και δικαιοσύνη και το λαϊκό στρατό, τον ΕΛΑΣ, θα αναλάμβαναν να υλοποιήσουν και να διευρύνουν το πρόγραμμα της νέας εξουσίας, θα αναλάμβαναν και θα ασκούσαν τα ίδια, το σύνολο της εξουσίας.

Η νέα κυβέρνηση της ΠΕΕΑ θα έπρεπε να εγκατασταθεί αμέσως στην Αθήνα, με το διώξιμο του κατακτητή και την απελευθέρωση της Αθήνας, μιας και «τότε δεν υπήρχε ακόμα αστική κυβέρνηση στην Ελλάδα και γενικά ο κρατικός μηχανισμός ήταν σμπαραλιασμένος», να αναλάβει και να αρπάξει από τα μαλλιά την εξουσία η οποία περπατούσε στο δρόμο τις μέρες της απελευθέρωσης της Αθήνας, να προχωρήσει στην εθνικοποίηση-κρατικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο, να επιβάλει το χωρισμό εκκλησίας-κράτους, το μοίρασμα της εναπομένουσας μισοφεουδαρχικής περιουσίας, των τσιφλικιών, των βακουφιών, στους φτωχούς αγρότες, να ανακηρύξει τον ΕΛΑΣ σε Εθνικό στρατό, να προετοιμάσει το λαό για οποιαδήποτε επέμβαση. Η ΠΕΕΑ θα έπρεπε να διακηρύξει ότι όλη η εξουσία ασκείται απ’ τα εργατικά και λαϊκά όργανα.                                                         

Αντί για αυτό, η ηγεσία του κινήματος περίμενε τους φυγόμαχους από το Κάιρο για να τους παραδώσει την εξουσία!

Η απουσία επαναστατικής προλεταριακής δύναμης και πολιτικής ικανής να δώσει μπολσεβίκικη απάντηση στο ζήτημα της εξουσίας, οδήγησε σε ήττα το μεγαλειώδη αγώνα του Ελληνικού λαού, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, και έδωσε χώρο στην αντίδραση με αποτέλεσμα τις διώξεις και τις φυλακίσεις των αγωνιστών του κινήματος.

Τα λόγια του Άρη στον Γιώργο Χουλιάρα (Περικλή), ήταν σαφέστατα:

«Άκου, Περικλή, η συμφωνία της Βάρκιζας είναι προδοσία. Ένα κι ένα κάνουν δύο, η ηγεσία του Κινήματος δεν έκανε λάθη, δεν έκανε σφάλματα, διέπραξε εγκλήματα και γι’ αυτά πρέπει να δώσει λόγο, το Πολιτικό Γραφείο με επικεφαλής τον Σιάντο πρέπει να περάσει στρατοδικείο επί εσχάτη προδοσία. Εγώ δεν πρόκειται ν’ ακολουθήσω την ηγεσία στην Αθήνα, να γίνω, όπως με θέλουν, πρόεδρος των Εφεδρο-Ελασιτών για να πρωτοκολλάω τις σφαγές και τα βασανιστήρια, τους βιασμούς και τους εξευτελισμούς των αγωνιστών. Θ’ ακολουθήσω το δρόμο που χάραξα απ’ την αρχή κι όσοι πιστοί προσέλθετε».

Η έκφραση του Άρη Βελουχιώτη «καλή αντάμωση στα γουναράδικα», από το μύθο του Αισώπου, η επανάληψη της οποίας ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών στη βουλή, απευθύνονταν στους συντρόφους, τους συμπολεμιστές και συναγωνιστές του. Αποτελούσε ένα είδος προειδοποίησης για το τι επρόκειτο να συμβεί εφόσον δεν έκαναν όλοι τους αυτό που έπρεπε να κάνουν, όπως αυτό περιγράφονταν στον όρκο του ΕΛΑΣ και στον όρκο της πρώτης αντάρτικης ομάδας στη Ρούμελη που έγραψε ο Άρης Βελουχιώτης και δόθηκε το 1942 στη Γραμμένη Οξιά: 

«Εγώ παιδί του ελληνικού λαού, ορκίζομαι να αγωνιστώ πιστά από τις τάξεις του ΕΛΑΣ, χύνοντας και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου, σαν γνήσιος πατριώτης για το διώξιμο του εχθρού από τον τόπο μας, για τις ελευθερίες του λαού μας, κι ακόμα να είμαι πιστός και άγρυπνος φρουρός προστασίας στην περιουσία και το βιός του αγρότη. Δέχομαι προκαταβολικά την ποινή του θανάτου αν ατιμάσω την ιδιότητά μου ως πολεμιστής του Έθνους και του λαού και υπόσχομαι να δοξάσω και να τιμήσω το όπλο που κρατώ και να μην το παραδώσω αν δεν ξεσκλαβωθεί η Πατρίδα μου και δε γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του».

Σε αυτό τον όρκο συμπυκνώθηκαν τα καθήκοντα και οι στόχοι του ένοπλου τμήματος του κινήματος. 

Από τη στιγμή που οι Αντάρτες παρέδωσαν τα όπλα, πριν γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του, η αντάμωσή τους στα γουναράδικα ήταν αναπόφευκτη, ήταν θέμα χρόνου.

Δεν ευθύνεται για την ήττα το υποτιθέμενο μοίρασμα του κόσμου στη Γιάλτα. Το οποίο, ακόμα και αν υπήρξε, δεν θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη διότι στην Ελλάδα η φυσική ηγεσία του Έθνους ήταν πλέον το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ και υπήρχαν ήδη και τα όργανα του κινήματος, τα Σοβιέτ (η λαϊκή αυτοδιοίκηση και δικαιοσύνη, οι λαϊκές συνελεύσεις με δεσμευτικό χαρακτήρα κλπ) τα οποία θα ασκούσαν την εξουσία.

Αυτό που ηττήθηκε θεωρητικά και πρακτικά από το έπος της Αντίστασης και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ο οποίος συνδέθηκε με τον αγώνα για κοινωνική απελευθέρωση, ήταν η θεωρία της σταδιοποίησης της επανάστασης, πρώτα δημοκρατία και μετά σοσιαλισμός, και οι αυταπάτες απέναντι στους  εκμεταλλευτές και τους δυνάστες του λαού και στους ιμπεριαλιστές Άγγλους προστάτες, ότι είναι δυνατή η πρόοδος για το λαό και η ομαλή πολιτική εξέλιξη κάτω από την ηγεσία και την εξουσία τους και ότι ήταν δυνατόν αυτοί να δείξουν τον απαραίτητο σεβασμό στους αγωνιστές που έδωσαν την ψυχή και το αίμα τους για να ξεσκλαβωθεί η πατρίδα και ο λαός.

Αυτό που ανέδειξε ο Άρης με τον αγώνα, το αίμα και την στάση ζωής του και με τίμημα την ίδια του τη ζωή, είναι ότι ο λαός για να γίνει νοικοκύρης στον τόπο του πρέπει να αποτινάξει από πάνω του τους δυνάστες και τους εκμεταλλευτές και να εκδιώξει τους ιμπεριαλιστές.

Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται μια πραγματικά επαναστατική πολιτική δύναμη και ένα μέτωπο δυνάμεων με αντίστοιχους στόχους στο οποίο μέτωπο η εργατική τάξη πρέπει να τεθεί επικεφαλής. Πράγμα το οποίο θα το κατακτήσει μέσα στις μάχες. Όπως το κατέκτησε στο ΕΑΜ.

Η κριτική που γίνεται σχετικά με την υποτιθέμενη προδιαγεγραμμένη ήττα του κινήματος η βάση της οποίας υποτίθεται ότι βρίσκεται στις αποφάσεις της 6ης ολομέλειας, και έχει σχέση με το χαρακτήρα της επανάστασης όπως τον προσδιόριζε η ολομέλεια, όπως και η κριτική που ρίχνει ευθύνες στη γραμμή που έδινε το γράμμα του Ζαχαριάδη, στερούνται κάθε σοβαρής απόδειξης της ορθότητάς τους καθώς η πραγματικότητα απέδειξε οριστικά και αμετάκλητα ποια ήταν η σωστή γραμμή η οποία γιγάντωσε το αντιστασιακό κίνημα.

Η αποφασιστική μέχρι το τέλος υπεράσπιση αυτής της αλήθειας και η ανυπότακτη πάλη για να γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του κατέταξαν τον Άρη ανάμεσα στους πιο θανάσιμους εχθρούς των φασιστών, των προδοτών, των εκμεταλλευτών, των ιμπεριαλιστών.

Και από την άλλη, καταγράφηκε με ανεξίτηλα γράμματα στη λαϊκή συνείδηση σαν ένας από τους πιο έντιμους και γνήσιους υπερασπιστές, οργανωτές και πρωτοπόρους μαχητές του, ο οποίος έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του και μέχρι το τέλος της σαν γνήσιος επαναστάτης-κομμουνιστής ταγμένος στη λαϊκή υπόθεση.

Αιώνια δόξα και Τιμή στον πρωτοκαπετάνιο του ΕΛΑΣ, τον λαϊκό αγωνιστή, τον κομμουνιστή-επαναστάτη Άρη Βελουχιώτη-Θανάση Κλάρα και στο λαό που τόνε γέννησε!
Ο αγώνας, για να γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του, συνεχίζεται!  

Για μια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, μ’ ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό.                                           

Κάβουρας Δημήτρης

 

*Το κείμενο αποτελεί τη βάση της ομιλίας του σ. Δ. Κάβουρα στην εκδήλωση για τα 70 χρόνια από το θάνατο του Άρη Βελουχιώτη που πραγματοποιήθηκε στα Τρίκαλα, για πρώτη φορά στα 70 χρόνια από το θάνατο του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ.